Ἀνοίχτηκαν μᾶλλον τὰ χαρέμια
αὐτὸ τὸ ἔτος τῶν σωτηρίων ἐτῶν
καὶ πήδηξε τὸ σὲξ ἀπ᾽ τὰ παράθυρα,
ἀπὸ τὰ ὑπουργεῖα καὶ τὶς πόρτες,
καὶ εἴδαμε νὰ ξεμυτίζουνε τὰ στήθη
μὲς στὴν οὐράνια αἰδημοσύνη
ποὺ δείχνουνε οἱ κὰρτ ποστάλ,
ὡσότου πέσαν πάνω στὴ σκηνὴ
τῶν γυναικῶν τὰ φὐλα
κι ἕνα τεράστιο κύμα ἀπὸ γυμνὰ
κουκούλωσε ναοὺς καὶ μητροπόλεις.
Ἦρθε τὸ ἐμπόριο καὶ ἵδρυσε ὕστερα
μὲ βιβλία, περιοδικὰ καὶ ὀθόνες
τὴν ἀχανὴ τοῦ κώλου αὐτοκρατορία,
ὥσπου πλημμύρισαν οἱ πόλεις
μὲ βιομηχανοποιημένο σπέρμα.
Νὰ ξεφύγεις ἦταν δύσκολο νὰ πᾶς
στὴν ἀγάπη ἢ στὶς δουλειές σου,
σὲ κυνηγοῦσαν τ᾽ ἁλυχτίσματα
τοῦ ἀπελευθερωμένου σὲξ
ποὺ εἶχε ἀποτεθεῖ στὰ μαγαζιὰ
γιὰ νὰ τινάζει τὶς μαντατοφόρες στάλες του
ποὺ μὲ μικρὲς ἐφτάναν ὣς ἐσένα ἀγγελίες
ἢ σ᾽ ἀκολούθαγαν στὸν δρόμο
ποτίζοντας καὶ τὰ μικρὰ χωριὰ
ἀπ᾽ τὸ ὑδραγωγεῖο τους τὸ γενετήσιο.
Φαλλὸ-φαλλὸ ἡ λογοτεχνία
τὸν διάβηκε ἐτοῦτον τὸν αἰώνα
κάνοντας χαριτωμένες πιρουέτες
ἢ πνέοντας τὰ λοίσθια,
καὶ τὰ βιβλία ποὺ λεκιάστηκαν
δὲν ἔπεσαν σὲ ἄλλο λάκκο
ἔξω ἀπὸ ἐκεῖνον τῆς ψυχῆς τῆς πληγωμένης.
Τὸ ξέρουμε: πρὶν ἀπ᾽ τοὺς κηπουροὺς
ἦταν ὀμορφότερος ὁ θρασεμένος κῆπος,
μὰ μιὰ περιπλοκάδα μαύρη
τὴ φρικαλέα της ἐπῆγε κι ἐτύλιξε κόμη
στῆς δυστυχίας ἕνα γύρο τὰ βιβλία.
Κι ἔτσι ἡ λευκὴ σελίδα
πού ὅμοια ἦτανε ἡ σελήνη
κατάντησε κληρονομιὰ
μιᾶς θλιβερότατης ἀναισχυντίας.
Καὶ φτάσαμε νὰ μὴν ἔχουμε βιβλία
για νὰ διαβάζουμε, ἀλλὰ τὸ φῶς
καὶ πέντε συλλαβὲς ἡλίου
εἶναι ἤδη μιὰ λέξη γυμνὴ
καὶ τῆς ἁγνότητας ὁ λόγος.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου