Περίμενέ με, θα γυρίσω,
θέλω πολύ να περιμένεις,
περίμενε, σαν σε μελαγχολεί
η χρυσή βροχή,
περίμενε, σαν πέφτουνε τα χιόνια,
περίμενε στις ζέστες,
ακόμα κι όταν οι άλλοι
δεν περιμένουν πια.
Περίμενε, κι όταν δε φθάνουν γράμματα
από τόπους μακρινούς,
περίμενε, κι αν όλοι έχουν βαρεθεί
αυτούς που περιμένουν.
θέλω πολύ να περιμένεις,
περίμενε, σαν σε μελαγχολεί
η χρυσή βροχή,
περίμενε, σαν πέφτουνε τα χιόνια,
περίμενε στις ζέστες,
ακόμα κι όταν οι άλλοι
δεν περιμένουν πια.
Περίμενε, κι όταν δε φθάνουν γράμματα
από τόπους μακρινούς,
περίμενε, κι αν όλοι έχουν βαρεθεί
αυτούς που περιμένουν.
Περίμενέ με, θα γυρίσω,
δεν εύχονται όλοι το καλό
όσοι το ξέρουν σίγουρα,
πως πρέπει να ξεχάσεις.
Άσε να το πιστεύουνε η μάνα και ο γιος μου,
πως πια δε θα γυρίσω,
άσε να το πιστεύουνε οι κουρασμένοι φίλοι,
να κάθονται μπρος στη φωτιά,
πικρό κρασί να πίνουν
μνημόσυνο ψυχής…
Περίμενε. Να μη βιαστείς
μαζί τους για να πιεις.
Περίμενέ με, θα γυρίσω
σε πείσμα όλων των θανάτων.
Όποιον δεν περιμένει,
ας τον να λέει: «ήταν τυχερό».
Γιατί δε θα το νοιώσουνε όσοι δεν περιμένουν,
πως μέσα στα πυρά
μ’ έσωσε
η αναμονή σου.
Μονάχα εσύ κι εγώ
θα ξέρουμε πως γύρισα,
επειδή ήξερες όπως κανείς
εσύ να περιμένεις.
Κονσταντίν Σίμονοφ (1915-1979)
απόδοση: Ελένη Κατσιώλη
Πηγή:https://diastixo.gr/logotexnikakeimena/poihsh/7469-konstantin-simonov
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου