Κυριακή 11 Αυγούστου 2019

Ανδρέας Καμπάς-Τρία Ποιήματα


                                                   Απορία
Όταν άφησες τα καστανά μαλλιά σου
να λυθούνε ώς κάτω στους γοφούς,
όταν έγδυσες το κορμί σουαπό τα περιττά
και κείνο πέταξε ουράνιο τόξο
γύρω στις ρώγες του στήθους σου
και γέμισ' άσπρα τριαντάφυλλα
όλο το κορμί σου
και το λεπτό το διάφανο το πρόσωπό σου
κ' ήρθες και στάθηκες μπροστά μου
μ' εκείνο το αφάνταστο το φως μέσα στα μάτια σου
και μ' ένα θρίαμβο για την ασύλληπτη ομορφιά σου,
λυπήθηκα μόνο,
πως δεν είχαμε καθρέφτη
μέσα στο πληχτικό δωμάτιο
για να καρφωθεί βαθιά μέσ' τον υδράργυρο
η εικόνα σου,
έστω και παροδικά,
κάπου ν' αποτυπωθεί
αυτή η ύπαρξή σου
αυτή ή προσφορά...
για νάχει μαρτυριάτικα η μνήμη μου
και πάντα να χαίρεται
πως γνώρισε
τα πιο δροσερά
τα πιο αγνά
τα πιο πλούσια
νερά του κόσμου.

Τώρα τα θυμάμαι αυτά τ' απογεύματα
τα μοναδικά.
Τα θυμάμαι κι αναρωτιέμαι
Αν, αυτά μαζί με τις νύχτες
και τα ξημερώματα,
τους κήπους και τα όνειρα,
τα μπάνια στη θάλασσα,
τις φιλοδοξίες και τις αποτυχίες,
αν θα τα πάρουμε μαζί μας

Ή αν σαν το χρώμα
θα τ' αφίσουμε πίσω μας
σ' άλλα χέρια
γι' άλλη κατάνυξη
γι' άλλο σκοπό
τέλεια ξένο με την αρχική τους σημασία.


       Θα μου μιλήσει                                       

Το ξέρω
πως τώρα που θα 'ρθει η άνοιξη
θα μου μιλήσει.
Θα μου πει για τ` ανοικτά πανιά
πάνω στις γαλάζιες θάλασσες
που τρέχουνε και σμίγουνε με τα όνειρα
Θα μου πει για τα δελφίνια
που ρυθμικά αργοφαίνονται
στο βάθος του ορίζοντα
σαν ασυνάρτητες γλυκιές ελπίδες
Θα μου πει για τα πολλά χρωματιστά
λουλούδια της
που θα ξαναπνίξουνε τους κάμπους
σαν τα χαρούμενα φιλιά.
Θα μου πει για τις νέες καρδιές
που θα φουσκώσουν πάλι
όλο χαρά και έξαψη.
Θα 'ρθει και πάλι η άνοιξη
και σαν διάπλατη σημαία
θα κυματίσει στον αέρα
θριαμβευτικά.
Το ξέρω, το ξέρω πως θα μου μιλήσει,
και πως θα θέλει να μου πει
κάτι πιο ουσιαστικό
κάτι πιο μεγάλο
Μα δεν ξέρω την γλώσσα της
δεν την καταλαβα
και τυραννιέμαι.

                                         Eπιθεώρηση πνευματικής καλλιέργειας ' Καινούργια Εποχή ', 1958


                                           2 Εποχές / Saisons

Βαθειά μέσα στα μάτια σου

εκεί που σβύνεται η μοίρα μου

κοντά στον πρώτο πόθο τον παρθενικό

εκεί που δεν ακούγεται μήτ’ ο σφυγμός της γης

(αντίκρυσα τα χείλη τα δακρυσμένα)

Και δίψασα για μια φωνή.



Λίγο πιο πάνω απ’ τους βράχους

μέσα στα σκοίνα, πεσμένοι στα πρινάρια

ήπιαμε τον αέρα το γαλάζιο

ήπιαμε την ανάμνηση

κι ύστερα ήπιαμε το πικρό νερό

που ’μοιαζε με τη γεύσι απ’ τα φιλιά, που είδαμε



με το μαντήλι που κουνιότανε

πίσ’ απ’ τα δέντρα και τους στύλους

με τη φωνή του αιχμαλώτου

που έσκαβε την άσφαλτο μέρες και μέρες



Ύστερα βγήκαμε να ψηλαφήσουμε την πόλη

που ’ταν σα παραμύθι άγνωστο

μ’ αυτές τις συνοικίες τις περίεργες

και με τους μιναρέδες τους λυπητερούς

βγήκαμε μαζί αλλά συ χάθηκες

μαζί με τις ματιές των φίλων

που πήγανε στη ζέστη

χάθηκες μαζί με τις πληγές τους

κι έμεινα μόνος.



Στο πάρκο είχε αίματα

πίσω απ’ τις γρίλιες είχε δάκρυα.



Ήμουνα τόσο μόνος.

(1943;)

                                                     Ανδρέας Καμπάς, 1919-65

                                                 Πηγή: http://www.cocosse-journal.org/2016/06/1919-1965.html
       

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου