Στα παιδικά μου χρόνια, ο πιο μεγάλος
αξάδερφός μου μ' έπαιρνε μαζί
στα πανηγύρια, που ήτανε, παρ' άλλος,
πρώτος στην ομορφιά και στην ορμή.
Τι ωραίος! Τον θυμούμαι, αστροβολούσε*
καβάλα στο φαρί* του, βυσσινιά
φέρμελη* χρυσοκέντητη εφορούσε,
γιουρντάνια* από βενέτικα φλουριά.*
Του Καπετάν πασά φόραε την πάλα*
και το χαρμπί* του Μπότσαρη, και δυο,
στου σελαχιού* του ανάμεσα τη σπάλα,
πιστόλια από τ' Αλή το θησαυρό.
Φουστανελίτσα φόραε ζυγιασμένη*
και κάλτσες και τσαρούχια φουντωτά,
παραγγελιά απ' τα Γιάννενα φερμένη,
γαντζούδια* πρεβεζάνικα, ασημιά.
Έτσι σιαγμένος, κι έχοντας στον ώμο
το καριοφίλι,* χαίτη και λουριά
στο χέρι του, ελαμπάδιζε* το δρόμο,
χιμώντας* απ' την Πύλη* την πλατιά.
Κ' εγώ, λίγο ξοπίσω του, όλο θάμπος,
στο γλήγορο αλογάκι μου κι εγώ,
δυνόμουν* ναν τον φτάνω, κι ήμουν σάμπως*
να 'χα φτερά, κορμάκι αερινό.
Κι ως τρέχαμε, θυμάμαι, τα κλεισμένα
στο τουνεζί* φεσάκι του, σγουρά,
σκόρπια τριγύρα, φέγγανε, σαν ένα
γνεφάκι* απ' αναμμένη αθημωνιά.*
Κι ως πύρωνεν ακόμα στη φευγάλα,
τρικυμισμένος κι όλος μες στο φως,
χρυσόχυτος μου εφάνταζε καβάλα,
σαν τον Αϊ-Γιώργη, λίγο πιο μικρός...
Ω! το λεβέντη του Μεσολογγιού μας,
τον ήλιο της αυγούλας μου ζωής!
Και να μετρώ, και να 'ναι, ο Τάκη-Πλούμας,
τριάντα τρία χρόνια μες στη γης...
Μ. Μαλακάσης, Τα Μεσολογγίτικα, Ερμής
* αστροβολούσε: έλαμπε σαν άστρο * φαρί: άλογο * φέρμελη: γιλέκο χρυσοποίκιλτο * γιουρντάνια: γιορντάνια, περιδέραια από χρυσά νομίσματα * φλουριά: χρυσά νομίσματα * πάλα: δρεπανοειδές σπαθί * χαρμπί: διακοσμητικό μαχαίρι * σελάχι: δερμάτινη ζώνη * ζυγιασμένη: φτιαγμένη καλά * γαντζούδια: κοσμήματα με πόρπες ή αλυσίδες * καριοφίλι: μακρύκαννο τουφέκι * ελαμπάδιζε: περνούσε το δρόμο σαν λαμπάδα * χιμώντας: βγαίνοντας ορμητικά * Πύλη: στο βόρειο τμήμα του Μεσολογγίου * δυνόμουν: προσπαθούσα * σάμπως: σαν * τουνεζί: τυνησιακό, κόκκινο * γνεφάκι: συννεφάκι (εδώ μεταφορικά τα μαλλιά) * αθημωνιά: θημωνιά, σωρός από στάχυα
αξάδερφός μου μ' έπαιρνε μαζί
στα πανηγύρια, που ήτανε, παρ' άλλος,
πρώτος στην ομορφιά και στην ορμή.
Τι ωραίος! Τον θυμούμαι, αστροβολούσε*
καβάλα στο φαρί* του, βυσσινιά
φέρμελη* χρυσοκέντητη εφορούσε,
γιουρντάνια* από βενέτικα φλουριά.*
Του Καπετάν πασά φόραε την πάλα*
και το χαρμπί* του Μπότσαρη, και δυο,
στου σελαχιού* του ανάμεσα τη σπάλα,
πιστόλια από τ' Αλή το θησαυρό.
Φουστανελίτσα φόραε ζυγιασμένη*
και κάλτσες και τσαρούχια φουντωτά,
παραγγελιά απ' τα Γιάννενα φερμένη,
γαντζούδια* πρεβεζάνικα, ασημιά.
Έτσι σιαγμένος, κι έχοντας στον ώμο
το καριοφίλι,* χαίτη και λουριά
στο χέρι του, ελαμπάδιζε* το δρόμο,
χιμώντας* απ' την Πύλη* την πλατιά.
Κ' εγώ, λίγο ξοπίσω του, όλο θάμπος,
στο γλήγορο αλογάκι μου κι εγώ,
δυνόμουν* ναν τον φτάνω, κι ήμουν σάμπως*
να 'χα φτερά, κορμάκι αερινό.
Κι ως τρέχαμε, θυμάμαι, τα κλεισμένα
στο τουνεζί* φεσάκι του, σγουρά,
σκόρπια τριγύρα, φέγγανε, σαν ένα
γνεφάκι* απ' αναμμένη αθημωνιά.*
Κι ως πύρωνεν ακόμα στη φευγάλα,
τρικυμισμένος κι όλος μες στο φως,
χρυσόχυτος μου εφάνταζε καβάλα,
σαν τον Αϊ-Γιώργη, λίγο πιο μικρός...
Ω! το λεβέντη του Μεσολογγιού μας,
τον ήλιο της αυγούλας μου ζωής!
Και να μετρώ, και να 'ναι, ο Τάκη-Πλούμας,
τριάντα τρία χρόνια μες στη γης...
Μ. Μαλακάσης, Τα Μεσολογγίτικα, Ερμής
* αστροβολούσε: έλαμπε σαν άστρο * φαρί: άλογο * φέρμελη: γιλέκο χρυσοποίκιλτο * γιουρντάνια: γιορντάνια, περιδέραια από χρυσά νομίσματα * φλουριά: χρυσά νομίσματα * πάλα: δρεπανοειδές σπαθί * χαρμπί: διακοσμητικό μαχαίρι * σελάχι: δερμάτινη ζώνη * ζυγιασμένη: φτιαγμένη καλά * γαντζούδια: κοσμήματα με πόρπες ή αλυσίδες * καριοφίλι: μακρύκαννο τουφέκι * ελαμπάδιζε: περνούσε το δρόμο σαν λαμπάδα * χιμώντας: βγαίνοντας ορμητικά * Πύλη: στο βόρειο τμήμα του Μεσολογγίου * δυνόμουν: προσπαθούσα * σάμπως: σαν * τουνεζί: τυνησιακό, κόκκινο * γνεφάκι: συννεφάκι (εδώ μεταφορικά τα μαλλιά) * αθημωνιά: θημωνιά, σωρός από στάχυα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου