Εις μνημόσυνον ( (Άι, γαρούφαλλό μου) )
Βγήκαν λάμιες στο ποτάμι
σύννεφο έβαλαν γιορντάνι
κι άντρας ζώνει τ’ άρματά του
πάει ταμένος του θανάτου
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι… γαρούφαλλό μου…
άι… γαρούφαλλό μου…
Άλογο φαρί καβάλα
δράκοι του’στησαν κρεμάλα
μπρος στο μαρμαρένιο αλώνι
στέκει και το πεταλώνει
Ανέμη να γυρίσει
παραμύθι ν’αρχινήσει
μαύρο κρασί να πιούμε
το φεγγάρι έχει μεθύσει
άι…γαρούφαλλό μου…
άι…γαρούφαλλό μου…
και στην άκρη, στο ποτάμι
μια φλογέρα, ένα καλάμι
κάνει τον καημό φλογέρα
το παράπονό του αέρα
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι…γαρούφαλλό μου…
άι…γαρούφαλλό μου…
Ποιος πονεί και ποιος το θέλει
του ανέμου οι Αρχαγγέλοι
του καπνού ‘ναι και τ’ ανέμου
δεν το βάσταξα ποτέ μου
Ανέμη να γυρίσει
παραμύθι ν’αρχινήσει
μαύρο κρασί να πιούμε
το φεγγάρι έχει μεθύσει
άι…γαρούφαλλό μου…
άι…γαρούφαλλό μου…
Του Χάρου ειν το πανηγύρι
το χορό νεκρός να σύρει
τ’ άστρα μες στο παραγάδι
και τον ήλιο στο σημάδι
Και ποιος θα σου κρατήσει
άσπρο στο χορό μαντήλι
μαγιάπριλο του κόσμου
πίκρα περπατάει στα χείλη
άι…γαρούφαλλό μου…
άι…γαρούφαλλό μου…
Ένα πουλί θαλασσινό
Ένα πουλί θαλασσινό λέει σε πουλί βουνίσιο
θέλω ν’ ανέβω στα ψηλά για να σε πολεμήσω.
Δεν πολεμώ σε πέρδικα,τρυγόνα,περιστέρα
μον’ κατεβαίνω κι έρχομαι να σου περάσω βέρα.
Εγώ είμ’ αητός και πέτουμαι στα ζύγια του συννέφου
οχτροί ‘ναι και με χαιρετούν, φίλοι κι ουδέ μου γνέφουν.
Η ανέμη του παραμυθιού πήρε και ξετυλιέται
είναι κρυφή η αγάπη μου και δεν ξομολογιέται.
Ξημερώνει ( Το σύννεφο έφερε βροχή )
Το σύννεφο έφερε βροχή
κι έχουμε μείνει μοναχοί
έγινε η βροχή χαλάζι
δεν πειράζει, δεν πειράζει.
Τι έχει ο φτωχός να φοβηθεί
σπίτι, ουρανός όπου σταθεί
το δισάκι του στον ώμο
για το δρόμο, για το δρόμο.
Άιντε ν’ απλώσουμε πανιά
στ’ όνειρο και στη λησμονιά
δάκρυα η ζωή στεγνώνει
ξημερώνει, ξημερώνει.
Να με θυμάσαι
Στα μάτια παίζει τ’ άστρο της αυγής
ο ήλιος πλένει τ’ όνειρο της γης
πλατύ ποτάμι η αγάπη και βαθύ
κουράστηκε και πάει να κοιμηθεί
Για ποιο ταξίδι κίνησες να πας
να με θυμάσαι και να μ’ αγαπάς
σου κλέβει η ανατολή μικρό φιλί
Στα χείλη καίει πικρό μικρό φιλί
ποιο μακρινό ταξίδι σε καλεί
θα φύγεις ξένε, άσπρα τα πανιά
παραμονεύει η λησμονιά
Για ποιο ταξίδι κίνησες να πας
να με θυμάσαι και να μ’ αγαπάς
σου κλέβει η ανατολή μικρό φιλί
Δεν περισσεύει υπομονή
Πέντε δεκάρες το ψωμί
δεν περισσεύει υπομονή
πίκρα κομπόδεμα κρατώ
το ‘χω στα στήθια φυλαχτό.
Πλέκεις κορδέλα στα μαλλιά
μάγια σου δένουν τη μιλιά
φορώ γαρούφαλο στ’ αυτί
καημός και πώς να σου κρυφτεί.
Βάλε στη γέφυρα φωτιά
και πες στη μάνα σου «έχε γεια»
ο δρόμος φέρνει ανήφορο
διψάν οι βρύσες για νερό.
Κουράστηκες να καρτερείς
φίλε μου αγάντα όσο μπορείς
βάθυνε γύρω η σκοτεινιά
χαθήκαμε στην ερημιά.
Έλα φίλε
Σκουριασμένο γιαταγάνι στα ‘κονίσματα
και του γάμου το στεφάνι μπαίνει σταυρωτά,
σταυρωμένα παραμύθια καταχείμωνο
πάγος και χιονιάς στα στήθια γράψε αλοίμονο.
Αχ και να ‘μαι το κρασί σου να ταξίδευα
αγριόριζα απ’ τη γη σου να σε φίλευα,
έλα φίλε κλείσ’ την πόρτα της παράδεισος
να την πνίξουνε τα χόρτα κι ο βαρύς κισσός.
Θύμησέ μου να απαγκιάσω να ξεκουραστώ
του καλόγερου το ράσο τώρα ξέσχιστο
με βαραίνει η καταδίκη εφτασφράγιστη
τ’ άνεργο σπαθί στη θήκη άλλος να ζωστεί.
Χάθηκε το φεγγάρι
Του ήλιου σβήστηκε το φως
εχάθη το φεγγάρι
και πάει το παλικάρι
καημός και πόθος μου κρυφός
Πέτρα την πέτρα περπατώ
το αίμα του ανασαίνω
και πια δεν περιμένω
που σκότωσαν ‘τόν π’ αγαπώ
Καημός και πόθος μου κρυφός
η νύκτα τον τυλίγει
και την φωνή μου πνίγει
ο πόνος μου ‘γινε αδελφός
Πέτρα την πέτρα περπατώ
το αίμα του ανασαίνω
και πια δεν περιμένω
που σκότωσαν ‘τόν π’ αγαπώ
Ήρθε να μ’ εύρει την αυγή
ήρθε να με φιλήσει
ήρθε για να γεμίσει
γαρύφαλλα κι αστέρια η γη
Πέτρα την πέτρα περπατώ,
φέγγει και ξημερώνει
Γλυκό πουλί τ’ αηδόνι
τραγούδα μου τον π’ αγαπώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου