Πόσους είπες πως σκότωσες; αναρωτήθηκε βουβά. Δεν ξέρω. Νομίζεις πως έχεις δικαίωμα να σκοτώνεις; Όχι. Πρέπει όμως. Πόσοι από αυτούς που σκότωσες ήταν γνήσιοι φασίστες; Πολύ λίγοι. Όμως όλοι είναι ο εχθρός προς τον οποίο προβάλλουμε αντίσταση. Αλλά συμπαθείς το λαό της Ναβάρα πιο πολύ από άλλους, από άλλα μέρη της Ισπανίας. Μάλιστα. Και τους σκοτώνεις. Μάλιστα. Αν δεν το πιστεύεις, πήγαινε κάτω στον καταυλισμό. Δεν ξέρεις πως είναι άδικο να σκοτώνεις; Ναι. Κι όμως το κάνεις; Ναι, Και εξακολουθείς να πιστεύεις ότι ο σκοπός σου είναι δίκαιος; Ναι.
Είναι δίκαιος, είπε μέσα του, όχι πειστικά, αλλά με καμάρι. Πιστεύω στους λαούς και στο δικαίωμά τους να κυβερνιούνται μόνοι τους όπως επιθυμούν. Αλλά δεν πρέπει να πιστεύεις στο φόνο, είπε μέσα του. Πρέπει να το κάνεις σαν αναγκαιότητα, αλλά δεν πρέπει να πιστεύεις σ’ αυτόν. Αν πιστεύεις σ’ αυτό, τότε το όλο ζήτημα είναι λάθος.
Πόσους, όμως, υπολογίζεις ότι σκότωσες; Δεν ξέρω γιατί δε θα κρατήσω και λογαριασμό. Ξέρεις, όμως; Ναι. Πόσους; Δεν μπορείς να πεις με σιγουριά πόσους. Άμα ανατινάζεις τρένα, σκοτώνεις πολλούς. Πάρα πολλούς. Αλλά δεν μπορείς να είσαι βέβαιος. Αυτούς όμως για τους οποίους είσαι βέβαιος; Πάνω από είκοσι. Και από αυτούς πόσοι ήταν γνήσιοι φασίστες; Δύο για τους οποίους είμαι βέβαιος. Γιατί αναγκάστηκα να τους σκοτώσω όταν τους πιάσαμε αιχμαλώτους στην Ουσέρα. Και δε σε πείραξε αυτό; Όχι. Ούτε σου άρεσε; Όχι. Αποφάσισα να μην το ξανακάνω. Το απέφυγα. Απέφυγα να σκοτώσω άοπλους ανθρώπους.
Πρόσεξε, είπε στον εαυτό του. Καλύτερα να το κόψεις αυτό. Κάνει πολύ κακό και σ’ εσένα και στη δουλειά σου. Ύστερα αντέκρουσε πάλι τον εαυτό του: Πρόσεξε, κατάλαβες; Γιατί κάνεις κάτι πολύ σοβαρό κι εγώ πρέπει να φροντίσω να καταλαβαίνεις ανά πάσα στιγμή τι κάνεις. Πρέπει να σε κρατήσω στα συγκαλά σου. Γιατί, αν δεν είσαι εντελώς στα συγκαλά σου, δεν έχεις δικαίωμα να κάνεις τα πράγματα που κάνεις, γιατί όλα είναι εγκλήματα και δεν υπάρχει άνθρωπος που να ’χει το δικαίωμα να αφαιρέσει τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου, εκτός κι αν το κάνει για να αποτρέψει να συμβεί κάτι χειρότερο σε άλλους ανθρώπους. Οπότε έλα στα συγκαλά σου και μη λες ψέματα στον εαυτό σου.
Πάντως, εγώ δεν πρόκειται να κρατήσω λογαριασμό των ανθρώπων που έχω σκοτώσει, λες κι είναι κάνα τρόπαιο, ή να τους μετράω με χαρακιές στο όπλο μου, είπε μέσα του. Έχω το δικαίωμα να μην κρατάω λογαριασμό, όπως έχω και το δικαίωμα να τους ξεχάσω.
Όχι, είπε πάλι στον εαυτό του. Δεν έχεις το δικαίωμα να ξεχάσεις τίποτα. Δεν έχεις δικαίωμα να κλείνεις τα μάτια σου σε τίποτε απ’ όλα αυτά, ούτε κανένα δικαίωμα να ξεχάσεις το παραμικρό ούτε να το απαλύνεις ούτε να το αλλάξεις.
Σκάσε, είπε στον εαυτό του. Το παρακάνεις με το στόμφο σου.
Ούτε ποτέ να τρέφεις αυταπάτες ως προς αυτό, εξακολούθησε.
Εντάξει, είπε στον εαυτό του. Ευχαριστώ για όλες τις καλές συμβουλές, αλλά πες μου, είναι εντάξει ν’ αγαπώ τη Μαρία;
Ναι, απάντησε μόνος του.
Για ποιον χτυπά η καμπάνα, Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου, Ευρωεκδοτική 2006, σ. 368-369 – Πρωτότυπο 1940
Aντλήθηκε απ' το προφίλ του Θανάση Μαρκόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου