Τὰ φιλιά
Πάνω ἀπὸ ἀμέτρητα ἴχνη φιλιῶν
δειλὰ τὸ βάρος ἀποθέτω τῶν χειλιῶν μου.
Φιλιὰ συνωστισμένα γύρω
ἀόρατα αἰωροῦνται
τὴν ἀτμόσφαιρα φορτίζοντας.
Φιλιὰ ἀδιάφορα, παράφορα,
αὐθάδικα καὶ ντροπαλὰ
ποὺ συγκρατεῖ σὲ ἀπόσταση
τὸ τζάμι τοῦ εἰκονίσματος
ἀφοῦ ὁ μικρὸς Χριστὸς
γνώριζε ἀπὸ τότε
ὅτι θὰ προδοθεῖ μ’ ἕνα φιλί.
Τὰ κεριά
Στὸ κηροστάσι πλάι ἀνάβουνε
μικρὲς φωτιὲς ἀβέβαιες
ἑρμητικὲς εὐχές.
Καθὼς δανείζομαι τὴ φλόγα
κάποιας τυχαίας διπλανῆς λαμπάδας
ἡ προσευχὴ τοῦ ἄγνωστου περαστικοῦ
σμίγει ἀναπάντεχα μὲ τὴ δική μου
κι ἔστω γιὰ μιὰ ἐλάχιστη στιγμὴ
ἀναζωπυρώνεται.
Ὕστερα μόνο, ἀναιμικὸ
τὸ φῶς τοῦ κίτρινου κεριοῦ μου
τρέμει σὰν ὕστατη, ἀμφίβολη ἐλπίδα
ἢ σὰν σπαραχτικὴ μετάνοια
ποὺ ξεχύθυκε
σὲ δάκρυα κεχριμπαρένια.
Τὰ τάματα
Μάταια ψάχνω ν’ ἀναγνωρίσω
τὸ κοριτσάκι ποὺ ἤμουνα
ἀνάμεσα στὰ τόσα ἀρτιμελή
πού ‘χουν κρεμάσει στὴ σειρὰ
μὲ κορδελίτσες ρὸζ
πανομοιότυπα
σὰν ἀπὸ κλωνοποιημένο ἀσήμι.
Ταμένο ἐκεῖνο στὴν ἀκίνητη ζωή του
τὰ κρίματά μου ἀναμετράει ἀναμάρτητο.
Ἡ συγγνώμη
Ἡ ἀπάντηση ἐκκρεμεῖ βαριὰ
ὅπως ὁ πολυέλαιος τῆς ὀροφῆς.
Καταιγισμὸς δακρύων σταματημένων
σταλακτίτες, κρύσταλλα παγωμένα
τὴν ἀταραξία τοῦ οἴκου ἀπειλοῦν.
Ὅμως ὁ Παντοκράτορας κοῖλος
στὸν τροῦλο ἁπλώνεται
τὸ ἔλεός Του μεγεθύνοντας ἀσύλληπτα:
τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν πάσας παραβλέπων νῦν
Τί δύσκολη ἡ συγχώρεση.
Πῶς ἀξιώνεις ὕστερα
μὲ λιγοστὰ νομίσματα
στὸ δίσκο τῶν φτωχῶν
νὰ τὴν ἐξαγοράσεις;
Ἡ Ἀπόσταση
Ἡ Παναγία δὲν γελᾶ οὔτε δακρύζει.
Ξέρει πὼς δὲν θὰ Τὴν ἀφήσουνε
να σφίξει τὸ παιδί Της πιὸ πολύ.
Ξέρει πὼς δὲν θὰ Τὴν ἀφήσουνε
παράφορα νὰ Τὸ θρηνήσει.
Μυριάριθμες Μεγάλες Παρασκευὲς
θὰ πέφτουν σωρηδὸν ἐπάνω Της
χιονοστιβάδες
καὶ πάντα θ’ ἀφουγκράζεται
τὸν ὑπαγορευόμενο
ἴδιο ἐπιτάφιο θρῆνο
ἀρκούμενη ἐσαεὶ σ’ ἕνα:
Γλυκύ μου Ἔαρ.
Ἡ Ἀπάντηση;
Τὸ τζάμι τῆς εἰκόνας
ἐπιστρέφει τὸ πρόσωπό μου ἀλλοιωμένο
σχεδὸν ξένο
κάθε φορὰ πιὸ μακρινό.
Ἀντίθετα ὁ χρόνος
πίσω ἀπὸ τὸ γυαλὶ σταματημένος
συγκρατεῖ τὴς Παναγίας τὴ μορφὴ
πάντοτε νέα
καὶ ἀκυρώνει τὴ φθορά.
Τὰ ἀσημένια κοριτσάκια
βρέφη, γριές, ἀγέννητα
καὶ χθές, αἰῶνες πεθαμένα
συνομήλικα ὅλα
συνεχίζουν τὸν ἀσάλευτο χορό τους ἐσαεί.
Ταμένη ὅλο καὶ πιὸ πολὺ στὸ θάνατό μου
ταμένη ἐκεῖ μπροστά μου στὴ ζωὴ
ἄβουλη κλυδωνίζομαι
ἀνάμεσα στὸ Τέλος μου καὶ στὴν Ἀρχή μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου