Το πρωί,
σβούρισμα στο χοντρό αλάτι και στη σόδα,
μια στη ρίμα, μια στη λίμα,
το κούφιο πτηνό
βαλσαμώθηκε στην αμμωνία,
ως βαθειά στις κοιλότητες,
ο χρόνος διόδιο πέρα δώθε το πήγαινε
αλλά το εγχείρημα επέτυχε.
Οι ταριχευτές, στο γερτό αναλόγιο,
διάβαζαν ίαμβους
με βυζαντινά μετρήματα,
ενώ ένας τζουράς μακρυμάνικος,
γουργούριζε στο νερό.
Μ’ ένα ραβδί ένας ένας,
τσάκιζαν τα φτερά στον κάλαμο
κι αν κάποιο τραγουδούσε,
το πνιγαν με πιπέρι•
κανείς δεν πρόσεχε το γέροντα γαμπρό,
που έσερνε - στο διάδρομο - τους ζάλους δίχως νύφη.
Μετά έκοψαν την τούρτα,
σκούπισαν τα πούπουλα,
έπλυναν τα ρετσίνια και την πίσσα
κι απέμειναν κατάκοποι να τον κοιτούν που κατέβαινε αργά στο συγχώριο του,
ευθυτενής,
πάντα άρχοντας,
με το πουλί στην αγκαλιά
κι ένα λευκό κρινάκι στο πέτο._
ΚΛ - 10/2013 - συλλογή ΕΝΥΠΝΙΑ ΤΑ ΜΕΘΕΟΡΤΙΑ - Εκδόσεις Έναστρον - 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου