Ονειρέψου και κλάψε άμοιρο γένος
τον δρόμο δε βρίσκεις, τον έχασες
Αλίμονο! είναι το χαίρε σου το βράδυ, αλίμονο!
το πρωί
Άλλο τίποτα δε θέλω παρά να μ’ αρπάξουν
χέρια που απλώνονται απ’ την άβυσσο
και λιπόθυμο να με σύρουν κάτω.
Βαρύς πέφτω στα πρόθυμα χέρια.
τον δρόμο δε βρίσκεις, τον έχασες
Αλίμονο! είναι το χαίρε σου το βράδυ, αλίμονο!
το πρωί
Άλλο τίποτα δε θέλω παρά να μ’ αρπάξουν
χέρια που απλώνονται απ’ την άβυσσο
και λιπόθυμο να με σύρουν κάτω.
Βαρύς πέφτω στα πρόθυμα χέρια.
Μακριά στα βουνά αντηχούσε
αργή ομιλία. Εμείς ακούγαμε.
αργή ομιλία. Εμείς ακούγαμε.
Αχ το κουβαλούσαν, φαντάσματα της κόλασης,
καλυμμένοι μορφασμοί σφιχτά κρατούσαν πάνω
τους το σώμα.
καλυμμένοι μορφασμοί σφιχτά κρατούσαν πάνω
τους το σώμα.
Μακριά πομπή, μακριά πομπή κουβαλά τον ατελή
Franz Kafka (3 Ιουλίου 1883 – 3 Ιουνίου 1924)
*Από το βιβλίο “Franz Kafka, Η πληγή και η λέξη”, εκδόσεις ΣΑΙΞΠΗΡΙΚόΝ, Μάιος 2012, σε μετάφραση Νίκου Βουτυρόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου