Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

Λουίς Σεπούλβεδα «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ' ένα γλάρο να πετάει».

 Ζορμπάς έφτασε μ' ένα σάλτο στο προστατευτικό κιγκλίδωμα του καμπαναριού. Από κάτω, τ' αυτοκίνητα έμοιαζαν σαν έντομα με μάτια αστραφτερά.Ο άνθρωπος κρατούσε το γλάρο στην αγκαλιά του.

Όχι! φοβάμαι! Ζορμπά! Ζορμπά!" έκρωζε η Καλότυχη, τσιμπώντας τα χέρια του ανθρώπου.

"Περίμενε" νιαούρισε ο Ζορμπάς. "Ασ' την πάνω στο κάγκελο"."Δεν είχα στο νου μου να την πετάξω" είπε ο άνθρωπος.

"Θα πετάξεις, Καλότυχη", νιαούρισε ο Ζορμπάς.

"Πάρε μια βαθιά εισπνοή. Μύρισε τη βροχή. Η βροχή είναι νερό. Στη ζωή σου θα συναντήσεις πολλούς λόγους για να είσαι ευτυχισμένη - ένας από αυτούς λέγεται νερό, ένας άλλος, άνεμος, κι ένας άλλος, ήλιος, κι αυτός ο ήλιος εμφανίζεται πάντα σαν αντιστάθμισμα μετά τη βροχή. Μύρισε τη βροχή. Άνοιξε τα φτερά".

Η γλαροπούλα άπλωσε τις φτερούγες της. Οι προβολείς την έλουζαν στο φως, κι η βροχή τής έλουζε με πέρλες τα φτερά. Ο άνθρωπος κι ο γάτος την είδαν να υψώνει το κεφάλι με τα μάτια κλειστά.

"Η βροχή! Το νερό!" έκρωξε. "Μ' αρέσει!"

"Τώρα θα πετάξεις" νιαούρισε ο Ζορμπάς.

"Σ' αγαπώ. Είσαι ένας θαυμάσιος γάτος" έκρωξε η Καλότυχη, πλησιάζοντας την άκρη του κάγκελου.

"Τώρα θα πετάξεις" νιαούρισε ο Ζορμπάς. "Όλος ο ουρανός θα'ναι δικός σου".

"Δε θα σε ξεχάσω ποτέ....

"Πέτα!"νιαούρισε ο Ζορμπάς.

"Πετάω, Ζορμπά! Μπορώ και πετάω!" έκρωξε τρισευτυχισμένη από την απεραντοσύνη του γκρίζου ουρανού.

Ο άνθρωπος χάιδεψε το σβέρκο του γάτου.

"Εντάξει, γάτε. Τα καταφέραμε" είπε αναστενάζοντας.

"Ναι" νιαούρισε ο Ζορμπάς. "Στο χείλος του γκρεμού κατάλαβα το πιο σημαντικό".

"Α, ναι; Και τi είναι πιο σημαντικό;" ρώτησε ο άνθρωπος.

"Πετάει μόνο αυτός που τολμάει να πετάξει" νιαούρισε ο Ζορμπάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου