Μια γλώσσα δεν αποτελείται μονάχα από λέξεις. Μαζί με τις λέξεις υπάρχουν οι εκφράσεις, τα ρητά, οι παροιμίες. Αν η γλώσσα αποτελούνταν μονάχα από λέξεις, η μετάφραση θα ήταν εύκολη δουλειά. Η δυσκολία είναι στην απόδοση των εκφράσεων, των ρητών, των παροιμιών. Λόγου χάρη, ο τίτλος του βιβλίου μου Έτσι ήρθαν τα πράγματα, μα έτσι δεν θα πάνε στάθηκε αδύνατο να μεταφραστεί στα αγγλικά. Αυτός είναι λόγος που κυκλοφόρησε στην Αμερική με τον τίτλο Istanbul Boy. Στη Γερμανία βάλανε τον τίτλο So geht nicht weiter. Το ίδιο πρόβλημα είχαν και στην Τσεχοσλοβακία. Νομίζω πως σε καμιά γλώσσα δεν θα βρεθεί ακριβώς ο αντίστοιχος τίτλος. Εγώ δεν ξέρω ελληνικά. Μα είμαι σίγουρος πως ο τίτλος του βιβλίου μου θα αποδοθεί στα ελληνικά ακριβώς. Γιατί είμαι σίγουρος ; Γιατί δεν ξέρω ελληνικά, μα ξέρω τον Έλληνα. Οι Τούρκοι κι οι Έλληνες επί αιώνες ζήσανε μαζί. Έτσι ο κάθε Έλληνας είναι και λίγο Τούρκος κι ο κάθε Τούρκος είναι και λίγο Έλληνας. Δύο λαούς, που βρίσκονται τόσο κοντά ο ένας στον άλλο, είναι δύσκολο να τους χωρίσεις. Αυτός είναι λοιπόν ο λόγος που με κάνει να πιστεύω ότι ο τίτλος του βιβλίου μου θα μεταφραστεί σωστά. Ο Έλληνας πήρε εκφράσεις από τον Τούρκο, ο Τούρκος παροιμίες από τον Έλληνα. Και τις κάνανε κτήμα τους. Κι ενώ οι ρίζες της τούρκικης και της ελληνικής γλώσσας είναι εντελώς διαφορετικές, η κοινή ζωή τόσων αιώνων έκανε να ‘χουν μεγάλες ομοιότητες οι γλώσσες μας, τα τραγούδια μας, οι χοροί μας, οι χαρακτήρες μας, οι μορφές μας, κι ακόμη οι πονηριές κι οι κουταμάρες μας, οι καλοσύνες κι οι κακίες μας, οι ομορφιές κι οι ασχήμιες μας. Όλα μας μοιάζουνε.
Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό που δείχνει πόσο δύσκολο και μάλιστα αδύνατο είναι να μας χωρίσουν. Εγώ ζω στο “Βακούφι Νεσίν” που βρίσκεται στην περιοχή της Τσατάλτζας, στην Πόλη. Το βακούφι αυτό το ίδρυσα με σκοπό να συντηρήσω και να σπουδάσω ορφανά παιδιά. Στην περιοχή της Τσατάλτζας παλαιότερα ζούσαν πολλοί Ρωμιοί. Μετά τον Απελευθερωτικό μας Πόλεμο και σύμφωνα με τη συνθήκη που υπογράψανε ο Μουσταφά Κεμάλ κι ο Βενιζέλος, οι Ρωμιοί της Τσατάλτζας πήγανε στην Ελλάδα και Τούρκοι από τη Θεσσαλονίκη ήρθαν εδώ. Οι άνθρωποι, σαν αλλάξουν τόπο, δεν μπορούν ν’ αλλάξουν αμέσως κι οι ίδιοι. Οι Ρωμιοί της περιοχής Τσατάλτζας φύγανε από τον τόπο τους, αφήνοντας εδώ λίγο ρωμαίικο και πήγανε στην Ελλάδα κάτι το τούρκικο. Το ίδιο κι οι Τούρκοι που ήρθαν από την Ελλάδα αφήσανε κάτι το τούρκικο εκεί και φέρανε μαζί τους κάτι το ελληνικό. Κάποιες περιοχές της Τσατάλτζας κρατήσανε τις ελληνικές ονομασίες τους για ανάμνηση. Δυστυχώς, τις ελληνικές αυτές ονομασίες δεν τις αφήσαμε. Πώς ήταν δυνατό να υπάρχουν στην Τουρκία, λέει, περιοχές με ελληνικές ονομασίες! (Ποιος ξέρει πόσοι “στραβοκέφαλοι” σαν τους δικούς μας να υπάρχουν και στην Ελλάδα!). Τις ελληνικές ονομασίες των περιοχών αυτών τις αλλάξαμε, τις κάναμε τουρκικές. Λόγου χάρη την περιοχή “Podima” της Μαύρης Θάλασσας την αλλάξαμε την κάναμε τουρκική, την ονομάσαμε “Γιαλίκιοϊ” κι ησυχάσαμε. Μα δεν ξέραμε ότι η λέξη “Γιαλί” ήταν ελληνική κι όχι τουρκική. Τι ιλαροτραγωδία!
Είναι βλέπετε αδύνατο ο Τούρκος ν’ απαλλαγεί από τον Έλληνα κι ο Έλληνας από τον Τούρκο. Κι εξάλλου ποιος ο λόγος ν’ απαλλαγεί ο ένας από τον άλλο; Οι δυο λαοί μας δεν έχουν κανένα παράπονο από το σίμωμα, το κοντοζύγωμα αυτό. Κάθε άλλο...
Να γιατί πιστεύω πως ο τίτλος του βιβλίου μου μπορεί ν’ αποδοθεί στα ελληνικά.
Ο τίτλος του βιβλίου μου Έτσι ήρθαν τα πράγματα, μα έτσι δε θα πάνε είναι το αντίθετο μιας παροιμίας. Λέγοντας “Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε” εννοούμε ότι η σαπίλα το κακό, το λάθος, η αδικία, η ασχήμια, το παράνομο κι η κάθε είδους χωριατιά θα κρατήσουν για πάντα, ποτέ δεν θ’ αλλάξουν. Μ’ άλλα λόγια, εκφράζει τον απαυδησμό, το αποκάμωμα, την απόγνωση, την απαισιοδοξία: “Παράτα τα... Άδικα κοπιάζεις, τίποτα δεν μπορεί να σιάξει. Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε!”.
Μέσα στις πολλές τούρκικες παροιμίες υπάρχουν και άλλες που δείχνουν την απαισιοδοξία. Λόγου χάρη λέμε: “Κάθε πρόβατο κρεμιέται από το πόδι του”, “Το φίδι που δε με βλάπτει να ζήσει χίλια χρόνια!”, “Δεν παλιώνουν τα χείλη σου φιλώντας πόδια!”.
Ένα από τα βασικά καθήκοντα των πνευματικών ανθρώπων είναι ν’ αλλάξουν προς το καλό, προς το ωραίο, πρώτα-πρώτα τους ίδιους τους εαυτούς τους, κατόπι τον περίγυρό τους, την κοινωνία τους, τον κόσμο. Κι εγώ, ρίχνοντας σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή μου, θέλησα ν’ αλλάξω την απαισιοδοξία του “Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε” και να το κάνω “Έτσι ήρθαν, έτσι δε θα πάνε”.
Η απαισιοδοξία του “Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε” άλλαξε; Έγινε άραγε αισιοδοξία για να λέμε “Έτσι ήρθαν, έτσι δε θα πάνε”; Θα θέλετε βέβαια να σας απαντήσω. Είμαι εβδομήντα τριώ χρονώ, εδώ και μισό αιώνα ζω με την ελπίδα ότι η απελπισία του “Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε” θα μας οδηγήσει στον αγώνα για την πραγματοποίηση του “Έτσι ήρθαν, μα έτσι δε θα πάνε”.
Αγαπητοί μου Έλληνες αναγνώστες, πλησιάστε, κάτι θα σας πω στ’ αυτί: Δυστυχώς, τόσο στην Τουρκία όσο και στην Ελλάδα εξακολουθεί να ισχύει η αρχή του “Έτσι ήρθαν, έτσι θα πάνε”. Αμάν, αυτό μεταξύ μας. Δεν πρέπει να το λέμε, γιατί θα οδηγήσουμε τους ανθρώπους μας στην απαισιοδοξία και την απελπισία...
Καλά, τίποτα δεν άλλαξε; Έτσι ήρθαν τα πράγματα, έτσι πηγαίνουν; Όχι κάποιες αλλαγές έχουν γίνει βέβαια και συνεχίζουν να γίνονται. Μα είναι τόσο ασήμαντες και τόσο επιφανειακές...Οι κακές συνθήκες της κοινωνίας μας εξακολουθούν να μένουν οι ίδιες. Μα τούτο δε σημαίνει ότι η κατάσταση αυτή θα διαιωνιστεί. Θέλουμε να πιστεύουμε πως οι άνθρωποί μας σ’ ένα πολύ κοντινό μέλλον θα είναι σε θέση να λένε “δε θα πάνε πια έτσι”.
Αγαπητοί μου Έλληνες αναγνώστες, παρακαλώ να μου επιτρέψετε να υπογράψω τον πρόλογό μου αυτόν σαν πρωτοπόρος του “Συνδέσμου Τουρκοελληνικής Φιλίας” και ιδρυτικό μέλος της.
Σας αγκαλιάζω με αγάπη και σεβασμό και σας εύχομαι κάθε καλό.
Αζίζ Νεσίν, Έτσι ήρθαν τα πράγματα, μα έτσι δε θα πάνε, Μετάφραση: Παναγιώτης Αμπατζής, Θεμέλιο 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου