Καρπός σαρκός και λούζεται σε κάποια φρέσκια στέρνα
(γαλάζιο μες σε κήπους ριγηλούς) αλλά έξω απ’ το νερό
αυτόνομη μια κεφαλή απ’ τα σφιχτά της στέρνα
αστράφτει ολόχρυση σαν προτομή, σημείο θανατερό.
Το κάλλος εκκολάπτεται στο ρόδο και στ’ αγκάθι!
Από καθρέφτη εβγήκε, και της στάζουν τα κοσμήματα
αλλόκοτες φωτιές σπασμένες, και μι’ αγκάλη με άνθη
τ’ αφτάκι τής τσιγκλίζει με ό,τι λεν γυμνά τα κύματα.
Αόριστο ένα μπράτσο πνίγηκε στο διάφανο μη ον,
σαν πήγε μι’ άνθινη σκιά να δρέψει, πλην ματαίως –
κοιμάται, κυματίζει τώρα στο κενό των ηδονών·
και τ’ άλλο καμπυλώνεται σαν ουρανός ωραίος
στην πλούσια κόμη της και υγραίνεται στο ύψος του ώμου
πιασμένο στη χρυσότρελη πορεία ενός εντόμου.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου