Σαν κεφαλή ταριχευμένου λύκου,
Μακάβριο τρόπαιο κυνηγού
Που κάπου ασπρίζουν πια τα κόκαλά του
(Κανείς δεν είναι πάντα τυχερός
Όταν αναμετριέται με τ’ αγρίμια),
Στον τοίχο κρέμεται ο λεκές της υγρασίας,
Δόξα της οικογενειακής ιστορίας μου.
Μα τα δικά μου κόκαλα ανθούν
Καλά θαμμένα κάτω από τα χάχανα
Τόσης, στ’ αλήθεια, καρτερίας κι ευσέβειας
Που έχει κάθε πόνο απελπίσει.
Έξω η σκόνη από την Αφρική
Ταριχεύει πολίτες και μπάτσους.
Κορνάρουν με τα κυνηγετικά τους βούκινα
Κάτι φιλότιμα ασθενοφόρα.
Μες στα μεγάλα, μαύρα τους φτερά
Γιατροί διασχίζουν πάρκα και πλατείες
Κι αφήνουν στον γαλαξία τον γέρικο
Τ’ απόβλητα των χειρουργείων.
Μόνο το αηδόνι που ακόμη θυμάμαι
Ξηλώνει κλαίγοντας το σάβανο
Γύρω από ανθρώπους και λύκους
Και τυφλό από της φωνής του τ’ αρώματα
Φέρνει ως εδώ το φως της νύχτας.
Πηγή: Σε αβαρές φαλτσέτο, εκδόσεις Θράκα, 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου