Από τις πόρτες έμπαιναν ευτυχισμένοι στολισμένοιάλλοι φορούσανε σπαθιά κι άλλοι μαχαίριακρατούσαν όνειρα ζεστά στα παγωμένα χέριαόνειρα που έκαιγε ο πυρετός λουλούδια πρόβαλαν στους καθρέφτες μενεξέδεςωραία πρόσωπα με σταγόνες ασήμιστο μέτωπο και στα μάγουλακόκκινα χέρια τριαντάφυλλα πηχτάο έρωτας που έκαιγε ψηλά στις καπνοδόχες ο έρωτας που έσταζε στου δρόμου το αυλάκιο έρωτας που βογκούσε κάτω απ’ τα πατήματα των παπουτσιώνο ένας να κατέβει τρέμοντας ετοιμόρροπες σκάλεςο άλλος να τις ανέβει τρέχονταςγια να προφτάσουν το αίμα να μην παγώσει και την καρδιά να μη σκιστείώσπου τα φέρετρα να γίνουν αύριο άσπρες βάρκεςκαι μέσα να τραγουδάνε ευτυχισμένοι οι νεκροί Τα φάσματα ή Η χαρά στον άλλο δρόμο |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου