Του πολέμου το ταμπούρλο αστράφτει και βροντά
και όλο σκούζει: με σίδερο ό,τι είναι ζωντανό σουβλίστε.
Σκλάβοι και σκλάβοι
απ’ όλες τις χώρες
στης λόγχης καρφώνονται το ατσάλι.
Για να γίνει, αλήθεια, ποιανού το χατίρι;
Πεινασμένη τρέμει
η γη,
η γη ξεγυμνωμένη.
Ατμός γίνεται το ανθρώπινο είδος
σε κάποιο λουτρό αίματος μέσα
μόνο και μόνο επειδή
κάποιος και κάπου
επιθυμεί άπληστα
ν’ αρπάξει με τα νύχια του την Αλβανία.
Συμμορίες και συμμορίες συμπήχτηκαν δολίως,
το ένα χτύπημα διαδέχεται πλέον το άλλο,
πάνω στο κορμί του κόσμου
μόνο και μόνο
για να διαπλεύσουνε τον Βόσπορο
χωρίς διομολογήσεις
κάποιου πλοιοκτήτη τα καράβια.
Και όπου νά ’ναι, σύντομα πολύ,
δεν θά ’χει ο κόσμος
γερό πλευρό ούτε για δείγμα.
Και την ψυχή του ακόμα θαν του βγάλουνε.
Και θα τσαλαπατήσουνε τους πάντες
για χάρη κάποιου
και τα χέρια τους θ’ απλώσουν
να βουτήξουνε
τη Μεσοποταμία.
Γιατί να βαράνε
οι μπότες τους τη γη; – με ορμή, με μανία…
Τί είναι επάνω απ’ των μαχών τον ουρανό;
Η ελευθερία;
Ο Θεός;
Το χρήμα!
Πότε με όλο σου το μπόι
ολόρθος εσύ
που τη ζωή σου τους χαρίζεις;
Πότε θαν τους πετάξεις επί τέλους
κατάμουτρα τούτες τις λέξεις:
Γιατί πολεμάμε; Πείτε μου γιατί;
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου