Ὁ ἠθοποιός πού ἔφεραν γιά νά τούς διασκεδάσει
ἀπήγγειλε καί μερικά ἐπιγράμματα ἐκλεκτά.
Ἡ αἴθουσα ἄνοιγε στον κῆπο ἐπάνω
κ’ εἶχεν μιάν ἐλαφρά εὐωδία ἀνθέων
πού ἑνώνονταν μέ τά μυρωδικά
τῶν πέντε ἀρωματισμένων Σιδωνίων νέων.
Διαβάσθηκαν Μελέαγρος, καί Κριναγόρας, καί Ριανός.
Μά σάν ἀπήγγειλεν ὁ ἠθοποιός,
«Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει –»
(τονίζοντας ἴσως ὑπέρ τό δέον
τό «ἀλκήν δ’ εὐδόκιμον», τό «Μαραθώνιον ἄλσος»),
πετάχθηκε εὐθύς ἕνα παιδί ζωηρό,
φανατικό γιά γράμματα καί φώναξε
«Ἆ δέν μ’ ἀρέσει τό τετράστιχον αὐτό.
Ἐκφράσεις τοιούτου εἴδους μοιάζουν κάπως σάν λιποψυχίες.
Δῶσε -κηρύττω- στό ἔργον σου ὅλην τήν δύναμί σου,
ὅλην τήν μέριμνα, καί πάλι τό ἔργον σου θυμήσου
μές στήν δοκιμασίαν, ἤ ὅταν ἡ ὥρα σου πιά γέρνει.
Ἒτσι ἀπό σένα περιμένω κι ἀπαιτῶ.
Κι ὄχι ἀπ’ τόν νοῦ σου ὁλότελα νά βγάλεις
τῆς Τραγωδίας τόν Λόγον τόν λαμπρό –
τί Ἀγαμέμνονα, τί Προμηθέα θαυμαστό,
τί Ὀρέστου, τί Κασσάνδρας παρουσίες,
τί Ἑπτά ἐπί Θήβας – καί γιά μνήμη σου νά βάλεις
μ ό ν ο πού μές στῶν στρατιωτῶν τές τάξεις, τόν σωρό
πολέμησες καί σύ τόν Δᾶτι καί τόν Ἀρταφέρνη.»
[1920]
Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεύθει
μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλα∙
ἀλκήν δ’ ευὐδόκιμον Μαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι
καί βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.
[Αυτό το μνήμα σκεπάζει τον Αισχύλο, το γιο του Ευφορίωνα, Αθηναίο, που πέθανε στη σιτοφόρα Γέλα∙ για την ευδόκιμη ανδρεία του μπορεί να μιλήσει το άλσος του Μαραθώνα και ο Πέρσης με την πυκνή χαίτη, που τη γνώρισε καλά.]
Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη. Τα Ποιήματα, Τ. Β’ 1919 - 1933, Ίκαρος 1963
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου