1. Εξομολόγηση ενώπιον Ταϋγέτου
Κόκκινη σαϊτιά στο μάτι
κατρακυλά ο Οκτώβρης
στους δροσερούς μυώνες του βουνού
Λίγο να φταρνιστεί ο νήπιος βοριάς
κι ακούς το χειροκρότημα από τα φύλλα
αγγελικό παιάνισμα στο γύρω σύμπαν
Κίτρινη κλωστή δένει το φωτολόι
στο λαιμό της καρυδιάς
η μέρα χαϊδεύεται στον χρωστήρα ορίζοντα
Στο μπράτσο ένα μικρό κουνούπι
καλωσορίζει τη νύχτα που έρχεται
ανάφτει το φεγγάρι τη φωτιά του
βαμμένος χρώματα
αναπνέω τον άνθρωπο που είμαι.
2. Ό,τι αφήνουμε πίσω
Παλιές φωτογραφίες
κανείς δεν τις ψάχνει
έχουν το άσπρο
και το μαύρο του χρόνου
σαν τα ποιήματα
που δεν διαβάζονται
και γι’ αυτό
δε γερνάνε.
3. Τα ποιήματα είναι άνθρωποι
Τα ποιήματα είναι άνθρωποι
τα μάτια τους, τα μάτια του ήλιου
τον πόνο ζεσταίνουν
τις ασέληνες νύχτες πυρπολούν
με τις αγκαλιές τους χέρια
γροθιάζουν τις λέξεις μία- μία
πότε καρφώνουν ένα άγνωστο έψιλον
στα κουφάρια που σαπίζουν τα όνειρα
πότε κτυπούν στο δόξα πατρί
τα δύσκολα απογεύματα
μ’ ένα κατάπληκτο φι
πότε μ’ ένα ορμητικό ζήτα
πνίγουν τα καθάρματα εξάπαντος .
Τα ποιήματα είναι άνθρωποι
το χρόνο κλοτσούν στο κεφάλι
τις μαύρες πλερέζες του θανάτου ξεκοιλιάζουν
και σαν άνθρωποι
τα ποιήματα δε ντρέπονται ποτέ
όταν δεν πρέπει να σιωπήσουν.
• Το πρώτο («Εξομολόγηση ενώπιον Ταϋγέτου») είναι δημοσιευμένο στην ποιητική συλλογή : «Κατάστηθα στο χρόνο» τα επόμενα δύο αδημοσίευτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου