Είδα στον ύπνο μου, πως μίκρυνες.
Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο,
Φρέσκο, σαν άκοπο. Σ’ είχα
στο χέρι μου, τάχα, και πήγαινα,
πήγαινα –
Πέρασα κι άφησα
δεξιά τον Ταΰγετο. Στάθηκα μόνο,
τον κοίταξα λίγο, ξαναπήρα τον δρόμο μου κι’ όλο
πήγαινα, πήγαινα –
Πού να σε βάλω;
Όλη η γής είναι στήθος μου.
Πηγή: Το βάθος του κόσμου, Ενότητα: «Παιχνίδια με τα χρώματα», 1961.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου