Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021
Μανόλης Γλέζος-Έχουν έρθει όλοι οι βασανιστές μου και μου έχουν ζητήσει συγγνώμη
Είμαστε το μοναδικό έθνος όπου οι εθνικές επέτειοι δεν είναι αποτέλεσμα νικών, αλλά είναι έναρξη αγώνα.
Δηλαδή λέμε: «Δε με ενδιαφέρει το αποτέλεσμα. Με ενδιαφέρει το ότι ξεκινάω αγώνα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος».
Νιώθω ικανοποιημένος. Σε πιο σημείο;
Έχουν έρθει όλοι οι βασανιστές μου και μου έχουν ζητήσει συγγνώμη.
Ο διευθυντής μιας από τις φυλακές όπου ήμουν, ερχόταν στο βιβλιοπωλείο μου, καθόταν στην καρέκλα και περίμενε να τον συγχωρέσω.
Ένα μεγάλο μου προτέρημα είναι η ακαταπόνητη δραστηριότητά μου.
Για τα «ελαττώματά» μου θα καταφύγω στην κρίση δύο συντρόφων: Θεωρώ ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, και ότι είμαι αγύριστο κεφάλι. Τα αναγνωρίζω και τα δύο.
Εκτιμώ την παρρησία και θεωρώ μέγιστη αρετή τη θυσία για έναν σκοπό.
Απεχθάνομαι την κολακεία και πιστεύω ότι, δεν υπάρχει πιο δυστυχής άνθρωπος από τον απογοητευμένο.
Στο βιβλιοπωλείο που είχα στην οδό Ιπποκράτους, δέσποζε η ρήση: «Timeo hominem unius libri», δηλαδή: «Να φοβάσαι τον άνθρωπο του ενός βιβλίου», τον μονοδιάστατο άνθρωπο.
Η συμμετοχή μου στην πολιτική ήταν πάντα εναρμονισμένη και παράλληλη με τα άλλα μου ενδιαφέροντα, κυριότερα από τα οποία είναι: η ποίηση, η γεωλογία, η γλωσσολογία και η βιβλιοθηκονομία.
Νιώθω την υποχρέωση να εκπληρώσω τις παρακαταθήκες που μου άφησαν οι σύντροφοι τους οποίους έχασα σε μάχες και σε εκτελεστικά αποσπάσματα.
Μου έλεγαν: «Αν ζήσεις, μη με ξεχάσεις. Όταν συναντάς ανθρώπους,
θα τους καλημερίζεις και για μένα. Όταν χορεύεις, όταν γλεντάς, όταν πίνεις κρασί, θα χορεύεις, θα γλεντάς και θα πίνεις κρασί και για μένα.
Και όταν θα ακούς στο ακρογιάλι τον φλοίσβο των κυμάτων, όταν θα ακούς στο δάσος το θρόισμα του ανέμου ανάμεσα στις φυλλωσιές, θα τα ακούς και για μένα».
Από όλους εκείνους αντλώ τη δύναμή μου.
Η αμφισβήτηση του κατεβάσματος της ναζιστικής σημαίας από την Ακρόπολη διακινείται τα τελευταία χρόνια.
Υπάρχει το δημοσίευμα εκείνων των ημερών, με την επίσημη ανακοίνωση των κατοχικών Αρχών για το συγκεκριμένο γεγονός.
Επιπλέον, για να μη συλληφθεί και εκτελεσθεί κάποιος αθώος, τόσο ο σύντροφός μου Απόστολος Σάντας, όσο και εγώ, αφήσαμε τα δαχτυλικά μας αποτυπώματα στον ιστό της σημαίας.
Οι διωκτικές αρχές, μολονότι τα βρήκαν, ενεργώντας με συνείδηση ελληνική, δεν τα παρέδωσαν στους κατακτητές.
Γι’ αυτό και όταν, το 1945, πήραμε εμείς την ευθύνη αυτής της πράξης, οι Αρχές δε μας διέψευσαν.
Όταν γύρισα εκείνη τη μέρα στο σπίτι μου, η ώρα ήταν περασμένη, μετά τα μεσάνυχτα. Η μάνα μου με περίμενε. Την πλησιάζω και της λέω: «Μάνα!». Σηκώνεται απότομα, με πιάνει από το λαιμό, με πάει στην κουζίνα για να μην ακούσουν οι άλλοι και με ρωτάει: «Που ήσουν;». Τότε εγώ, ανοίγω το σακάκι και της δείχνω το κομμάτι της σβάστικας που είχαμε κόψει.
Με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει: «Πήγαινε κοιμήσου».
Το πιο πάνω δημοσιεύτηκε στη σελίδα Πρόσωπα και περιέχει αποσπάσματα από κείμενα στη lifo.gr, στο BHMAgazino και στην Athensvoice.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου