Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

William Shakespeare-τρία σονέτα




Σονέτο 66

Κουράστηκα· το θάνατο να μ' αναπαύσει κράζω:

Αντί να βλέπω εκ γενετής ζητιάνα την αξία,

Αντί του άδειου τίποτα το θρίαμβο να κοιτάζω,

Την πίστη την αγνότατη να ζει την προδοσία,

Και τη χρυσή τιμή αισχρά στην άκρη να τη σπρώχνουν,

Και την παρθενική αρετή άγρια εκπορνευμένη,

Και την ορθή τελειότητα άδικα να τη διώχνουν,

Και την ισχύ απ’ τον κουτσό αρχηγό εμποδισμένη,

Και φιμωμένη απ' τις αρχές την τέχνη· και την τρέλα

Σαν δόκτορα κάθε ταλέντο να χειραγωγεί,

Την καθαρή αλήθεια να τήνε λέν’ αφέλεια,

Και το καλό αιχμάλωτο, τ' άθλιο να υπηρετεί.

   Κουράστηκα· να φύγω πια απ' όλ' αυτά εδώ πάνω!

   Αλλά θα μείνει η αγάπη μου μόνη της αν πεθάνω.





Σονέτο 67

Αχ, μες στη διαφθορά γιατί κι αυτός μαζί να ζει;

Την αήθεια η παρουσία του γιατί να καλλωπίζει;

Γιατί απ’ αυτόν να παίρνει η αμαρτία προαγωγή

Και να φορά τη συντροφιά του σα χρυσό στολίδι;

Το μάγουλό του η μπογιά γιατί μιμείται η ψεύτρα,

Κι από τη ζωντανή του χροιά κλέβει νεκρή θωριά;

Γιατί η πενιχρή ομορφιά ζητά μ' όλα τα μέσα

Ρόδα σκιώδη, όταν αυτός έχει τ' αληθινά;

Γιατί να ζει τώρα που η Φύση είναι σε χρεοκοπία,

Στερεύει το αίμα κι η ζωή στη φλέβα της χλωμιάζει;

Δεν έχει άλλο απόθεμα απ' τη δική του αξία·

Ένας την τρέφει ενώ αυτή γι' άλλους πολλούς κομπάζει.

   Ω τον φυλάει για να δουν τι πλούτο είχε παλιά,

   Πριν τους κακούς αυτούς καιρούς, σε χρόνια αλλοτινά.




Σονέτο 146

Κέντρο του αμαρτωλού πηλού μου εσύ, φτωχή ψυχή,

Κατάστικτη απ’ τις άγριες δυνάμεις που σε ντύνουν,

Γιατί κλεισμένη εδώ υποφέρεις και λιμοκτονείς,

Ενώ έξω ζωγραφιές λαμπρές τα τείχη σου φαιδρύνουν;

Αφού έχεις διορία μικρή, γιατί τόση χλιδή

Γι' αυτή τη φθίνουσα έπαυλη που κατοικείς ξοδεύεις;

Σκουλήκια θα κληρονομήσουν τέτοια υπερβολή;

Αυτά θα φάν’ τα πλούτη σου; Εκεί το σώμα οδεύει;

Άσε το δούλο να χαθεί ψυχή μου για ν' ακμάσεις·

Φτιάξε απ' την πείνα σου σοδειά: Τις ώρες αν πωλήσεις

Τις μάταιες, ουράνια συμβόλαια θ' αγοράσεις·

Έτσι εσύ μέσα θα τραφείς κι ο πλούτος έξω ας σβήσει.

   Μάρανε εσύ το Θάνατο που τους θνητούς μαραίνει,

   Κι έτσι αν πεθάνει ο Θάνατος, κανείς δεν θα πεθαίνει.


William Shakespeare, Τα σονέτα, μετάφραση από τα αγγλικά: Λένια Ζαφειροπούλου, Gutenberg, Αθήνα 2016.

Πηγή: http://booksjournal.gr/%CE%BA%CF%81%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B5%CF%82/%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7/item/2157-%CF%83%CE%B1%CE%AF%CE%BE%CF%80%CE%B7%CF%81-%CF%84%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CE%BF%CE%BD%CE%AD%CF%84%CE%B1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου