Κάποιο βράδυ του Μαγιού,
μες στη χρονιά κρυμμένο,
– το πιο μονάχο της χρονιάς,
κι ίσως το πιο θλιμμένο,
την ώρα που ετοιμάζονταν
να κοιμηθούν οι κλώνοι,
δίχως αιτία, ξαφνικά,
τρελάθηκε τ’ αηδόνι!
Πολλές φορές, αναγερτοί
στον πλάτανο αποκάτου
ακούγαμε τις τρίλλιες του
και τα πιπίσματά του·
συχνά πάλι, γυρίζοντας
τις ώρες που βραδιάζει,
τ’ ακούσαμε, τις πιο γλυκές
στροφές του ν’ αραδιάζει:
μα σαν εκείνη τη βραδιά,
σ’ εκείνο το πλατάνι,
τέτοιο τραγούδι ξώφρενο
ποτέ δεν είχε κάνει…
Κι όπως τραβούσα πάρωρα,
στη μοναξιά του δρόμου,
αναπολώντας μυστικά
δεν ξέρω ποιον καημό μου,
– πουλάκι του μεσονυχτιού,
πουλάκι της ερήμου,
ήρθ’ η φωνή σου, σύχαρα,
και πήρε την ψυχή μου…
Κι ήταν η νύχτα διάφανη,
κι έλαμπε αγάλια η πούλια·
είχαν σωπάσει, από νωρίς,
τ’ άλλα τα νυχτοπούλια,
και μέσ’ απ’ τα άστρα τα νωθρά,
που φέγγουν σα βελούδα,
όλ’ η νυχτιά παθητικά,
σου φώναζε: Τραγούδα!
Κι ήμουν κι εγώ και σ’ άκουγα,
χωρίς να σε χορταίνω,
το βράδυ που τρελάθηκες,
πουλάκι αγαπημένο…
Δημοσιεύτηκε στην Διάπλαση των Παίδων τον Ιούνιο του 1925.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου