Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2025

Νίκος Καρούζος - Ποιήματα


 

ΣΥΝΤΟΜΟΝ

 

Τραγουδώ τους πεσμένους προπάτορες

είμαι των άστρων ο σκύλος

με τα μάτια κοιτάζω ψηλά

με τα χέρια γιορτάζω τη λάσπη.

 

ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΕΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ

 

Είσαι μια ήπειρος του στήθους απ’ τα βάθη των φυλών

είσαι πλανόδια σαν το φεγγάρι

ο πόνος είναι πλοκαμός κι η αγάπη σου υδράργυρος

γυναίκα, πείσμα της Ασίας.

Όταν αφήνεις ένα βλέμμα στις κοιλάδες να ωριμάζει

καθώς οι άνεμοι το ταξιδεύουν ώς τα ύψη

νέμεσαι τα κλαδιά και χύνεις δηλητήρια μες στο φεγγάρι.

Μόνη σα φόνος κατοικείς τη συνείδηση

συνωμοτώντας αντίκρυ στις θεότητες των πουλιών

εσύ με τα μαύρα ποταμικά μαλλιά

εσύ πάλι και πάλι με σκοτεινά μάτια.

Λέω στον ήλιο να σταθεί χωρίς την αγαθότητα

σχίζοντας το μεγάλο χρώμα του όνειρου

στον ήλιο να σε πολεμήσει με βοερό θειάφι

και να γκρεμίσει όλη τη θύμηση που με παιδεύει.

Να οι καιροί στα βήματά σου μ’ έφεραν

οι φυτικοί δεινόσαυροι τα ουράνια πλάτη

μια δέσμη χαλαρή του αίματος έτοιμη να σκορπίσει

τότε που φώναζα δίχως απόκριση: θέλω να γίνω γαλάζιος.

Ήρθες να μείνεις ώς το θάνατο

με πορφυρές ανταύγειες απ’ τα μέλη

ρώτησα μα δεν έμαθα πού βρήκες το σκοτάδι

σε μυστικά ρυάκια κλειδώνεις τον ήχο σου

μόνη με την εκρηκτική φωνή της σιωπής.

Ήρθες να μείνεις ώς το μακρινό χάραμα

σώματα πέρασες ακόμη ταξιδεύεις.

Εγώ δεν έζησα κι η ομορφιά της Αττικής είν’ όλο το ταξίδι μου.

Σε τόσους καημούς τραγουδώντας

δεν ξέρω τ’ όπλο της λησμονιάς.

 

(Η ΕΛΑΦΟΣ ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ, 1962)

 

ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

Μη με διαβάζετε όταν δεν έχετε

παρακολουθήσει κηδείες αγνώστων

ή έστω μνημόσυνα.

Όταν δεν έχετε

μαντέψει τη δύναμη

που κάνει την αγάπη

εφάμιλλη του θανάτου.

Όταν δεν αμολήσατε αητό την Καθαρή Δευτέρα

χωρίς να τον βασανίζετε

τραβώντας ολοένα το σπάγγο.

Όταν δεν ξέρετε πότε μύριζε τα λουλούδια

ο Νοστράδαμος.

Όταν δεν πήγατε τουλάχιστο μια φορά

στην Αποκαθήλωση.

Όταν δεν ξέρετε κανέναν υπερσυντέλικο.

Αν δεν αγαπάτε τα ζώα

και μάλιστα τις νυφίτσες.

Αν δεν ακούτε τους κεραυνούς ευχάριστα

οπουδήποτε.

Όταν δεν ξέρετε πως ο ωραίος Modigliani

τρεις η ώρα τη νύχτα μεθυσμένος

χτυπούσε βίαια την πόρτα ενός φίλου του

γυρεύοντας τα ποιήματα του Βιγιόν

κι άρχισε να διαβάζει ώρες δυνατό

ενοχλώντας το σύμπαν.

Όταν λέτε τη φύση μητέρα μας και όχι θεία μας.

Όταν δεν πίνετε χαρούμενα το αθώο νεράκι.

Αν δεν καταλάβατε πως η Ανθούσα

είναι μάλλον η εποχή μας.

ΠΡΟΣΟΧΗ

ΧΡΩΜΑΤΑ.

Μη με διαβάζετε

όταν

έχετε

δίκιο.

Μη με διαβάζετε όταν

δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα…

 

Ώρα να πηγαίνω

δεν έχω άλλο στήθος.

 

(ΠΕΝΘΗΜΑΤΑ, 1969)

 

Η ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΗΡΕΜΙΑΣ

 

Πρωί-πρωί ξαστερωμένος απ’ τον ύπνο

– μια δικαίωση.

Στην εκκλησούλα των χωραφιών είν’ απόμακρες

όλες εκείνες οι καταστροφές και πιότερο

οι πολύχρωμες.

Καμιά διεκδίκηση, καμιά δυτική θεραπεία.

Σαν να με προσκάλεσαν οι πεθαμένοι

στις απρόσωπες σημασίες των θάμνων.

Ο θάνατος δεν νοικιάζεται –τό ’μαθα–

κι ο έρωτας φέρνει ψόφο στις ερινύες.

Θυμάμαι τώρα το νόμο να τρέφεται σ’ άλλη έκταση

τα τελευταία μου βήματα, τρία-τέσσερα,

σκεπασμέν’ από πυκνούς αιώνες

κι ο ήλιος να ’ναι πάντα το κέντρο της αποτυχίας

που χύνει σ’ άλλους κόσμους τις πράξεις και τα όνειρα

στους ανθρώπινους οχετούς – έθνη και κράτη.

 

(ΛΕΥΚΟΠΛΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ, 1971)

 

ΤΡΥΦΕΡΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

 

Δεν είναι πάντα το νερό σαν ξόδι και σαν κίνηση;

Δεν είναι μια μακρόσυρτη κηδεία το ποτάμι

κι οι λιτανείες των ήχων ανάμεσα

σε σκονισμένα γιασεμιά και τριαντάφυλλα;

Σου γράφω λοιπόν…

Οι άγγελοι θα γίνουν επιθετικότεροι

κι όλο το Σύμπαν από κάποιο δρόμο φρικαλέο

θα χωρέσει κάποτε σε μια δαχτυλήθρα.

Ό,τι στο στήθος μοιάζει με κειμήλιο

θέλω ναν το πετάξω.

 

(ΧΟΡΤΑΡΙΑΣΜΕΝΑ ΧΑΣΜΑΤΑ, 1974)

 

ΤΟ ΣΤΗΘΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ

 

Τη μοίρα μου την έζησα χαζεύοντας

του τίποτα τη φαλακρή τυραννίδα.

Ιστόρησα τη μοναξιά γοερότερος

και ζάπλουτος απ’ τον αγέρα

μ’ ένα χακί σακίδιο τα λιγοστά μου

τρόφιμα στην πλάτη

χρωματιστούς τρεμάμενους ξαναπατώντας ίσκιους

κι ανασταίνοντας

ωσάν σε ύπνο τρανταχτό του χόρτου μου

τα δύστηνα ονείρατα

στο αίμα μου βαθιά καιόμενος

κι αστράφτοντας αχτημοσύνη

καθώς που ζήλεψα την κάτασπρη χαμέρπεια:

το τάδε ρημολούλουδο

που κείται μες στο ρέμα λιγοθώρητο

ανασαίνοντας απόρρητο τεμπελίκι.

(Κοίτα–: παράγει θάνατο σάμπως νά ’κραζε

πως τα όνειρα, όχι, δεν είν’ άκυρα

ίσα-ίσα είν’ εκείνα που τραγικά ακυρώνουν

(εξάπτοντας) την πραγματικότητα.)

 

(ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΟΜ ΙΛΙΑΣ, 1970)

 

 

 

ΣΤΟΝ ΑΘΩΝΑ

 

Δοσμένος απόλυτα στην έκπαγλη καταιγίδα

γιομάτος ήχος οδοιπορούσα κι ανάπνεα σύμβολα

δίχως να βλέπω πια του κόσμου μας την υδατογραφία

βιώματα ευδιάλυτα κι ο άνθρωπος

πλήρης από έρεβος

ανάμεσα στα τόσα φώτα και την ηλιοσύνη.

Χαιρόμουνα λάμποντας από θαυμάσιο σκοτάδι

στον Άθωνα πυραχτωμένον απ’ την καταιγίδα.

Βρωτός ο θάνατος πετσί και κόκαλο

βαθύτερος αντίκρυ στην αγάπη

κι ο χρόνος ήτανε χαρμόσυνη διάρκεια

βαθύτερος ο κόσμος μέσ’ στα μοναστήρια.

Κ’ εγώ οδοιπορούσα ολομόναχος

αγγίζοντας το εύοσμο κενό για να στηρίζομαι

δίχως ούτε τα βήματα στην ανυφάντρα νύχτα

στοχάζοντας εδώ στον Άθωνα

πως όταν βλέπω στη θανάσιμη Αθήνα

τους σκουπιδιάρηδες να πετούν έρημα

τα σκουπίδια στ’ αβυσσαλέα τους αυτοκίνητα

μούρχεται γοερά να φωνάξω:

Πετάχτε με κι εμένα μέσα.

 

ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ ΜΑΧΑΤΜΑ

 

Ξημέρωνε κ’ ήτανε κ’ οι δυό τους

ασπροντυμένοι.

Κελαηδούσε απ’ όξω ο τόπος. “Τα πουλιά”

ψιθύρισε ο Μαχάτμα.

Ο Λένιν χαμογέλασε καλόκαρδα διορθώνοντας.

“Μυδράλλια”.

 

(ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΉ ΛΗΘΗ, 1982)

 

ΠΑΡΟΥΣΙΑ

 

Μαζί σου επαλήθευσα την καμπύλη

σε γενετήσιες εξάρσεις

με συνένοχη τη γεωμετρία του Σύμπαντος.

Πόδια λαγόνια – σε σωματική επανάσταση.

Για σένα το λυρικό απόγεμα Εύα.

Μαζί σου επαλήθευσα τη Φυσική μου

με χιλιάδες κλειδοκύμβαλα με ανάερα

φλάουτα

ροκανίζοντας ειμαρμένη κι απουσία.

Εύα φρυγική κι απροσφώνητη ευτυχία

του μαύρου

σε συντροφεύω στην αιωνιότητα του εόντος.

(ΕΡΥΘΡΟΓΡΑΦΟΣ, 1988)


Πηγή: https://www.oanagnostis.gr/en-archi-ine-i-piisi/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου