Τ’ αστέρια κρατούν έναν κόσμο δικό τουςστο πέλαγο σέρνουν φωτιές τα καράβιαψυχή μου λυτρώσου απ’ τον κρίκο του σκότουςπικρή φλογισμένη που δέεσαι μ’ ευλάβεια.
Στο πέλαγο σέρνουν φωτιές τα καράβιαη νύχτα στενεύει και στέκει σαν ξένηπικρή φλογισμένη που δέεσαι μ’ ευλάβειαψυχή μου γνωρίζεις ποιός νόμος σε δένει.
Η νύχτα στενεύει και στέκει σαν ξένη
στο μαύρο μετάξι τα φώτα έχουν σβήσειψυχή μου γνωρίζεις ποιός νόμος σε δένεικαι τί θα σου μείνει και τί θα σ’ αφήσει.
Στο μαύρο μετάξι τα φώτα έχουν σβήσειακούγουνται μόνο του χρόνου τα σείστρα·
και τί θα σου μείνει και τί θα σ’ αφήσειαν τύχει κι αστράψει η βουβή πολεμίστρα.
Ακούγουνται μόνο του χρόνου τα σείστραμετάλλινη στήλη στου πόνου την άκρηαν τύχει κι αστράψει η βουβή πολεμίστρα
ούτε όνειρο θά βρεις να δώσει ένα δάκρυ.
Μετάλλινη στήλη στου πόνου την άκρηψηλώνει η στιγμή σα μετέωρο λεπίδιούτε όνειρο θά βρεις να δώσει ένα δάκρυστο πλήθος σου το άυλο που σφίγγει σα φίδι.
Ψηλώνει η στιγμή σα μετέωρο λεπίδισαν τί να προσμένει να πέσει η γαλήνη;στο πλήθος σου το άυλο που σφίγγει σα φίδιδεν είναι ουρανός μηδέ αγγέλου ευφροσύνη.
Σαν τί να προσμένει να πέσει η γαλήνη;
Σ’ ανθρώπους κλειστούς που μετρούν τον καημό τουςδεν είναι ουρανός μηδέ αγγέλου ευφροσύνητ’ αστέρια κρατούν έναν κόσμο δικό τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου