Μες στη διαφάνεια του πρωινού άνοιξα τα παράθυρά μου
και σ’ είδα απ’ όλα τα σημεία χαρούμενη να κατεβαίνεις
πλαγιά πλαγιά τους ουρανούς, πλαγιά πλαγιά τους λόφους,
σα να ‘ρχεσαι από την αρχή κι απ’ την πηγή του κόσμου.
Κουδούνια και χαμόγελα το φόρεμά σου
που το φιλούν και το γυρίζουν οι αύρες στο γαλάζιο
κι είσαι παντού με μι’ αγκαλιά τριαντάφυλλα που φέγγουν
τις πέτρες χρωματίζοντας γύρω μου όταν βραδιάζει.
Μα όταν νυχτώνει, κλείνοντας τα τέσσερα παράθυρά μου,
ενώ στο σκούρο θαλασσί παίρνουν ν’ ανθίζουν τ’ άστρα,
σμίγω έξω με του σύμπαντος το μέγα φως, το φως σου,
λιώνοντας την εικόνα σου σ’ άχνινα συννεφάκια.
Κι ενώ κάτω απ’ τη στέγη μου γέρνω το μέτωπό μου
κι ακούω σκυμμένος του δικού μου κόσμου τις καμπάνες,
απ’ έξω υπάρχεις εσύ: φως, στερέωμα, ουρανός.
Από τη συλλογή Το βιβλίο της Μαργαρίτας, 1940 και στο: Νικηφόρος Βρεττάκος, Η εκλογή μου, ποιήματα 1933-1991, εκδ. Ποταμός, 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου