Νουθεσίες σε κάποιον άνθρωπο ξεχωριστό
Φυλάξου απ’ την εξουσία,
η ισχύς της μπορεί να σου ανοίξει το λάκκο,
χιόνι, χιόνι, χιόνι, σου ακινητοποιεί το βουνό.
Φυλάξου απ’ το μίσος,
μπορεί το στόμα του ν’ ανοίξει και να σε εκτινάξει
να φας το πόδι σου, λεπρός της μιας στιγμής.
Φυλάξου απ’ τους φίλους,
γιατί σαν τους προδώσεις,
όπως και θα κάνεις,
θα θάψουν το κεφάλι τους στην τουαλέτα
και θα χαθούν τραβώντας το καζανάκι.
Φυλάξου απ’ το πνεύμα,
γιατί ξέρει τόσα που δεν ξέρει τίποτα
και σε αφήνει ανάποδο εκκρεμές,
εκστομίζοντας γνώση, ενόσω η καρδιά σου
καταρρέει απ’ το στόμα σου.
Φυλάξου απ’ τα παιχνίδια, το κομμάτι του ηθοποιού,
το λόγο που σχεδιάζεται, μαθαίνεται, δίδεται,
καθώς θα σε δώσουν
και θα στέκεσαι σαν απογυμνωμένο αγοράκι
που κατουρά το ίδιο του το παιδικό κρεβάτι.
Φυλάξου απ’ την αγάπη
(εκτός κι αν είναι αληθινή,
και κάθε σημείο του σώματός σου λέει ναι, και τα δάχτυλα ακόμη),
θα σε τυλίξει σαν μούμια,
και η κραυγή σου δεν θα εισακουστεί
και από τα ζωτικά σου όργανα δεν θα λειτουργεί κανένα.
Αγάπη; Κάνε την άντρα. Κάνε τη γυναίκα.
Πρέπει να είναι ένα κύμα μες στο οποίο να θες να γλιστρήσεις,
στο οποίο θα δώσεις το σώμα σου, στο οποίο το γέλιο σου θα δώσεις,
δώσε, σαν η χαλικώδης άμμος σε παρασύρει,
τα δάκρυά σου στη γη. Το να αγαπάς κάποιον είναι κάτι
σαν προσευχή που δεν τη σχεδιάζεις, απλώς πέφτεις
στην αγκαλιά της, αφού η πίστη σου τη δυσπιστία σου ξεκάνει.
Άνθρωπε ξεχωριστέ,
αν ήμουν στη θέση σου, σημασία δεν θα ‘δινα
στις νουθεσίες μου,
μισές φτιαγμένες από δικές σου λέξεις
και κομματάκι δικές μου.
Μια σύμπραξη.
Δεν πιστεύω λέξη απ’ όσα είπα,
αν εξαιρέσεις μερικές, αν εξαιρέσεις ότι σε σκέφτομαι σαν κάποιο νέο δέντρο
με κολλημένα τα φύλλα του επάνω, και ξέρω πως θα ριζώσεις
ώστε η αληθινή πρασινάδα να φανεί.
Αφέσου. Αφέσου.
Ω, άνθρωπε ξεχωριστέ,
φύλλα εν δυνάμει,
αυτή η γραφομηχανή στο διάβα της προς αυτά σε βρίσκει καλό,
μα θέλει κρυστάλλινα ποτήρια να διαλύσει
ως ένδειξη τιμής,
για σένα,
όταν ο σκοτεινός φλοιός ξεπεταχτεί
και θα αεροπορείς ανάλαφρα
σαν ένα φουσκωμένο μπαλόνι.
24 Μαρτίου 1974
(δημοσιευμένο μετά θάνατον – το πρώτο της συλλογής)
Ερωτικό γράμμα γραμμένο μέσα σ’ ένα φλεγόμενο κτίριο
Αγαπημένε μου Φόξυ,
Είμαι μέσα σ’ ένα ξύλινο καφάσι,
το καφάσι που ήταν κάποτε δικό μας,
γεμάτο άσπρα πουκάμισα και σαλατικά,
το ψυγείο χτυπά με τ’ απολαυστικά μας χτυπήματα,
και φόρεσα ταινίες στα μάτια μου,
και συ φορούσες αυγά στην τρύπα σου,
και κυλιστήκαμε στα πατώματα, στα πατώματα, στα πατώματα
όλη μέρα, ακόμη και στο μπάνιο σαν σεληνιασμένοι.
Μα σήμερα έβαλα φωτιά στο κρεβάτι
κι ο καπνός πνίγει το δωμάτιο,
αρχίζει και γίνεται αρκετή ζέστη εδώ μέσα ώστε να λιώσουν οι τοίχοι,
και το ψυγείο, ένα γλιτσιασμένο άσπρο δόντι.
Φορώ μια μάσκα για να γράψω τις τελευταίες μου λέξεις,
κι είναι μόνον για σένα, και θα τις βάλω
στο ψυγείο φυλάγοντάς τες για τη βότκα και τις ντομάτες,
κι ίσως να κρατήσουν έτσι.
Η σκύλα όμως όχι. Τα στίγματά της θα λιγοστέψουν.
Τα παλιά γράμματα θα λιώσουν μέσα σε μια μαύρη μέλισσα.
Τα νυχτικά ήδη κομματιάζονται
χάρτινα θαρρείς, το κίτρινο, το κόκκινο, το μοβ.
Το κρεβάτι -εδώ που τα λέμε, τα σεντόνια έχουν γίνει χρυσαφένια-
βαρύ, βαρύ χρυσάφι, και το στρώμα
φιλιέται μες σε μια πέτρα.
Όσο για μένα, αγαπημένε μου Φόξυ,
τα ποιήματά μου για σένα μπορεί, μπορεί και όχι, να φτάσουν το ψυγείο
και τη φερέλπιδα αιωνιότητά του,
για σένα αυτό δεν φτάνει;
Αυτό όπου ονοματίζεις
τ’ όνομά μου ακριβώς έξω δίπλα στη θέση του παραλήπτη;
Αν τα δάχτυλα των ποδιών μου δεν ήταν σαν αρπακτικού
θα ‘λεγα όλη την ιστορία –
όχι μόνον την ιστορία για τα σεντόνια
αλλά την ιστορία για τον αφαλό,
την ιστορία με τα βλέφαρα που ήταν δύσκολο ν’ ανοίξουν,
την ιστορία της-πικρής-απ’-το-ουίσκι-θηλής –
και θα φτυάριζα την αγάπη μας πίσω εκεί όπου ανήκε.
Παρ’ όλα τα γάντια μου από αμίαντο,
ο βήχας με πνίγει μ’ απελπισία,
και μια κόκκινη σκόνη κυλά μέσ’ απ’ τις φλέβες μου,
το μικρό μας σκελετωμένο σπίτι συντρίβεται τόσο ανοιχτά
και χωρίς να το θέλει, βλέπεις,
σημαίνει μια μοναχική πράξη,
την αποτέφρωση μιας αγάπης,
αλλά αντίθετα μοιάζουμε να καταρρέουμε
ακριβώς στη μέση του Ρωσικού δρόμου,
οι φλόγες κάνουν τον ήχο τού
αλόγου που το χτυπάς και το χτυπάς,
το μαστίγιο λατρεύει τον ανθρώπινό του θρίαμβο
την ώρα που οι μύγες περιμένουν, τίναγμα το τίναγμα,
ακριβώς κατευθείαν απ’ την εταιρεία United Fruit.
Μετάφραση: Ευτυχία Παναγιώτου
27 Σεπτεμβρίου 1974
(δημοσιευμένο μετά θάνατον – το τελευταίο της συλλογής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου