Αχώρητος χωράω
μονολογώ τα νερά
τα συλλαβίζω
με ανοίγω λάκκο
πέφτω εντός
ανεβαίνω σ’ εμένα
δε με γνωρίζω
ο Έρως όπου θέλει πνει αλαβάστρινος
ενός φιλιού μύρια έπονται
ενός θανάτου πρόφαση
ο Δρόμος όμως με αρρωσταίνει
όλο φιδάκια η γειτονιά
φλούδες της νιότης
ωστόσο να:
Κάνω την πέτρα μου καρδιά
παλτό τα πένθη
έτσι κι αλλιώς
μισώ τη νοσταλγία παιδιόθεν
–τι βαρετή επίδοση φερέλπιδων απελπισμένων–
στέκω στην άκρη του γκρεμού
βλέποντάς σε να πέφτω
αμηχανία όλος και ηδονή.
Πηγή: Ανακαλυπτήρια, Ενότητα «Πανουργίες της Ιστορίας», 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου