«Μη σε ταράζουν άδικες αμφιβολίες για μένα,
μη στέκεις σαν ερώτημα μπροστά στον έρωτά μου.
Εγώ είμαι πλέον ολόκληρος γεμάτος από σένα
και νιώθω την αγάπη σου βαθιά στα κύτταρά μου…
Με ίδια αγωνία σ’ αναζητούν στις αγρυπνίες μου τώρα
τα χέρια μου, τα μάτια μου, τα χείλη μου, η ψυχή μου.
Κάθε μια μέρα που περνάει, κάθε στιγμή,κάθε ώρα
μου δένει όλο σφιχτότερα μ’ εσέ την ύπαρξή μου.
Αν δεν απλώνω απάνω σου περίπαθα τα χέρια,
τη ντελικατοσύνη σου μην τύχει και λυγίσουν,
τα μάτια μου, όλο ατέλειωτη στοργή κι’ αγάπη πλέρια,
για όσα τα χείλη κρύβουνε τολμούν να σου μιλήσουν.
Κι αν κάπου κάπου η λάμψη των απάντεχα θολώνει,
καθώς σε βλέπω ακίνητη στου μαρτυρίου την κλίνη,
είναι γιατί σα σύννεφο τότε θολό τα ισκιώνει
το φοβερό ενδεχόμενο που απάνω σου βαρύνει.
Ω!.. άσε τα τότε σε βροχή δακρύων ναν το σκορπούνε,
άσε να κλαίω στην τύχη σου τη μαύρη μου ειμαρμένη,
και μη λυπάσαι∙ είν’ εύπιστα τα μάτια που αγαπούνε
κι αν κλαίνε τώρα θα γελούν σε λίγο, αγαπημένη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου