Τρέχεις με τα γαρύφαλλα·
ξοπίσω σου, όλ' η μέρα.
Τρέχεις, με τον αέρα
οπού σου ανάβει τα μαλλιά.
Στο χέρι σου γαρύφαλλα
-πέτρα όθε βγαίνει αράχνη,
και βέλο ωσάν την άχνη,
όπου ένα στόμα ξεκολλά.
Κορίτσι, τι να με κρατά
ναρθώ κ' εγώ ξοπίσω,
και να σε κυνηγήσω,
σαν πεταλούδα στα σπαρτά;
Του γλυκού αέρα είσαι η ψυχή
που στα λουλούδια ανάβει,
κι ο Απρίλης - που δεν παύει,
μα ξαναβγαίνει απ' την αρχή.
Τα γέλοια σου είναι τ' άνθη αυτά,
γαρυφαλλοχειλούσα.
Και τ' άνθη σου είναι πλούσια
απ' το κορμί που τα βαστά.
Το χρώμα τους τ' αληθινό
ντρέπονται να φορέσουν:
είναι σα για να πέσουν
-αγγέλοι από τον ουρανό.
Του γλυκού αέρα είσαι η ψυχή
που στα λουλούδια ανάβει,
κι ο Απρίλης - που δεν παύει,
μα ξαναβγαίνει απ' την αρχή.
Του ποτηριού γαρυφαλλιά,
ωραία και στο περβόλι·
μα η ομορφιά σου είν' όλη
ζερβά, σε κοριτσιού αγκαλιά.
Τέλλος Άγρας
από την Ανθολογία του Σωτήρη Τριβιζά, Ποιητές του Μεσοπολέμου, Καστανιώτης 1997.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου