Σ' ενός φωτός σπασμωδικού την αιματόχροη άχνη,
όπου οι αβροί κυματισμοί των μαργαρένιων πέπλων
παθητική είταν όρχηση λευκών κι αβέβαιων ρόδων,
άστραφτε ο μύθος κοίστρωνε των μνημικων ρυθμών της.
παθητική είταν όρχηση λευκών κι αβέβαιων ρόδων,
άστραφτε ο μύθος κοίστρωνε των μνημικων ρυθμών της.
Όταν σοφή μια αντιστροφή των διάφωτων χεριών της
την κύκνεια λάμψη της κρουστής κηδονισμένης σάρκας
δέσμευε μες στους κάλυκες των τρυφερών της πέπλων,
στο νου μας στάλαζε πικρή η παραλλαγή της ώρας:
Η αβέβαιη πτώση ενός πουλιού, που είχε το φως οιστρώσει,
και των φτερών του τη λευκή τώρα ατονία απιθώνει
σε κάποιας δύσης μυστικής τα ωχρά, ολιγόζωα φέγγη.
και των φτερών του τη λευκή τώρα ατονία απιθώνει
σε κάποιας δύσης μυστικής τα ωχρά, ολιγόζωα φέγγη.
Στη ρυθμισμένη ταραχή των φωτεινών δάχτυλων
είχε, σε λίγο, αφανιστεί ένας κήπος μυθικός.
Τώρα: σιωπη κι ένα όνειρο ατελεύτητο, βαθύ
από φτερά που θραύονται και ρόδινους θανάτους.
Απόψε, φίλτρο αναλγικό, στη γερασμένη μνήμη
το είδωλο, ωχρό, της μαγικής χορευτρας αναβρύζει.
Καίσαρ Εμμανουήλ (1904-1970)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου