Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

Βαρβάρα Ρούσσου - Η ομορφιά του αφανέρωτου


Η ποίηση της Δαλακούρα δεν ανοίγεται εύκολα αλλά επιβάλλεται με την αρμονική ροή λόγου και με τις ερμηνευτικές δυνατότητες που υποβάλλει. Ο μετεωρισμός μεταξύ πραγματικού και φανταστικού κόσμου ενέχει κάποιο ελεγχόμενο ελεγειακό στοιχείο. Η ομορφιά εξάλλου φέρνει την ευφροσύνη («η ομορφιά πρώτη στην ιεραρχία. Ευφροσύνη»).
Στην πρώτη της συλλογή, ’67-’72 Ποίηση, όταν η Βερονίκη Δαλακούρα ήταν μόλις είκοσι ετών, η κριτική εντόπισε το υπερρεαλιστικό υπόβαθρο της ποίησής της, δηλαδή τη μη λογική ακολουθία εικόνων και την κρυπτικότητα.


Ωστόσο, όσο κι αν η ποίηση της Δαλακούρα έλκει την απώτερη καταγωγή της από τον υπερρεαλισμό, δεν εγκαταλείπει την πραγματικότητα την οποία μεταπλάθει στη βάση εικονιστικών και λεκτικών συνειρμών, με «λέξεις που πλάστηκαν κατ’ όναρ/επιβιώνοντας από την έλλειψη/μιας ιδιόμορφης αποδοχής» (συλλογή Αγρια αγγελική φωτιά, Αγρα, 1997). Διαδοχικές διαστολές του εσωτερικού κόσμου εγκολπώνονται τον εξωτερικό και το αντίστροφο ώστε η ποιήτρια είτε δημιουργεί ένα θολό απείκασμα του πραγματικού κόσμου, σχεδόν μια ετεροτοπία, είτε οικοδομεί το ποίημα αφαιρώντας χρονοτοπικά στοιχεία και περιορίζοντας εμπρόθετα κάθε αναφορικότητα.


Δηλώνεται έτσι η δυσαρέσκεια της φωνής εκφοράς: «Κόσμος δεν είναι εδώ. Βουβοί και ας μιλάνε όλοι» (ποίημα VII), ή η οδύνη της μνήμης: «αδελφέ, είπα, ας σκοτώσουμε τη μνήμη με τον τρόπο που της αξίζει. Βάναυσα, με μαρτύρια που θα την κάνουν να μετανοήσει για το αμετάκλητο» (IV), η σχεδόν αδυναμία της ποιητικής γλώσσας να ελέγξει τη ζωή και τον θάνατο, η αίσθηση του χρόνου που λιγοστεύει οδηγώντας στο τέλος: «πνιγμένη στη λακκούβα του απόπατου Χρόνου» (ΙΧ) και κυρίως στο ΧΙ με μότο του Μάριου Χάκκα όπου δηλώνεται η αγωνία για το έργο και τον βίο που θα μείνουν ημιτελή.


Οι τελευταίες συλλογές της Δαλακούρα τιτλοφορούνται με μία αλλά πολύσημη λέξη: Καρναβαλιστής (Κέδρος 2011), Καππαδόκες (Κουκκίδα 2020) και τώρα Ευφροσύνη. Ποιήματα για μικρά παιδιά. Εδώ, η ευφορική διάθεση εντείνεται από το σχεδίασμα ιαπωνικού ιδεογράμματος που σημαίνει «Δύναμη, Εξουσία», δεν νομίζω όμως ότι συνεχίζεται στη συλλογή.

Δυο αυτονομημένοι σχεδόν αρχικοί στίχοι, το πρώτο ποίημα «Τραγουδάκι» και τα δεκαέξι άτιτλα (με λατινική αρίθμηση) που απαρτίζουν τη συλλογή απευθύνονται σε μικρά παιδιά ή μιλούν για μικρά παιδιά; Η δισημία του υπότιτλου υπενθυμίζει την ειρωνεία ως τρόπο στην ποίηση της Δαλακούρα, όχι τόσο αιχμηρή στην παρούσα συλλογή, καθώς συσκοτίζεται από τους αλλεπάλληλους συνειρμούς. Ωστόσο, ορισμένοι στίχοι είναι αφοριστικά ειρωνικοί: «Αθόρυβα γράφεται η ιστορία» (ΧΙΙΙ) ή και αυτοσαρκαστικοί: «Κι εσύ χειρόγραφο/που δεν μπορείς πια/να δακρύσεις με δάκρυα/πιο πολύτιμα κι από περίφρακτο/κήπο/δώσε στους κυνηγούς/την ακατανόητη γλώσσα:/» (XVI).

Παράδειγμα της κριτικής που ασκείται στην πραγματικότητα επιβεβαιώνοντας ότι η ποιητική βάση της Δαλακούρα σαφώς παραμένει το πραγματικό και το βιωμένο, όσο κι αν μεταγράφεται στον κατασκευασμένο ποιητικά κόσμο, αποτελεί το πλαγιογραφημένο δεύτερο μέρος του ποιήματος V που, ως συλλογικό βίωμα, καταλήγει: «Κι αυτό, αφού νιώθουμε ένα κύμα αέρα να μας ρίχνει προς τα πίσω, είναι δυνατό να//μην είναι άλλο από παρακμή;».

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι βιβλικές μνείες, κυρίως των ευαγγελίων, στα ποιήματα VIII και ΧΙΙΙ. Στο πρώτο η συνδήλωση για τον ευαγγελιστή Λουκά («Το βόδι του Ευαγγελιστή») συνάπτεται με την «άρια αρχή πιστεύω των θανάτων» που «πλάθουν και πάλι τις γραφές» και συνδυαστικά με το μότο «αύριο μαζί τους/απόψε με τον γδούπο/κατάμονη με τον Αννα» υπαινίσσεται προδοσία από τις ιδεολογίες και τα δόγματα. Το ποίημα κλείνει ανατρεπτικά τόσο εξαιτίας μιας αναπάντεχης μεταφοράς όσο και εξαιτίας του δίσημου της φράσης «Βυσσοδομώντας, ο ταβλαδόρος πρώτη φορά στα χέρια του πιόνι και τον νικά τον σκακιστή».

Τα ποιήματα της συλλογής διαφοροποιούνται μορφικά και η Δαλακούρα δεν επιλέγει τυχαία τις εναλλαγές φόρμας: πεζόμορφα σε δύο μέρη (IV, V, VIII), ένστιχα τα υπόλοιπα, αλλά συχνά με πολυσύλλαβους στίχους που παράγουν ένα είδος οπτικού προτύπου (Ι, VII) ή πολύ σύντομα (ΧΙ, ΧΙΙ)

Η ποίηση της Δαλακούρα δεν ανοίγεται εύκολα αλλά επιβάλλεται με την αρμονική ροή λόγου και με τις ερμηνευτικές δυνατότητες που υποβάλλει. Ο μετεωρισμός μεταξύ πραγματικού και φανταστικού κόσμου ενέχει κάποιο ελεγχόμενο ελεγειακό στοιχείο. Η ομορφιά εξάλλου φέρνει την ευφροσύνη («η ομορφιά πρώτη στην ιεραρχία. Ευφροσύνη»). Στο ερώτημα ποια είναι η Ε(ε)υφροσύνη η απάντηση αφήνεται στην/ον αναγνώστρια/στη. Η λειτουργία της λέξης ως κύριο όνομα (μιας από τις τρεις χάριτες) και ως ουσιαστικό συνδυαστικά με την προσωπογραφία ως μότο και με τους δύο ξεκομμένους αρχικούς στίχους που υπαινίσσονται μια εξωπραγματική μετάβαση («Θύρες την οδήγησαν σε χορευτικές λίμνες// Ξιφασκίες αγγέλων την στόλισαν») μπορεί να ανοίξουν διαφορετικές ερμηνείες στα ποιήματα.

Πηγή:https://www.efsyn.gr/nisides/anoihto-biblio/453551_i-omorfia-toy-afanerotoy



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου