Το βράδυ που σκοτώσαν τον Λαμπράκη,
γυρνούσα από ένα ραντεβού.
«Τί έγινε;» ρώτησε κάποιος στο λεωφορείο.
Κανείς δεν ήξερε. Είδαμε χωροφύλακες
μα δε διακρίναμε τίποτε άλλο.
Πέρασαν τρία χρόνια. Ξανακύλησα
στην ίδια αδιαφορία για τα πολιτικά.
Όμως το βράδυ εκείνο με ενοχλεί
σα μια ανεπαίσθητη αγκίδα που δε βγαίνει:
άλλοι να πέφτουν χτυπημένοι για ιδανικά,
άλλοι να οργιάζουν με τα τρίκυκλα,
κι εγώ ανέμελος να τρέχω σε τσαΐρια.
από τη συλλογή «Ὁ ἀλλήθωρος» στο Ποιήματα, εκδ. Διαγώνιος, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 107.
γυρνούσα από ένα ραντεβού.
«Τί έγινε;» ρώτησε κάποιος στο λεωφορείο.
Κανείς δεν ήξερε. Είδαμε χωροφύλακες
μα δε διακρίναμε τίποτε άλλο.
Πέρασαν τρία χρόνια. Ξανακύλησα
στην ίδια αδιαφορία για τα πολιτικά.
Όμως το βράδυ εκείνο με ενοχλεί
σα μια ανεπαίσθητη αγκίδα που δε βγαίνει:
άλλοι να πέφτουν χτυπημένοι για ιδανικά,
άλλοι να οργιάζουν με τα τρίκυκλα,
κι εγώ ανέμελος να τρέχω σε τσαΐρια.
από τη συλλογή «Ὁ ἀλλήθωρος» στο Ποιήματα, εκδ. Διαγώνιος, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 107.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου