Τους συναντούσα κλείνοντας η μέρα
-Πρόσωπα ζωντανά- καθώς
Έρχονταν απ' το γραφείο ή τη θυρίδα
Μέσ' από γκρίζα σπίτια του δέκατου όγδοου αιώνα.
Περνούσα νεύοντας το κεφάλι
Ή κάποια ανούσια φράση από ευγένεια
Κι άλλοτε χασομερούσα κι έσερνα
Κάποια ανούσια φράση από ευγένεια
Κι έπειτα σκεπτόμουν καμιά
Αστεία ιστορία, κάνα πείραγμα
Για να ευχαριστήσω την παρέα
Γύρω απ' τη φωτιά, στη λέσχη
- Βέβαιος πως τόσο αυτοί όσο κι εγώ
Κατοικούσαμε μια χώρα παρδαλών:
Μ' άλλαξαν τα πάντα, άλλαξαν εντελώς:
Κι η τρομερή ομορφιά γεννήθηκε.
Κι αυτή η γυναίκα: οι μέρες της ξοδεύτηκαν
Σ' αυτό που λέμε καλή θέληση και τίποτα δεν ξέρει
Κι οι νύχτες της σε τσακωμούς και διαφωνίες
Ως που η φωνή της τσίριζε μια κοφτερή λαλιά.
Κι όμως, υπήρχε πιο γλυκιά φωνή απ' τη δική της
Όταν -στα νιάτα και την ομορφιά της-
Έβγαινε με τα κυνηγόσκυλά της;
Κι αυτός - κρατούσε ολόκληρο σχολείο
Κι ανέβηκε στον φτερωτό μας Πήγασο
Κι ο άλλος: -φίλος του και βοηθός-
Πέρασε στην εξουσία του
Στο τέλος, θα γινότανε γνωστός:
Τόσο ευαίσθητη έμοιαζ' η φύση του
Κι ο στοχασμός του εξίσου γενναίος κι ευγενικός.
Kι ο τρίτος -που ονειρεύτηκα-,
Μέθυσος και ματαιόδοξος αγροίκος,
Αδίκησε κατάφωρα εκείνους
Που είχα στην καρδιά κι όμως,
Στο ποίημά μου κι αυτόν τον μνημονεύω.
Kι αυτός από τον ρόλο του
Στην καθ' ημέρα κωμωδία παραιτήθηκε.
Kι αυτός με τη σειρά του άλλαξε,
Μεταμορφώθηκε εντελώς:
Κι η τρομερή ομορφιά γεννήθηκε.
Καρδιές που τρέφουν έναν και μόνο στόχο
Σκληραίνουν πέτρα χειμώνα-καλοκαίρι
Και φράζουν το ποτάμι.
Τ' άλογο που φτάνει από τον δρόμο,
Ο καβαλάρης, και τα πουλιά φτεροκοπούν
Γκρεμούς τα σύννεφα - κι αυτά
Αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη
Μια σκιά το σύννεφο κυλάει με το ποτάμι
Κι αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη
Μια οπλή γλιστράει στην επιφάνεια
Και τ' άλογο ξεχύνεται στα νερά
Δες: βουτάν οι νερόκοτες το κεφάλι,
Τα θηλυκά καλούν τ' αρσενικά -
Ζουν τη μια στιγμή μετά την άλλη:
Κι η πέτρα σκληραίνει καταμεσής στο ποτάμι.
Η επί μακρόν θυσία
Φτιάχνει πέτρα απ' την καρδιά.
Ω, μα πότε θα σημαίνει πως αρκεί;
Αυτό 'ναι μέρισμα των Ουρανών και το δικό μας:
Να ψιθυρίζουμε το 'να όνομα μετά το άλλο -
Πώς η μητέρα προφέρει τ' όνομα του παιδιού της
Μόλις ο ύπνος έλθει
Σε μέλη που έτρεξαν τρελά όλ' την ημέρα.
Τι 'ναι αυτό, αν όχι σούρουπο;
Όχι, όχι, όχι νύχτα, μόνο θάνατος
Τελικά, αποδείχτηκε άχρηστος;
Εφόσον η Αγγλία τηρεί τα πιστεύω της
Παρ' όσα έγιναν κι έχουν λεχθεί.
Γνωρίζουμε τι ονειρεύτηκαν γνωρίζουμε αρκετά
Για να εννοήσουμε τα όνειρα και τον θάνατό τους.
Tι κι αν η απροσμέτρητη, η υπερβολική αγάπη
Τούς άφησε εμβρόντητους μέχρι που πέθαναν;
Θα το πω σε μια στροφή:
Ο Mακ Nτόνα κι ο Mακ Mπράιντ,
Ο Kόνολλυ κι ο Πηρς,
Τώρα και εις τον άπαντα αιώνα,
Κατ' όπου το πράσινο κυριαρχεί,
Αλλάζουν, αλλάζουν εντελώς:
Κι η τρομερή ομορφιά γεννήθηκε.
(Ο Μάικλ Ρόμπαρτς και η Χορεύτρια, 1921)
Μτφρ.: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου