Δεν είχα κιμωλία να σχεδιάσω την ψυχή μου
με άλφιτα σημείωσα γραμμές και σχήματα μιας μοίρας
μα πέσαν τα πουλιά και τα 'φαγαν και σβήσαν
Μη με ρωτάς μετά πώς έχτισα το αδιέξοδό μου
και πώς πορεύτηκα και πού πλανήθηκα στους ίδιους μου
τους δρόμους
πόσες φορές σκόνταψα πάνω μου
με το κεφάλι στην καρδιά μπηγμένο
Ψυχόπολη
με τα θαμμένα ποτάμια και τα γκρεμισμένα κάστρα
με τις πλατείες που αλλάζουν σχήμα σαν τον κόκκινο λεκέ στη μπλούζα
ψυχόπολη με τα στοιχειά με τις πυρές και τις αγχόνες
με το κλάμα που δαγκώνει τα μάνταλα στις πόρτες
γειτονιές επιτάφιοι με πόρνες ημερομηνίες στα παράθυρα
υπόγειοι σταθμοί με ερινύες κοπέλες
που τα χείλη τους έγιναν θρόισμα ξερόφυλλων εφημερίδων
νόμοι συνθήματα πραιτόρια φυλακές
νεκρόκηποι νεκρόκηποι νεκρόκηποι
Ανεξερεύνητο έγκλημα
εδώ περιπλανήθηκα
ανάμεσα στο φονιά και στους μελλοντικούς φονιάδες
φορώντας κατάσαρκα το μαύρο δίκιο μου
φτάνοντας από αγωνία σε αγωνία κι ως την υπέρτατη αγωνία του λογικού
με τη χειρωναξία του πνεύματος πασχίζοντας να ξαναβρώ
το αρχέτυπο σβησμένο σχέδιο
ώσπου με ξέκανε σε βρόμικα σοκάκια το τραγούδι...
μη ελπίσεις παρ' εμού ούτε στίχους ούτε άλλο τι∙
μόνον δια της λύπης είμαι εισέτι ποιητής
Βύρων Λεοντάρης (1932-2014), Μόνον δια της λύπης…, Αθήνα, εκδ. Σημειώσεις, 1976
(επανέκδοση: Αθήνα, εκδ. Έρασμος, 2006).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου