Βουβές ψυχές, θλιμμένες! Και τ’ απόβραδο
προσμένουν το Χριστό μας από πέρα,
ποιός ξέρει; από μακριά. Κι εκείνος έρχεται
μες στο θολό του φθινοπώρου αγέρα.
Με τ' άγιο φως αχνόφεγγο στεφάνι του,
με τα θεϊκά, χαμηλωμένα μάτια·
μόνος. Και τα ξερόφυλλα του στρώνουνε
χρυσά χαλιά στα έρμα μονοπάτια.
Του κάμπου τα στρουθιά και τα πετούμενα,
που στις φωλιές κοπαδιαστά γυρίζουν,
άμα τον δούνε, χαμηλώνουν πρόσχαρα,
χαμοπετούν και τον καλωσορίζουν.
Ανάριο το σκοτάδι, μισοδιάφανο,
μόλις που τον σκεπάζει στην καπνιά του,
και τα γυμνά κλαριά σα χέρια υψώνονται
και δέονται στο άυλο πέρασμά του.
Δέονται σιωπηλά... Κι εκείνος έρχεται
και σκύβει στις ψυχές, που τον προσμένουν.
Σιγά... πονετικά. Κι αργά τα σήμαντρα
πονετικά κι αυτά σιγοσημαίνουν…
Πηγή: https://www.sansimera.gr/anthology/251
© SanSimera.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου