Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022

Robert Frost-Ποιήματα

Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο βράδυ

Ποιανού είναι τα δάση αυτά, θαρρώ πως ξέρω.
Αν κι είναι η κατοικία Του πέρα στο χωριό.
Δεν θέλει να με δει στα δάση του να στέκω
το χιόνι που πυκνώνει να θωρώ.

Παράξενα που τ’ αλογάκι μου θα νοιώθει
να στέκει – δίχως νά ’ναι φάρμα εδώ κοντά –
ανάμεσα απ’ τα δάση και την παγωμένη λίμνη
στου χρόνου την πιο σκοτεινή νυχτιά.

Τα κουδουνάκια από τα χάμουρα τινάζει
μήπως λαθέψαμε σαν να ρωτά.
Μόνο το σάρωμα ακούγεται του ανέμου
κι οι νιφάδες που στρώνονται απαλά.

Ωραία, βαθιά και σκοτεινά τα δάση οπού ’ναι.
Μα έχω υποσχέσεις να εκτελέσω εδώ
κι ωσότου κοιμηθώ έχω να κάμω δρόμο
κι έχω να κάμω δρόμο ωσότου κοιμηθώ.

Μετάφραση: Μελισσάνθη

Σταματώντας στο δάσος ένα χιονισμένο βράδυ

Θαρρώ πως ξέρω τίνος το δάσος είναι αυτό.
Το σπίτι του όμως είναι πιο πέρα, στο χωριό.
Δε θα με δει να σταματώ και να κοιτάζω εδώ
το δάσος του, στρωμένο ως είναι με το χιόνι.

Μα στο μικρό μου τ’ άλογο θα φάνηκε πολύ
παράξενο να σταματά μακριά από κάθε φάρμα,
μπροστά στο δάσος και κοντά στην παγωμένη λίμνη,
απόψε το πιο σκοτεινό του χρόνου βράδυ.

Δίνει στη σέλα μια σπρωξιά, χτυπάνε τα κουδούνια,
για να ρωτήσει, μη τυχόν έγινε κάποιο λάθος.
Κι όξω απ’ αυτό δεν αγροικάς παρά τ’ ανέμου μόνο
τ’ ανάλαφρο το φύσημα και το χνουδάτο χιόνι.

Το δάσο είναι όμορφο πολύ, βαθύ και σκοτεινό.
Μα πρέπει να κρατήσω τις υποσχέσεις μου.
Κι έχω να κάνω μίλια πολλά πριν κοιμηθώ.
Κι έχω να κάνω μίλια πολλά πριν κοιμηθώ.

Μετάφραση: Δημήτρης Οικονομίδης

Μια νύχτα χιονισμένη μες στο δάσος

Ξέρω τίνος είναι αυτά τα δάση
μα στην πόλη εκείνος μένει χρόνια
και δεν θα με δει αν θα σταματήσω
να τα ιδώ καθώς γιομίζουν χιόνια.

Τ’ αλογάκι μου ίσως ξαφνιαστεί:
σταματά κανείς μακριά από φέρμες,
μπρος στην παγωμένη λίμνη αυτή,
μες σε τέτοιες νύχτες μαύρες κι έρμες;

Τ’ άλογό μου τώρα χρεμετίζει
σαν να με ρωτά μην τάχα σφάλλω.
Ο άνεμος το χιόνι στροβιλίζει
– μόνο αυτό είν’ που ακούς και τίποτ’ άλλο.

Σύσκια και βαθιά δάση, είστε ωραία
– το λόγο μου όμως πρέπει να κρατήσω,
και πριν κοιμηθώ πολύ έχω δρόμο
δρόμο έχω πολύ πριν σταματήσω.

Μετάφραση: Φ. Ηλιάδης

Κάνοντας στάση απόβραδο κοντά σε δάση

Τίνος είναι τα δάση αυτά, θαρρώ το ξέρω.
Ωστόσο μένει στο χωριό, κι ενώ το στρώνει
δεν θα το μάθει πως σταμάτησα εδώ πέρα
να δω που σκέπασε τα δάση του το χιόνι.

Στ’ αλογατάκι μου θα μοιάζει ξένο πράμα
που σταματώ καθώς δεν βλέπει γύρω σπίτι
τούτο το πιο σκοταδερό του χρόνου βράδυ
δίπλα σε δάση και μια παγωμένη κοίτη.

Δίνει ένα σείσμα στα κουδούνια της σαγής του
ρωτώντας μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος.
Πέρα απ’ αυτό μόνο το θρόισμα των νυφάδων
κι ο άνεμος θωπευτικός από το βάθος.

Χαριτωμένα, σκοτεινά, πυκνά τα δάση
μα εγώ ’χω ακόμα μίλια εμπρός μου για να φτάσω
κι έχω ένα πλήθος υποσχέσεις να τηρήσω
πριν πέσω για να κοιμηθώ, να ξαποστάσω.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς


Στάση ένα απόβραδο στο δάσος με χιόνια

Θαρρώ το ξέρω τίνος δάσος είν’ αυτό.

Κείνος που το ’χει μένει ωστόσο στο χωριό·

μέσα σε τούτο τον χιονιά δεν θα με δει 

που κοντοστάθηκα εδώ πέρα και κοιτώ.


Το αλογατάκι μου όσο νά ’ναι θ’ απορεί,

δεν έχει χάνι εδώ στο δάσος να σταθεί,

πιο κει της λίμνης κρυσταλλιάσαν τα νερά

κι είν’ της χρονιάς η νύχτ’ αυτή η πιο σκοτεινή.


Τα κουδουνάκια του όλο ανήσυχο χτυπά,

μήπως χαθήκαμε είναι λες και με ρωτά.

Γύρω σιωπή, μόνο ένα θρόισμα απαλό 

κι οι αχνές νιφάδες του χιονιού που πέφτει αργά.


Είναι βαθύ το δάσος, όμορφο, πυκνό,

μα εγώ ’χω λόγο δώσει κι έχω άλλο σκοπό,

μίλια πολλά να κάνω πριν να κοιμηθώ,

μίλια πολλά να κάνω πριν να κοιμηθώ.

Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης

 Άστρα

Πώς συναθροίζονται αναρίθμητα
πάνω από τους σωρούς το χιόνι
που φτάνει ως τα μισά των δέντρων μας
όταν ο αέρας το σαρώνει!

Σάμπως να νοιάζονται τη μοίρα μας
καθώς τραβούμε βήμα βήμα
πάνω στο χιόνι για να φτάσουμε
ως την ανάπαυση, ως το μνήμα.

Κι όμως χωρίς αγάπη ή εχθρότητα
κοιτούν με βλέμμα απόν στο χώρο
σαν μιας θεάς από άσπρο μάρμαρο
χωρίς της όρασης το δώρο.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

 Ανάμεσα στα φυλλοβόλα

Από κει που μας δίναν τη σκιά τους τα φύλλα
όπως κάθε εποχή, νάτα πάλι ένα στρώμα
σε μια μίμηση στρώματος καστανού που ’χει σπάσει
και σαν πέτσινο γάντι ταιριάζει στο χώμα.

Πριν τα φύλλα και πάλι τρυφερά ξεμυτίσουν
και προβάλουν στα δέντρα για να γίνουν μεγάλα
είναι ανάγκη να πέσουν κι άλλα φύτρα ν’ ανέβουν
είναι ανάγκη να λιώσουν για ν’ ανέβουνε τ’ άλλα.

Πρέπει πρώτα λουλούδια στην κοπριά τους να βγούνε
και χορούς εκεί πάνω να στήσουν – αχ όπως
κι αν τα πράματα γίνονται σε κόσμους άλλους
στον δικό μας τον κόσμον αυτός είναι ο τρόπος.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

 Τώρα κλείσ’ τα παράθυρα

Τώρα κλείσ’ τα παράθυρα και κάνε τα λιβάδια να σιωπήσουν:
αν είναι ανάγκη για τα δέντρα, άσ’ τα να πηγαινόρχονται·
πουλί τώρα πια δεν κελαηδεί κι αν κελαηδεί
ας πούμε πως έχασα.

Θα περάσει καιρός πριν φανούν και πάλι οι βάλτοι
θα περάσει καιρός πριν απ’ το πρώτο πουλί:
κλείσε λοιπόν τα παράθυρα να μην ακούς τον άνεμο,
μόνο κοίτα τα πάντα ν’ ανεμοδέρνονται.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

Μια φούχτα χιόνι

Μια φούχτα χιόνι στη γωνία
που θα ’παιρνα αν δεν είχα κρίση
για ένα χαρτί παρασυρμένο
που ’χει από τη βροχή κολλήσει!

Πυκνοπιτσιλισμένη κόλλα,
μοιάζει σαν έντυπη σελίδα
φυλλάδας με παλιές ειδήσεις
που πήρε ο αέρας και δεν είδα.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

 Μεσοκαλοκαιριάτικη τσίχλα

Ζωηρός, οξύς τραγουδιστής – ποιος δεν τον ξέρει;
ένα αυγουστιάτικο πουλί που ξαναδίνει
φωνή στο δάσος μετά τρίμηνη γαλήνη:
λέει πως τα φύλλα όλο γερνούν· το καλοκαίρι
ως προς την άνοιξη για τ’ άνθη πως είναι ό,τι
το ένα προς το δέκα, αφού περάσει η πρώτη
ανθοφορία των κερασιών, κοπάσει η δίνη
από τα πέταλα που πέφτουν, και πως νέα
έρχεται δίνη σε πλατύστρατο κι αλέα
από τα φύλλα τα στεγνά και διψαλέα.
Θα ’ταν σαν τον κοκκινολαίμη ή σαν τον σπίνο
στο λάλημά του αν δεν το πρόδινε μια γνώση
ανθρώπου ή θα ’μενε ίσως άφωνο κι εκείνο.
Όμως με λόγο ανθρώπινο να πει γυρεύει,
θέλοντας στο τραγούδι νόημα να προσδώσει,
τι να το κάνεις κάτι που όλο λιγοστεύει;

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

 Ο φόβος του σπιτιού

Το μάθημά τους το ’χαν μάθει, ήτοι
πάντα τη νύχτα όταν γυρίζαν σπίτι

στην ερημιά, κι ήταν το σπίτι δίχως
φωτιά και φωτισμό, σαν σκέτος τοίχος,

ξεκλείδωναν την πόρτα δίχως βιάση
να δώσουν τον καιρό για να το σκάσει

αν κάποιος ήταν μέσα, όταν σαν νύξη
θ’ άκουγε το κλειδί που πάει ν’ ανοίξει…

Και προτιμώντας τα έξω τα σκοτάδια
από την μέσα σκοτεινιά (την άδεια;)

μάθαν ν’ αφήνουν διάπλατη τη θύρα
ώσπου να βρούν ν’ ανάψουν τον λαμπτήρα.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

 Αποσπασματικό γαλάζιο

Γιατί, έτσι αποσπασματικό το γαλανό
τόσο μας συγκινεί σ’ ένα άνθος στο λιβάδι,
ένα πουλί, τα δυο της μάτια, ένα πετράδι,
ενώ προσφέρεται άπλετο στον ουρανό;

Αφού δεν είναι ουρανός (ακόμα) η γη,
αν και για μερικούς σοφούς έχει ήδη γίνει,
κι είναι ο ουρανός ψηλά, τόσο μακριά από κείνη,
ο πόθος μας γι’ αυτόν σ’ αυτά μας οδηγεί.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

Ένα ασήμαντο πουλί

Ευχόμουν κείνο το πουλί να πάει πιο πέρα·
να μη λαλεί μπροστά στο σπίτι μου ολημέρα.

Νοιώθοντας την υπομονή μου όλο πιο λίγη
χτύπησα τέλος τις παλάμες για να φύγει.

Μα τέτοιο πράμα εγώ να κάνω, τέτοιο πράμα!
Έφταιγε αυτό για τη φωνητική του γκάμα;

Σίγουρα κατιτί δεν πάει καλά μ’ εμένα
να διώχνω κάποιον που σφυρίζει ευτυχισμένα…

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς

Ο πάγος κι η φωτια

Για τον Άρη Μπερλή

Ο κόσμος πέπρωται να λήξει στη φωτιά,
λένε πολλοί. Κι άλλοι: στον πάγο. Προσωπικά,
αφότου μ’ άγγιξε του έρωτα ο καημός
κλίνω εκ πείρας προς την λύση του πυρός.
Αν ήταν πάντως η Συντέλεια διπλή,
θαρρώ ότι κάπως ξέρω και από μίσος
ώστε να πω πως για τον όλεθρο ίσως
κι ο πάγος είναι μέσο εφάμιλλο, και αρκεί.

Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης

 Ο δρόμος που δεν πήρα

Στο δάσος διακλαδίζονταν δυο δρόμοι
κι αφού τους δυο να πάρω δεν μπορούσα,
και όντας εγώ ένας, με μια γνώμη,
τον έναν τους κοιτούσα ως ακόμη
εκεί που έστριβε κι αργοπορούσα.

Μα διάλεξα τον δεύτερον και πήρα,
θαρρώντας για προτέρημά του μάλλον
την όψη την τραχειά του και την πείρα
που ήθελε να τον διαβείς μα η φύρα
ανάλογη, σε τούτον και στον άλλον.

Κι οι δυο τους το πρωΐ εκείνο ομοίως
με φύλλα φρέσκα ήταν σκεπασμένοι.
Τον πρώτον γι’ άλλοτε άφησα αισίως,
μα ξέρω πως γυρίζουμε σπανίως
στο ίδιο το σημείο και θα μένει.

Στενάζοντας στο μέλλον θα το λέω,
του χρόνου σαν επέλθει και η φθορά:
δυο δρόμοι χώριζαν στο δάσος, φταίω
που πήρα – για πολλούς – τον μη ευκταίο
μα αυτό είναι που έκανε τη διαφορά.

Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη


Πηγές:

https://thepoetoftheuniverse.wordpress.com/2013/01/29/%CF%81%CE%BF%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CF%84-%CF%86%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%84/

 ://thepoetoftheuniverse.wordpress.com/2013/01/29/ρομπερτ-φροστ/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου