Κι εσύ που είσαι γιος παλικαριών
Μην πεις τον άνεμο άκαρδο
Να μη βογγήξεις
Μόνε στο ριζολαίμι σου ας δέσει κόμπο μαύρο
Ο αντρίκιος σου σφυγμός.
Σαν ένας κάπρος με άσπρο δόντι θα χύνεσαι
Και θα σε κυκλώνουν οι κυνηγοί με όλες τις προσεχτικές
Μικρόπνοες σιγανοπερπατησιές
Και τις ενέδρες
Και τ’ άλλα τερτίπια αυτού του κυνηγιού
Που βάζει μπρος το σκύλο να μυρίζει
Εσύ κατάματα να δεις το Μεγάλο Φόβο
Αυτόν που τρέμει στα βαθιά νερά και δεν έχει ντροπή
Γιατί στα σπλάχνα μου απ’ τη γέννα σου ριζώνει.
Γι’ αυτό σε λέω μικρό φτερό χελιδονιού κι αυγερινέ μου
Γι’ αυτό μαζεύω αλυγαριές και κούμαρα για να σου στρώσω
Πλένω τα πόδια σου μ’ ανθό χαμομηλιού
Έχω πάν’ απ’ την κούνια σου δεμένη την καρδιά μου
Με μια κορδέλα θαλασσιά, γιε μου, να σε φυλάει.
Θα ’ρθεί μια μέρα να σκαλίξομε
Στους πέντε ανέμους
Τα κορμιά μας
Θα ξεπλυθούν οι πολιτείες με θάλασσα
Κι απ’ το βουνό η πανσέληνο θ’ ανατείλει
Ελένη Βακαλό, Αναμνήσεις από μια εφιαλτική πολιτεία, Αθήνα 1948, σ. 56-57
Πηγή: https://www.hartismag.gr/hartis-25/afierwma/ta-aposiwphmena-poihmata-ths-elenhs-bakalo
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου