Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023

Ανέστης Ευαγγέλου - Το βαρύ μαχαίρι



Όταν έπεσε το βαρύ μαχαίρι

και μου άνοιξε τη βαθιά πληγή που έχω στο στήθος

δε μπορούσα, βέβαια, να καταλάβω τη σημασία του:

έπρεπε ο χρόνος να διαγράψει την τροχιά του.



Έκτοτε έπαθα και έμαθα πολλά –κυρίως

αυτό: πως πρέπει πλέον να συνηθίσω

ν’ αγαπήσω την πληγή

ν’ αγαπήσω το βαρύ μαχαίρι.



Ανέστης Ευαγγέλου, Τα ποιήματα: 1956-1993

Ανέστης Ευαγγέλου - Φορές φορές συλλογίζομαι


Φορές φορές συλλογίζομαι τι χρειάζονται όλ’ αυτά
τι χρειάζεται η ξοδεμένη δύναμή σου
η μετρημένη σου χαρά και η βαθιά σου οδύνη
το πιο πολύτιμο που έκανες, η ποίησή σου.

Τι θ’ απογίνουμε, τι θ’ απογίνουν.

Από τη συλλογή Μέθοδος αναπνοής (1966)

Ανέστης Ευαγγέλου - Χρόνια στην εξορία

Χρόνια στην εξορία δύσκολα
δίχως πατρίδα, ξένος μέσ' στους ξένους,
άστεγος και γυμνός, με τσάκισαν. 

Το μέλλον μου ασφαλές:
ό, τι είχα μου το πήρεν η ζωή
και του θανάτου δεν αφήκε

Μέθοδος αναπνοής (1966)

V96 ΜΕΛΕΑΓΡΟΥ

Ιξόν έχεις το φίλημα,τά δ’ όμματα,Τιμάριον,πυρ·
ήν εσίδης, καίεις· ήν δέ θίγης, δέδεκας.

[..]

Τι κόλλα βάζεις στο φιλί, φωτιά απ’ τα μάτια βγαίνει...
Το βλέμμα σου με πυρπολεί και το φιλί με δένει.

Έμμετρη απόδοση: Ι.Ν.Κυριαζής

Γιώργος Χειμωνάς - Ο εχθρός του ποιητή (απόσπασμα)


Από καιρό, από χρόνια πολλά ακολουθεί τον ποιητή ένας μυστηριώδης πρίγκιπας του πολέμου. Κανένας δεν γνωρίζει ποιος είναι. Τη γενιά του το όνομά του το σκοπό του. Είναι πάντα μονάχος με σιωπή και σαν από ένα καθήκον ακολουθεί τον Γκουένκ Χλαν [τον ποιητή]. Στο τέλος τον υποτάσσει. Την ανύπαρκτη σχέση του μ’ αυτόν τώρα την κάνει σχέση. Αλλά μια σχέση τρομερή άδικη. Ανεξήγητη ως το τέλος. Με μιαν ανεξιχνίαστη κακία βασανίζει ταπεινώνει αναίτια τον ποιητή του βγάζει τα μάτια. Τον κλείνει στην φυλακή κι ο ποιητής πεθαίνει όμως αυτό δεν έχει σημασία.
Γιατί εχθρός του ποιητή δεν μπορεί να είναι ο θάνατος.
Ο ποιητής δεν φοβάται το θάνατο το λέει. Ο θάνατος είναι φυσικός η ποίηση είναι υπερφυσική. Ποιος μπορεί να είναι αυτός ο άγνωστος εχθρός του ποιητή. Ο προαιώνιος κακούργος των ποιητών.
Τότε άκουσα τον οιωνό με το κλειστό το στόμα. Μοίρα του ποιητή είναι η τιμωρία. Χωρίς κανένα έλεος χωρίς αιτία χωρίς να υπάρχει έγκλημα. Ο χριστιανός είναι ένα άγνωστο αδυσώπητο πλάσμα κακό. Έχει αποστολή κι υπόσταση να ταπεινώσει να τρομάξει. Να βασανίσει ν’ αφανίσει τον ποιητή.
Γιατί ο ποιητής έχει πάντα έναν εχθρό.
Η ποίησή του κι η ζωή του η ίδια κρέμονται από την αναμέτρησή του μ’ αυτόν.
Ποίημα είναι ό,τι δια της βίας σώζεται από τον πόλεμο του ποιητή μ’ αυτόν τον πανίσχυρο φυσικό εχθρό. Έτσι ζει πάντα ο ποιητής. Απειλημένος καταπατημένος δικασμένος. Μέσα στο σκοτάδι γιατί άγρια τον τύφλωσαν. Με θανάσιμη αγωνία με μεγάλες κινήσεις στον αέρα. Φυλάγεται αλλά έρχεται πάντα η ώρα που θα τρομάξει και θα νικηθεί.
Τον ήξερα από πάντα αυτόν το πρώτο νόμο της ποίησης κι εγώ ξέρω το νόημα της αναίτιας τιμωρίας της. Ότι η ποίηση είναι το μοναδικό πράγμα στον κόσμο που έχει αιτία και γι’ αυτό αφανίζεται ρημαγμένη από κάτι που δεν έχει αιτία. Τέτοιο είναι πάντα το τέλος των ποιητών να καταστρέφονται χωρίς αιτία.

Πηγή:http://www.poiein.gr/2007/03/21/othiana-c-dhisscoc-assiaeaieieuacoc-eae-iaouonaoc-aeuiico-dhadhdhuo/

Σήμερα η Ποίηση Είναι…(ανθολόγηση και μετάφραση: Γιάννης Παππάς)

 Stanislaw Jerzy Lec

Οι ποιητές είναι σαν τα μωρά :όταν κάθονται σε ένα γραφείο, δεν ακουμπούν τη γη με τα πόδια τους

………………………………………………..
Cesare Pavese

Το να γράφεις ποιήματα είναι σαν να κάνεις έρωτα: δεν θα μάθεις ποτέ εάν η ευχαρίστησή σου συμμερίζεται.
………………………………………………………
Lord Byron (George Gordon Noel Byron)

Στο ποίημα, τίποτα δεν είναι δύσκολο όπως η αρχή, εκτός ίσως από το τέλος.
……………………………………………….
Wallace Stevens

Οι φιλόσοφοι δείχνουν ότι οι φιλόσοφοι υπάρχουν. Οι ποιητές απλά χαίρονται τη ζωή.
…………………………………………………
Oscar Wilde

Ο ποιητής μπορεί να υπομείνει τα πάντα, εκτός από ένα τυπογραφικό λάθος.
………………………………………………………
John Keats

Εάν το ποίημα δεν γεννιέται με την ίδια φυσικότητα των φύλλων πάνω στα δέντρα, είναι καλυτέρα να μην γεννιέται καθόλου.
……………………………………………
Paul Valéry

Ένα ποίημα δεν τελειώνει ποτέ , μόνο εγκαταλείπεται.
………………………………………………..
Πλάτωνας

H ποίηση είναι εγγύτερα στη ζωτική αλήθεια απ΄ότι η ιστορία
……………………………………..
Johann Georg Hamann
Ο ποιητής είναι ο ιστορικός της ανθρώπινης καρδιάς
………………………………………..

Niccolò Tommaseo

Η ποίηση είναι ο λόγος των αιώνων.
……………………………………….

José Ortega y Gasset

Ο ποιητής αρχίζει εκεί που τελειώνει ο άνθρωπος. Η μοίρα του ανθρώπου είναι να ζει την ανθρώπινη ζωή του, η μοίρα του ποιητή να επινοεί αυτό που δεν υπάρχει.
……………………………………………….
Thomas Stearns Eliot

Η ποίηση δεν είναι ένα ελευθέρωμα της συγκίνησης, αλλά απόδραση από τη συγκίνηση. Δεν είναι έκφραση της προσωπικότητας, αλλά απόδραση από την προσωπικότητα.

Jaroslaw Iwaszkiewicz

Η ποίηση δεν γράφεται, η ποίηση λέγεται.
…………………………………………………………….
Léon-Paul Fargue

Η ποίηση βρίσκεται παντού, όμως μόνο λίγοι την βλέπουν.
…………………………………………………………..

Edoardo Sanguineti

Η ποίηση δεν είναι ένα νεκρό πράγμα, αλλά ζει μια μυστική ζωή.
……………………………………………………………………………..
John Fowles

Όλοι μας γράφουμε ποιήματα· το πρόβλημα είναι ότι οι ποιητές είναι αυτοί που γράφουν με τις λέξεις.
………………………………………………………………


Robert Ranke Graves

Όπως δεν υπάρχει χρήμα στην ποίηση δεν υπάρχει ούτε ποίηση στο χρήμα.
………………………………………………………………………………….

Η ποίηση είναι η αναζήτηση του ανεξήγητου
Στήβενς

Η ποίηση αρχίζει πάντα, όταν κάποιος που πρόκειται να γίνει ποιητής, διαβάζει ένα ποίημα.
Μίλτον

Η ποίηση μας δημιουργεί την εντύπωση, όχι πως ανακαλύψαμε κάτι καινούργιο, αλλά πως θυμηθήκαμε κάτι που είχαμε ξεχάσει.
Μπράντλεϋ

Η ποίηση είναι ένας φασιανός που χάνεται στους θάμνους
Στήβενς

Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα.
Σεφέρης

Η ποίηση υπαγορεύεται από ένα δαιμόνιο, αν και θα ήταν υπερβολή να το χαρακτηρίσει κανείς αγγελικό.
Ζεζλάβ Μίλοζ

Η ποίηση είναι έκφραση, αν ένας στίχος είναι έκφραση, αν καθένα από τα μέρη που απαρτίζουν ένα στίχο, κάθε μία λέξη, είναι εκφραστικά μόνα τους.
Κρότσε

Η ομορφιά καραδοκεί. Αν είμαστε ευαίσθητοι, θα την αισθανθούμε μέσα στην ποίηση όλων των γλωσσών.
Μπόρχες

Η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου.
Εμπειρίκος

Η ποίηση αρχίζει με την επίγνωση εκ μέρους μας όχι της Πτώσης, αλλά του ότι πέφτουμε.
Μπλουμ

‘Οταν διαβάζουμε ένα καλό ποίημα, φανταζόμαστε πως κι εμείς θα μπορούσαμε να το έχουμε γράψει, πως το ποίημα προϋπήρχε μέσα μας.
Μπόρχες

Η ποίηση ένα πράγμα ανάλαφρο, ιερό και φτερωτό.
Πλάτων

Η ποίηση είναι η πιο πυκνή μορφή προφορικής έκφρασης.
Πάουντ

Η ποιότητα ενός μεγάλου ποιητή είναι πανταχού παρούσα και πουθενά ορατή σαν μία ξεχωριστή συγκίνηση.
Κόλεριτζ ή Ντε Κουίνσυ

Αν κάποιος μάθει καλά ελληνικά, μπορεί να βρει σχεδόν “ολόκληρη την ποίηση” στον Όμηρο.
Πάουντ

Είναι παράξενο πως γράφει κανείς ποιήματα.
Σεφέρης

Οι ποιητές όλων των εποχών έλαβαν μέρος στη συγγραφή ενός Μεγάλου Ποιήματος αενάως εν εξελίξει.
Σέλλεϋ

Στην ίδια την ουσία της ποίησης υπάρχει κάτι το απρεπές: Φανερώνονται πράγματα που δεν ξέραμε πως τα κρύβαμε μέσα μας και τρομάζουμε σα να είχε ξεπηδήσει μια τίγρης και στεκόταν μπροστά μας στο φως τινάζοντας την ουρά της.
Σέσλαβ Μίλοζ

Όλη η ποίηση είναι ποίηση πειραματική.
Στήβενς

Η ποίηση είναι η αιτία που φθείρει το κάθε τι από το μη είναι στο είναι.
Πλάτωνας

“Ένα ποίημα αρχίζει με απόλαυση και τελειώνει σε σοφία.” ~ Ρόμπερτ Φροστ
“Ένας ποιητής πρέπει να αφήνει ίχνη του περάσματός του, όχι αποδείξεις.” ~ Γουάλλας Στίβενς
“Πάντα να είσαι ποιητής, ακόμα και στην πρόζα.” ~ Σαρλ Μπωντλέρ
“Η ποίηση είναι ό,τι αξίζει να θυμάται κανείς στη ζωή.” ~ Γουίλλιαμ Χάζλιτ
“Η ποίηση είναι η γλώσσα στο πιο αποσταγμένο της και το πιο δυναμικό της.” ~ Ρίτα Νταβ
“Η ποίηση είναι η τέχνη της σύνδεσης της ευχαρίστησης με την αλήθεια.” ~ Σάμιουελ Τζόνσον
“Η ποίηση είναι σκέψεις που αναπνέουν, και λέξεις που καίνε.” ~ Έντγκαρ Άλαν Πόε
“Η ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση.” ~ Ρόμπερτ Φροστ
“Ποίηση είναι όταν ένα συναίσθημα έχει βρει τη σκέψη της και η σκέψη έχει βρει λέξεις.” ~ Ρόμπερτ Φροστ
……………………………………………………………………………………
Σιμωνίδης

Η ζωγραφική είναι σιωπηλή ποίηση, και η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλάει.
…………………………………………………………………………………………….

Yevgeny Yevtushenko

Η ποίηση είναι σαν ένα πουλί, αγνοεί όλα τα σύνορα.
…………………………………………………………………………………..
Alfred de Vigny

Η ποίηση είναι μια αρρώστια του μυαλού.

Έλληνες ποιητές για την ποίηση

“Η ποίηση είναι από τα πιο επηρμένα μυστήρια, τα πιο αχανή, και μόνο ικανοποίηση στις παρομοιώσεις δίνεις αν πεις ότι είναι ένα μείγμα εύγεστων δηλητηρίων σε χρυσά δελεαστικά ποτήρια, ή ότι είναι ο πειρασμός, ο δαίμονας που μπαίνει ξαφνικά στο σώμα του κανονικού, προκαλώντας ένα σεληνιασμό γόνιμο ή ακόμα ότι είναι ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων που υποφέρουν μέσα μας είτε ως ανικανοποίητα είτε ως προδομένα ”
“Η τέχνη ξαναπλάθει ως λαθραίος θεός τον κόσμο από την αρχή, μεταμορφώνοντας ό,τι μας απελπίζει ως γνωστό κι αδιάσειστο σε μια καταπραϋντική αβεβαιότητα.”
“Βαδίζεις σε μια έρημο. Ακούς ένα πουλί που κελαηδάει. Όσο κι αν είναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί στην έρημο, ωστόσο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δέντρο. Αυτό είναι το ποίημα.”
(Κική Δημουλά)

Δεν άργησα να αντιληφθώ ότι και για τους ποιητές ισχύει αυτό εδώ, ότι δηλαδή δεν δημιουργούν με τη σοφία, αλλά με κάποιο φυσικό χάρισμα, με κάποια έμπνευση ανάλογη μ’ εκείνη των μάντεων και των χρησμωδών. Γιατί πράγματι αυτοί λένε πολλά και καλά, αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα γι’ αυτά που λένε.
(Απολογία Σωκράτους)

Αμ’ οι ποιητάδες; Αρσενικές Πυθίες, που κουβεντιάζουνε με τους Θεούς σαν παλιοί κουμπάροι…Μεσάτοι, κουνιστοί και με κομμένα μάτια, κει που περπατάνε σκορπίζοντας αρώματα και χάχανα καμπανιστά, σταματάνε ξαφνικά, γουρλώνουνε τα μάτια και κοιτάζουνε τ’ άστρα μέρα μεσημέρι. Κείνη τη στιγμή κατεβαίνουν άγγελοι των Θεών και τους καλούνε στον Όλυμπο της Μωρίας!… Εκεί μεθάνε κ’ εδώ χρησμολογούνε. Με τα μάτια των στίχων μας λυτρώνουν από τα δεσμά της ματαιότητας. Αφτοί δίνουν αιωνιότητα σ’ ότι αγγίσουνε με την πνοή τους. Χάρη σ’ αφτούς ο κόσμος γίνεται καλύτερος και βασιλέβουνε στη γης η ψυχή κι ο Θεός!
(Κ. Βάρναλης: Η αληθινή απολογία του Σωκράτη)

Λέξεις ερχόμενες από πολύ παλαιά ή άλλες νεότερες, ακόμα και ιδιωματικές συνωστίζονται στην άκρη της πένας σου, σαλεύουνε σαν κάτι να ζητάνε, αναπηδούν ως το σημείο να σε πιτσιλάνε και στο πρόσωπο…
Χρειάζεται συνεχώς ν’ απωθείς, ν’ αποποιείσαι, να επιλέγεις, να υιοθετείς… Να δοκιμάζεις με τον ίδιο τρόπο που δοκιμάζει ο Σολωμός δεκαεννέα φορές τον ίδιο στίχο. Επειδή –κοντά στα άλλα πρέπει να το υπενθυμίζει κανείς αυτό- η ακριβολογία στη σκέψη δεν συμπίπτει πάντα με την ακριβολογία στα αισθήματα∙ πόσο μάλλον στα οράματα ή στους διασκελισμούς που απαιτούνται για να κινηθείς σ’ ένα επίπεδο υπεράνω πολύ της χρηστικής πραγματικότητας.
(Οδ. Ελύτης: “Ιδιωτική Οδός”)

Η ποίηση είναι ένα ταξίδι
Σʼ άγνωστη χώρα.
Η ποίηση είναι ταυτόσημη
Με την παραγωγή ραδίου.
Για μια και μόνο λέξη
Λιώνεις χιλιάδες τόνους
Γλωσσικό μετάλλευμα.
(Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη)

Εγχειρίδιο Ποιητικής
1. Αν ζήσεις μ’ ένα ποίημα, θα πεθάνεις μόνος.
2. Αν ζήσεις με δύο ποιήματα, θ’ αναγκαστείς να απατήσεις το ένα.
3. Αν συλλάβεις ένα ποίημα, θ’ αποκτήσεις ένα παιδί λιγότερο.
4. Αν την ώρα που γράφεις φοράς το στέμμα σου,
οι άλλοι θα σε κοροϊδεύουν.
5. Αν την ώρα που γράφεις δεν φοράς το στέμμα σου,
θα κοροϊδεύεις εσύ τον εαυτό σου.
6. Αν επαινείς τα ποιήματά σου, θα σ’ αγαπήσουν οι βλάκες.
7. Αν επαινείς τα ποιήματά σου κι αγαπάς τους βλάκες,
θα σταματήσεις να γράφεις.
8. Αν γράψεις ένα ποίημα και επαινέσεις το ποίημα κάποιου άλλου,
θα σ’ ερωτευθεί μια ωραία γυναίκα.
9. Αν γράψεις ένα ποίημα και επαινέσεις υπερβολικά το ποίημα κάποιου άλλου,
θα σε προδώσει μια ωραία γυναίκα.
10. Αν αφήσεις τα ποιήματά σου γυμνά,
θα σε κατατρύχει ο φόβος του θανάτου.
11. Αν σε κατατρύχει ο φόβος του θανάτου,
τα ποιήματά σου θα σε σώσουν.
12. Αν απαρνηθείς τα ποιήματά σου για την πεζογραφία,
θα βγεις σίγουρα κερδισμένος.
Η ποίηση θα αντέξει και χωρίς εσένα.
(Χάρης Βλαβιανός Νέα Ποιήματα 1996 – 1997)

Πολλοί στίχοι είναι σαν αργυρές κλωστές δεμένες
στα καμπανάκια των άστρων- αν τους τραβήξεις,
μια ασημένια κωδωνοκρουσία δονεί τον ορίζοντα.
Πολλά ποιήματα μένουν αργά τη νύχτα στην ερημιά
βρέχουν κάθε τόσο τα τέσσερα δάχτυλα
των στίχων τους σʼ ένα ρυάκι,
ύστερα χάνονται ονειροπαρμένα μες στο δάσος,
πνίγονται στο χρυσό πηγάδι της σελήνης-
ένα σωστό ποίημα όμως ποτέ δεν καθυστερεί
σε μια γωνιά του ρεμβασμού.
Είναι πάντα στην ώρα του, λέει παρών
στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του.
(Γιάννης Ρίτσος)
Η ποίηση μοιάζει ανάρρωση γλυκιά με απουσίες δικαιολογημένες…
Με τέσσερις αισθήσεις γυρίζει ή με έξι
ραβδοσκοπώντας φλέβες του ουρανού
ώσπου σκοντάφτει στον προτελευταίο στίχο…
Ο τελευταίος στίχος δεν μένει πάντα τελευταίος.
Κάποτε γίνεται πρώτος στίχος ενός ποιήματος
που γράφει κάποιος αναγνώστης
( Μιχάλης Γκανάς)

Αυτό είναι στο βάθος η ποίηση,
η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει
να γίνεσαι άνεμος για τον χαρταετό και χαρταετός
για τον άνεμο, ακόμα κι όταν ουρανός δεν υπάρχει.
Δεν παίζω με τα λόγια.
Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς
να σημειώνεται μέσα στη στιγμή
όταν καταφέρνει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια.
(Οδυσσέας Ελύτης)

Αφού κατά λάθος
ο κόσμος
είναι μια ποίηση.
(Τάσος Λειβαδίτης)

Μια πόρτα ανοιχτή, για την οποία αιώνες τώρα
φτιάχνονται ατέλειωτες αρμαθιές αντικλείδια
(Παυλόπουλος)

Δυο θαμποί προβολείς μες στην ομίχλη, ένα δελτάριο
σε φίλους που λείπουν με τη μοναδική λέξη ζω
(Αναγνωστάκης)

Τι νομίζεις, λοιπόν× κατά βάθος η ποίηση
είναι μια ανθρώπινη καρδιά
φορτωμένη όλο τον κόσμο.
(Νικηφόρος Βρεττάκος)

Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα.
(Σεφέρης)

Λανθάνουσα κοινή ανθρώπινη ανάγκη για ουρανό
(Σαχτούρης)

Ποίηση ανάμνηση από φίλντισι
άναμμα τσιγάρου κατά λάθος από φεγγάρι
δασκάλα μόνη μελαγχολική στο διάλειμμα
ένα βιολί που παίζει μοναχό του
χαλκός χαλκωματένια χαλκωματάς
-όλα τα παλιά γυαλίζω
πεταλούδα που γλιτώνει από τη φωτιά
φωτιά που γλιτώνει από τα νερά
βιολέτες σʼ άσπρο λαιμό
άσπρο άλογο που τρέχει σε μαύρο ουρανό
νύχτα στρωμένη τσιγάρα
λέξεις.
(Θωμάς Γκόρπας, Ποίηση ’76)

Η ποίηση δεν είναι ο τρόπος
να μιλήσουμε,
αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε
τα πρόσωπά μας.
(Μανόλης Αναγνωστάκης)

Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίηση
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.
(Κώστας Καρυωτάκης)

Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι
που τα χάνεις όλα,
για να κερδίσεις ίσως
ένα άπιαστο αστέρι.
(Τάσος Λειβαδίτης)

Η ποίηση είναι
εκείνος ο εαυτός μας
που δεν κοιμάται ποτέ.
(Γιώργος Σαραντάρης)

Το χρυσό δίχτυ,
όπου τα πράγματα σπαρταρούν
σαν ψάρια.
(Γιώργος Σεφέρης)

Η ποίηση είναι ένα αίνιγμα από συνηθισμένα λόγια
(Τάσος Λειβαδίτης)

Σφαγμένη εντός σου μια ερώτηση που δε λέει να σωπάσει
(E. Κακναβάτος)

Ακραία δυνατότητα μιας άνοιξης
(Νίκος Φωκάς)

Χαρταετός που ξέφυγε απ’ τα χέρια μικρού παιδιού
(Θωμάς Γκόρπας)

Η ποίησις είναι ανάπτυξις
στίλβοντος ποδηλάτου.
(Ανδρέας Εμπειρίκος)

Ω, ποίηση αναμάρτητη
εμπιστευμένη στη δροσιά της θύελλας,
Ω, ποίηση ατελεύτητη
φτεροκόπημα χελιδονιών.
(Τάκης Βαρβιτσιώτης)

Φαίνεται όμως πως θαύματα δεν κάμνουν μόνο
οι διάβολοι κι οι θεοί. Θαύματα κάνει
κι η ποίηση, όταν πράγματι είναι ποίηση.
(Γιώργος Βαφόπουλος)

Η ποίηση είναι το άλλο πρόσωπο της υπερηφάνειας.
(Οδυσσέας Ελύτης)

Η ποίηση πρέπει να ‘ναι
Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο
Πάνω που θα ‘χεις γλυκαθεί
Να σπας τα δόντια σου.
(Αργύρης Χιόνης)
Δοκιμές, εν φαντασία και λόγω, νάρκης του άλγους
(Καβάφης)

Τα φάρμακά σου φέρε τέχνη της ποιήσεως,
που κάμνουνε -για λίγο- να μη νιώθεται η πληγή.
(Κωνσταντίνος Καβάφης)

Η ποίηση έχει σώμα ζεστό κι ολοζώντανο
Και το αίμα της κυκλοφορεί
Όπως το όνειρο στον ύπνο και στις φλέβες.
(Νόρα Αναγνωστάκη)

Το ποίημα θέλω να είναι νύχτα, περιπλάνηση
Σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες,
Όπου η ζωή χορεύει.
(Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου)

Η ποίηση δεν είναι
η θέληση ν΄ αντισταθείς,
μα ένα ολοσκότεινο δάσος
για να ξεφύγεις.
(Γιώργης Σαραντής)

Πίσω από την καθημερινή κόλαση των λέξεων
Τα ποιήματα ανασαίνουν ζωντανά και το καθαρό
τους νόημα καθρεφτίζει παντού μια φανταστική
ευτυχία, που ποτέ δε θα πυρποληθεί.
(Τάκης Σινόπουλος)

Καμιά φορά στα ποιήματα
Στις λέξεις στα τραγούδια
Ακούω φτεροκοπήματα
Θαρρείς απ’ αγγελούδια.
(Θέτη Χορτιάτη)

Μοναχική κι ανήμπορη διαδικασία
Η ποίηση.
(Μάριος Μαρκίδης)

Τα ποιήματα δεν είναι και τόσο δύσκολα, το ξέρετε.
Και αν σηκώσεις τις λέξεις, είναι τόσο θλιμμένα,
σαν δάχτυλα που πόνεσες μια νύχτα με αγωνίες.
(Γιώργος Μαρκόπουλος)

O,τιδήποτε στον κόσμο μπορεί να είναι η αιτία του κόσμου.
H ποίηση όμως είναι το μοναδικό πράγμα στον κόσμο
που έχει αιτία γι’ αυτό αφανίζεται από κάτι που δεν έχει αιτία.
(Γ. Χειμώνας, Ο εχθρός του ποιητή)

Πολλοί στίχοι είναι σαν πόρτες –
πόρτες κλειστές σ’ ερημωμένα σπίτια
και πόρτες ανοιχτές σε ήμερες συγυρισμένες ψυχές.
(Γιάννης Ρίτσος)

Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε
τον πρώτο στίχο μου.
Από τότε ξέρω ότι δε θα πεθάνω ποτέ –
αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα.
(Τάσος Λειβαδίτης)

Ο τελευταίος στίχος δε μένει πάντα τελευταίος.
Κάποτε γίνεται ο πρώτος στίχος ενός ποιήματος,
που γράφει κάποιος αναγνώστης.
(Μιχάλης Γκανάς)

ΜΝΗΜΗ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΠΡΑΒΟΥ

Η ποίηση είναι γερόντισσα της υπαίθρου.
Έχει ρυτιδωμένο, μελανιασμένο δέρμα
Και πεντακάθαρα σπλάχνα. Το μικρό της
Κεφάλι ξεπροβάλλει μες από το δάσος:
Πεύκα, κυπαρίσσια, κλαδάκια φορτωμένα με χιόνι.
Μας φέρνει ένα δεμάτι ξύλα.
Λίγοι την βλέπουν κι αυτοί πάλι δεν ξέρουν
Σε ποιανού την πολυκατοικία θα ‘ρθει να τ’ αποθέσει.

(Σωτήρης Παστάκας)


Πηγή:  http://www.poiein.gr/2007/03/21/othiana-c-dhisscoc-assiaeaieieuacoc-eae-iaouonaoc-aeuiico-dhadhdhuo/

Η τέχνη είναι το άλμα - του Ευθύμιου Λέντζα

Ο μεγαλύτερος σκοπός της τέχνης είναι να εξισώσει το θάνατο με τη ζωή.

Για τον καλλιτέχνη δεν είναι αρκετό να ζει∙ η βαθύτερη ανάγκη του είναι η αθανασία.
Η γνώση του πεπερασμένου τον τροφοδοτεί και φτάνει στην μεγαλύτερη ανακάλυψη: τέλειος άνθρωπος δεν υπάρχει.

Ένα έργο τέχνης περνάει στην αθανασία όταν αγγίξει την τελειότητα∙ όταν και οι ατέλειές του ακόμα δεν μας αφήνουν κανένα περιθώριο για αμφισβήτηση. Η λάθος γραμμή στον πίνακα, η βαρύγδουπη λέξη στο ποίημα, το στραβό γόνατο στο άγαλμα. Κάθε μεγάλο έργο είναι όμορφο, ό,τι άσχημο κι αν αναπαριστά ή περιγράφει.

Από τη στιγμή που ο καλλιτέχνης αποτυπώνει – δημιουργεί μια εικόνα, αυτή η εικόνα παύει να έχει ζωή. Το βίωμα πεθαίνει μέσα στο κάδρο, στο γραπτό, στο γλυπτό. Νεκρά χρώματα, νεκρά μελάνια, νεκρές πέτρες, νεκρά μάρμαρα∙ τίποτα δεν κινείται. Όπου δεν υπάρχει κίνηση, υπάρχει θάνατος.

Η τέχνη δεν είναι οδηγός επιβίωσης. Αυτό το βάρος έχει πέσει στις πλάτες της επιστήμης και της θρησκείας. Ένα έργο δεν προσπαθεί να σε παρασύρει σε καλύτερες συνθήκες ζωής. Ο ρόλος του έργου είναι να είναι. Είναι ο δρόμος του καλλιτέχνη προς τον θάνατο.
Ο άρρωστος παραδίδει το σώμα και τη ψυχή του στο γιατρό. Οι φίλοι της τέχνης παραδίδουν το πνεύμα τους στο καλλιτεχνικό δημιούργημα.

Όσο άγνωστες είναι οι προθέσεις του Κυρίου, άλλο τόσο γνωστές είναι οι προθέσεις της τέχνης. Κατακερματίζει την ύλη σε χιλιάδες ελευθερίες. Παθιάζει και παθιάζεται από τον άνθρωπο. Η τέχνη δεν αντιγράφει τη φύση των πραγμάτων∙ αποδίδει τις ιδέες τους. Ο καλλιτέχνης δεν ζει στη σκιά∙ είναι η σκιά. Θυσιάζεται με δική του ευθύνη. Δεν μιμείται τον κόσμο. Είναι η μετάβαση από τον κόσμο των αισθήσεων, το πέρασμα μέσα από την σκουληκότρυπα. Η πίστη που πηγάζει από την ποίηση για το μη εφικτό.

Ένα έργο τέχνης δεν σου φανερώνει ποτέ το δάσος. Ένα δαγκωμένο μήλο στο τραπέζι και μια κανάτα νερό είναι χιλιάδες πετεινοί στο κεφάλι σου. Οφείλουμε να είμαστε παράλογοι όταν αντιμετωπίζουμε την τέχνη, όταν καταπιανόμαστε μαζί της. Ο καλλιτέχνης δεν κάνει ρεπορτάζ∙ είναι ο δολοφόνος, το θύμα, ο αυτόχειρας. Είναι ο ίδιος το παράθυρο που οδηγεί στο κενό και η Τέχνη είναι το Άλμα.

Διαβάζοντας το «Σμιλεύοντας το χρόνο» του Ταρκόφσκι, υπογράμμισα την παρακάτω πρόταση: «Σκοπός της τέχνης είναι να ετοιμάσει τον άνθρωπο για το θάνατο…». Αυτή η πρόταση μας δίνει το δικαίωμα να σβήσουμε ότι έγραψα μέχρι τώρα και να κρατήσουμε μονάχα αυτή τη φράση.

Ο δημιουργός ξεκινάει από το άπειρο και καταλήγει στο μηδέν.
Ο Λούις Κάρολ, δεν φαντάστηκε ποτέ την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων∙ έζησε μαζί της.
Ο θάνατος ήρθε μετά, μέσα απ' το καπέλο του μάγου.


Πηγή: https://www.culturebook.gr/texnes/h-tehni-einai-to-alma-tou-efthimiou-lentza.html?fbclid=IwAR0ZwC1Fdhv9nJ8VCmwDKISvQ5Su8LsU_sCDpvPHNT4lhY_oLbZCzfu44TA

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2023

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΕΚΠΟΜΠΗ ΠΑΡΑΣΚΉΝΙΟ από το archive ert gr


 

Ντίνος Χριστιανόπουλος - Χαμηλοφώνως


Μες στην απελπισμένη έξαψή μου
μην είσαι τόσο αδυσώπητος μαζί μου.
Δείξε μου αγάπη, έστω και από συμπόνια,
όταν τα χείλη δεν μπορούν να ειρωνευτούνε,
όταν τα χέρια δεν βαστιούνται άλλο πια.

 Ξένα γόνατα, 1954

Edward Elgar - Cello Concerto (Jacqueline du Pre)


 

Αναστάσιος Δρίβας - [31]



Οικογένεια
ο δρόμος
πλησμονή από κουρέλια
μουσική αποκριάτικη
πυρετός και χαρτοπόλεμος
καραμούζα
που σημαίνει εγερτήριο
που σημαίνει ολέθριο τέλος.

περ. Τα Νέα Γράμματα

Από τη σειρά: Μια δέσμη αχτίδες στο νερό

Paul Verlaine - Η Σαπφώ



Ξώφρενη, με τα μάτια ωχρά, με στήθος που ορθοσειέται,
και λιγωμένη από ηδονή η Σαπφώ, που τη φλογίζει
σα λύκαινα στα ολόψυχρα τ’ ακρογιάλια γυρίζει.
Το Φάωνα φέρνει στο νου και τους θεσμούς αρνιέται·
και βλέποντας πως μοναχή στα δάκρυα τώρα λιώνει
τα μαύρα πλούσιά της μαλλιά, τραβά και ξεριζώνει.
Κάποτε, συλλογίζεται με σπαραγμό, το χρόνια
που ‘λαμπε αγνή η αγάπη της στη δόξα κι ομορφιά της.
και που την τραγούδησε σε στίχους όπου αιώνια,
κάθε παρθένα θε ν’ ακούει μες στα χρυσόνειρά της
Και να, που τώρα πέφτουνε χλωμά τα βλέφαρά της
κι ορμά στην άγρια θάλασσα, που ολάνοικτη προσμένει·
ενώ ψηλά σκορπίζοντας στο κύμα τη φωτιά της
η ωχρά Σελήνη, του έρωτος η εκδικήτρα, βγαίνει.

Μετάφραση: Γιώργος Σημηριώτης

Αλέξης Τραϊανός - Δεν έχω ήλιο να σε κρατήσω


Δεν έχω ήλιο να σε κρατήσω
Φόρεμα να σε ντύσω

Μένει μόνο ο ύπνος μου να σε δέχεται
Στις μυστικές του κρύπτες
Στις ανεκπλήρωτες διαθέσεις του
Να σε μαζεύει λίγο λίγο
Σταγόνα σταγόνα μέσα στις φούχτες μου
Τόσο θρυμματισμένα τόσο επώδυνα,
Σαν ένα καθρέπτη ραγίζοντας στο πρόσωπό μου

Έτσι ράγισες έτσι νυχτώνεις
Σβήνοντας ένα ένα όλα τα φώτα
Να γίνει η μεγάλη σιωπή
Να γίνει η μεγάλη στέρηση
Τίμημα της πολλής αγάπης
Τίμημα της πολλής στοργής

Μικρές μέρες (1973), [Ενότητα Υδρία]

Πηγή: https://thepoetsiloved.wordpress.com/2017/09/01/alexis-traianos-den-ehw-ilio-na-se-kratisw-%CE%B1%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B7%CF%82-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%8A%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CE%AD%CF%87%CF%89-%CE%AE%CE%BB%CE%B9%CE%BF-%CE%BD/

Guillaume Apollinaire - Υπό το σεληνόφως


Μελίρρυτη εξορμά η σελήνη στων σαλών τα χείλη
Περβόλια και χωριά τηλώνονται όλα αιγλήεσσα ύλη
Τ’ αστέρια υποκρίνονται όμορφα πως είν’ μελίσσι
Και μέλι ολόφωτο τα τσάμπουρα έχει πλημμυρίσει
Πασίγλυκο είναι κι απ’ τον ουρανό χιμάει και θέλει
Του φεγγαριού η κάθε αχτίδα νά ’ν’ μι’ αχτίδα μέλι
Κρυμμένος νιώθω το γλυκό το κέντημα του πούρου
Κεντριού και τρέμω μην κεντρί είν’ της μέλισσας του Αρκτούρου
Που αχτίδες έρχεται ακουμπά στα χέρια μου εν προόδω
Το φεγγαρόμελο βουτώντας στου άνεμου το ρόδο

.

G u i l l a u m e   A p o l l i n a i r e (1880-1918)

Μετάφραση: Γ ι ώ ρ γ ο ς   Κ ε ν τ ρ ω τ ή ς

 

Guillaume Apollinaire - Σαλτιμπάγκοι



Ξεμακραίνει το μπουλούκι
Απ΄ του κάμπου τα περβόλια
Απ΄ τα γκρίζα πανδοχεία
Τ’ αλειτούργητα χωριά

Τα παιδιά πάνε μπροστά
Ξοπίσω σαλτιμπάγκοι αλλοπαρμένοι
Γνέφουν στα οπωροφόρα από μακριά
Κι εκείνα γέρνουνε καρτερικά

Σέρνουν μαζί τους σύνεργα κάθε λογής
Ταμπούρλα τσέρκια χρυσαφένια
Η αρκούδα κι η μαϊμού ζώα σοφά
Απ΄ τους περαστικούς πεντάρες ζητιανεύουν

.
Μετάφραση: Χ ρ ι σ τ ό φ ο ρ ο ς  Λ ι ο ν τ ά κ η ς

Πηγή: https://pteroen.wordpress.com/2011/12/30/guillaume-apollinaire-%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B9%CE%B3%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B7-%CE%B1%CF%80-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%AF%CF%83%CE%BA%CE%B9%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BD%CE%B5/

Γ. Χ. Θεοχάρης - Kodak 35


Παραμονή της Τυρινής των Απόκρεω, κι ενώ η πιτσιρικαρία άναβε τις φωτιές, ένα παιδί από άλλη γειτονιά πέρασε και κλώτσησε το κλαρί που καιγόταν σκορπίζοντας τη φωτιά. Τότε ο μικρός Γιωργάκης έβρισε τον χαλαστή με βρισιές άσχημες. Εκείνη τη στιγμή έφτανε από το καφενείο ο πατέρας του. Τον έπιασε από το αφτί και τον έσυρε στο σπίτι, παρέκει. Πήρε μια χούφτα πιπέρι και του μπούκωσε το στόμα. Άναψε το παιδί, κατακάηκε το κούφος του. Κατέβηκε η γιαγιά από το πάνω πάτωμα, μαλώνοντας έντονα τον γιο της. Πήρε τον κουβά γεμάτον νερό και τον άδειασε στο στόμα του μικρού. Κάποτε το παιδί ανάσανε. Ανέβηκε στη κουζίνα όπου είχαν καθίσει κι έτρωγαν την τραχανόπιττα, κατηφείς. Πήρε να καθίσει, μα ο πατέρας διέταξε να κατεβεί στο κατώγι και να σταθεί όρθιος στον στάβλο των υποστατικών μέχρι να τον φωνάξει να λήξει η τιμωρία. Πήγε, στάθηκε πλάι στον Ντορή και στη Γκιόσα. Έζεχνε ο στάβλος από την αποφορά της καβαλίνας και των ούρων. Ωστόσο έμεινε εκεί νηστικός, τιμωρημένος. Κάποτε κατέβηκε και πάλι η γιαγιά και τον πήρε επάνω να φάει. Είχε αρνηθεί, η γιαγιά, να βάλει μπουκιά στο στόμα αν ο γιος της δεν σταματούσε την τιμωρία του εγγονού της.

Πηγή: Δίφορη μνήμη, Πόλις 2021.

Μίλτος Σαχτούρης - Μια μέρα


Τσιμπλιάρικα τα βλέφαρα της μέραςένα κορίτσι κρέμεται στο παράθυρο
σαν άνθος
ενώ τριγύρω παθητικά κελαηδούνε τα πουλιάένα σπασμένο ποτήρι
μ’ αόρατα τα γυαλιά μες στην καρδιάκι ένας χαρταετός ψηλά σαν επαναστατημένο
όνειρο
βγάζει φωτιέςεμείς μαζεύουμε βελόνεςόπως άλλοτε μάζευαν λουλούδια
κι η πιο μεγάλη διάπλατατρυπάει το κρανίο μας
Ο περίπατος, 1960

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023

Ζωή Καρέλλη - Η Άνθρωπος

 


Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος,
ζητούσα το πρόσωπό Σου πάντοτε,
ήταν ώς τώρα του ανδρός
και δεν μπορώ αλλιώς να το γνωρίσω.

Ποιος είναι και πώς
πιο πολύ μονάχος,
παράφορα, απελπισμένα μονάχος,
τώρα, εγώ ή εκείνος;
Πίστεψα πως υπάρχω, θα υπάρχω,
όμως πότε υπήρχα δίχως του
και τώρα,
πώς στέκομαι, σε ποιο φως,
ποιος είναι ο δικός μου ακόμα καϋμός;
Ω, πόσο διπλά υποφέρω,
χάνομαι διαρκώς,
όταν Εσύ οδηγός μου δεν είσαι.

Πώς θα δω το πρόσωπό μου,
την ψυχή μου πώς θα παραδεχτώ,
όταν τόσο παλεύω
και δεν μπορώ ν' αρμοστώ.

«Ότι διά σου αρμόζεται
γυνή τω ανδρί.»

Δεν φαίνεται ακόμα το τραγικό
του απρόσωπου, ούτε κι εγώ
δεν μπορώ να το φανταστώ ακόμα, ακόμα.
Τί θα γίνει που τόσο καλά,
τόσα πολλά ξέρω και γνωρίζω καλλίτερα,
πως απ' το πλευρό του δεν μ' έβγαλες.

Και λέω πως είμαι ακέριος άνθρωπος
και μόνος. Δίχως του δεν εγινόμουν
και τώρα είμαι και μπορώ
κι είμαστε ζεύγος χωρισμένο, εκείνος
κι εγώ έχω το δικό μου φως,
εγώ ποτε, σελήνη,
είπα πως δεν θα βαστώ απ' τον ήλιο
κι έχω τόσην υπερηφάνεια
που πάω τη δική του να φτάσω
και να ξεπεραστώ, εγώ,
που τώρα μαθαίνομαι και πλήρως
μαθαίνω πως θέλω σ' εκείνον ν' αντισταθώ
και δεν θέλω από κείνον τίποτα
να δεχτώ και δε θέλω να περιμένω.

Δεν κλαίω, ούτε τραγούδι ψάλλω.
Μα γίνεται πιο οδυνηρό το δικό μου
ξέσκισμα που τοιμάζω,
για να γνωρίσω τον κόσμο δι' εμού,
για να πω το λόγο δικό μου,
εγώ που ώς τώρα υπήρξα
για να θαυμάζω, να σέβομαι και ν' αγαπώ,

εγώ πια δεν του ανήκω
και πρέπει μονάχη να είμαι,
εγώ, η άνθρωπος.

Από τη συλλογή Αντιθέσεις (1957)

[πηγή: Τα ποιήματα της Ζωής Καρέλλη, τόμος δεύτερος (1955-1973), Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1973, σ. 123-124]

Ζωή Καρέλλη - Τα Εικονίσματα III

Tα μάτια στις βυζαντινές εικόνες,
αγίων και μαρτύρων, τα εκστατικά,
είναι διαφορετικά απ' των αρχαίων αγαλμάτων.

- Ω δόξα της πατρίδας μου διπλή κι' απέραντη
χαρά η προσφορά, ανθρώπινη,
δική σου παρηγοριά και διδαχή σου.

Σ' ολόκληρη την όρθωση, την άρθρωση
του ωραίου σώματός των, είναι υπεροπτικά
σχεδόν, τα ελληνικά αγάλματα
και στην ευγενική θωριά, το βλέμμα
δείχνει αλλού να θεωρεί.

Oι άγιοι μονάχο δε σ' αφήνουνε,
το στρογγυλό τους μάτι ολάνοιχτο,
κι' ωσάν έκπληκτο, σε παρακολουθεί
σε μυστικήν, ενδόμυχη ατένιση σε οδηγεί
για να πιστέψεις στο δικό τους όραμα
με πάσαν την υποταγή.
Όχι πια φοβισμένη,
μα φωτισμένη απ' της ψυχής το νόημα
που αντελήφθη και ομολογεί.

 Tα ποιήματα, Tόμος δεύτερος, Oι εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1973.

Ζωή Καρέλλη - Οι ουλές


Σαν πεινασμένα στόματα που δεν εχόρτασαν,
ανοίγουν οι επιθυμίες πληγές απάνω μας,
που μένουν ανοιχτές και δεν περνούν,
πληγές που μας πονούν.

Αν χέρι συμπονετικό δε μας τις γιάνει,
αν λόγος συμπονετικός δεν μας γλυκάνει,
λόγος παρήγορος, που ξέρει, απαλός,
τα τραύματα αφορμίζουν.
Περνάει καιρός και κλείνουν,
γιατί πρέπει να ζήσουμε.
Όμως σημάδια αφήνουνε,
ουλές, που φαίνονται άσχημες, βαθιές.
Οι αληθινές μορφές είναι τυραννισμένες.

Κι ας μη μας λένε τότε,
ας μην κατηγορούν, που είμαστε
οι παραμορφωμένοι.

Από τη συλλογή Της μοναξιάς και της έπαρσης (1951)
Αναδημοσίευση από: https://thepoetsiloved.wordpress.com/2016/10/31/zoe-karelli-oi-oules-%CE%B6%CF%89%CE%AE-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B7-%CE%BF%CE%B9-%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%AD%CF%82/

Διάφανα Κρίνα - Κλόουν την Τετάρτη την Κυριακή νεκρός


 Από το cd/lp "Έγινε Η Απώλεια Συνήθεια Μας" (1996)

Οι έρημες πόλεις, τα φώτα που σβήνουν σαν γέροι που κλείσαν τα μάτια και πίνουν. Και συ να γερνάς μεσ' στης λήθης το ψέμα, κουφάρι απόγνωσης στου ήλιου το γέρμα. Κλόουν την Τετάρτη, την Κυριακή νεκρός. Τα μάτια της λάμπουν σαν έναστρη νύχτα, τα χέρια της σκάβουν τον τύμβο της ήττας. Κι εσύ να ζητάς να βρεις ένα τέρμα σαν χάδι χαμένο στης θλίψης το δέρμα. Κλόουν την Τετάρτη, την Κυριακή νεκρός. Στης λύπης το κατάρτι σε σταύρωσε ο θεός. Δίχως νερό κι αγάπη σε άφησε εδώ σαν νόθο γιο της λάσπης που κοιτάει τον ουρανό.

Τραγουδώ τραγουδώ ~ Βασιλική Λαβίνα, Γιάννης Μαρκόπουλος

Μέσα στην πόλη σ΄έχασα
και μες στους δρόμους σ΄αναζητάω
σ' όλους του τοίχους έγραψα
πως σ΄αγαπάω - σ΄αγαπάω

Τραγουδώ τραγουδώ
μοναχή μου μιλάω
μες στην πόλη γυρνώ
ψάχνω να σε βρω

Το πρόσωπό σου χάθηκε
μες στις αφίσες που όλο κοιτάω
η μνήμη σου ξεχάστηκε
μα σ΄αγαπάω σ΄αγαπάω


Τραγουδώ τραγουδώ ~ Βασιλική Λαβίνα, Γιάννης Μαρκόπουλος

Γιάννης Δάλλας - Αντιχορικό


Τώρα τα τόξα
Διάτρητα
Απ' άλλα τόξα
Κι όμως παλίνδρομα
Και καννιβαλικά

Τώρα παλλόμενα
Μες στη φαρέτρα
Ή και σφυρίζοντας
Απ' τους εξώστες
Διασταυρούμενα

Σ' όλες τις πόρτες
Τα βέλη αόρατα
Βροχή τα βέλη

Όπως τοξότης
Θερίζοντας
Άλλον τοξότη
Βέλη σκοπεύοντας
Τον σκοπευτή τους
Ο συνωμότης
Τον εξωμότη

Δυο δυο σφαδάζοντας
Μες στις παρόδους
Ή κι αλαλάζοντας
προς τις εξόδους
Οι διπλοπρόσωποι
Τυφλοί τοξότες.

Βουβά μεσάνυχτα χωρίς σήμα κινδύνου
Κι εσύ πετάχτηκες απ' έξω απ'τους τροχούς
κι άφησες τη σκιά σου να κομματιαστεί
τότε που ο χρόνος στραγγαλίστηκε
γέρνοντας προς την χλωροφορμισμένη αυλή
Και μες στην έκλειψη του δρόμου αόρατος κλεπταποδόχος,
γύριζε καρφώνοντας τις νίκες της αστροφεγγιάς στις επωμίδες.

Πηγή: Ποιητική ανθολογία της νέας ελληνικής γενιάς άγκυρας, 1971

Αναδημσίευση από: https://ennepe-moussa.gr/%CF%81%CE%AF%CE%B6%CE%B1/%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%87%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%82-%CE%B4%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CF%82?fbclid=IwAR1yyY9JimSpRMsOFCCYyCrd73FKxj8NAbzuMW9rDW_i0a9EKgsKShakFx0

Γιώργος Σαραντάρης - Ένας ήλιος αόρατος



Ένας ήλιος αόρατος κι αδιάκοπος με ξυπνά,
κάθε φορά που τον θάνατο πάω να ονειρευτώ.
Μια φλόγα που δεν ανάβει με καίει μυστικά,
κι ακουμπώ στη συνείδησή μου για να πάρω φως.

Όταν δεν μ’ αγαπάνε οι άνθρωποι κάποτε απελπίζομαι.
Κάποτε τους αγαπώ εγώ κι ας μη με αγαπάνε.
Έτσι δεν μου χρειάζονται δέντρα για να πλαγιάσω,
δεν μου χρειάζονται φύλλα, χόρτα ή λουλούδια.

Φτάνει να βλέπω στον άνθρωπο τον εαυτόν μου.
Να νιώθω γαλάζιο τον εαυτό μου κι ας μην το βλέπω

Γιώργος Σαραντάρης - Δεν επαρκεί η φιλία



Δεν επαρκεί η φιλία
Ο γάμος είναι κράτος
Η άβυσσος ευθεία
Στο κενό
Η νάρκη μοιάζει
Τύχη η ευφυία
Προσευχή
Κι όλη η χαρά
Το κάλλος η περιωπή
Ας γίνουν η στιγμή
Όπου αγαπάω
Και ζω – πεθαίνω.

Γιώργος Σαραντάρης - Της ομορφιάς



H πιο γλυκιά παρθένα
Στολίζει το δωμάτιο
Eυφραίνει την περισυλλογή

Aς πούμε πως είμαστε ευτυχείς

Kι είναι η σειρά μας
Nα βρεθούμε αθάνατοι,
Nα φιλήσουμε την ομορφιά
Στα χείλη
Kαι στο λεπτό της φόρεμα


(από το Σαν Πνοή του Aέρα, Eρμής 1999)

Γιώργος Σαραντάρης - Δεν μου αρκεί...



Δεν μου αρκεί το επιούσιον,
ψυχή!
Αγαπάω το άνθος,
την πιο τρανή σου ελπίδα
η σάρκα μου πονεί.

Γιώργος Σαραντάρης - Κι εμείς επίγειοι



Η μάννα μας η γης αφουγκράζεται
Τα υστερινά σκιρτήματα της πνοής
Της ψυχής που την αφήνει...
Φεύγουμε σακατεμένοι από την πίκρα
Απ' την πληθωρική μας αγάπη
Γυρεύοντας εξωφρενικά λημέρια·
Είμεθα διαβατάρικα ζώα
Που τους λείπει το θάρρος της προδοσίας.

Χρίστος Λάσκαρης - Αρκετά με τις λέξεις



Αρκετά με τις λέξεις.
Πρέπει να ξεκινήσω
να πάω ο ίδιος να τη βρω:
να δει
πως βασανίζομαι στα όνειρα,
πόσο πολύ μ’ έχει κουράσει.

Κώστας Βάρναλης - Τρία ποιήματα

Πιερροτίνα

 

Στη φαντασία μου μέσα έχουνε μείνει

τ’ αγκώνα σου όλο μέλι τα λακκάκια

και κακό, που έκαμναν, δίχως κάκια

τα χείλια σου βαμμένα με καρμίνι.

 

Κι ακόμη τα χρυσά σου κουδουνάκια

σαν καναρίνι αχούν, και μ’ αξιωσύνη

στον κούκο σου ψηλά λυγάει και κλίνει

το φτερό του κοκόρου όλο κανάκια.

 

Κι ανθίζει το πηγούνι σου, χιονάτο

τριαντάφυλλο στη μάσκα σου από κάτω

και βαθειά μου κυλάει, καθώς εκύλα

 

τότε με το βοριά, ω Πιερροτίνα,

το φύσημα και με την πρώτη αχτίνα,

του ηλιού, της απιστιάς σου η φαρμακίλα.

 

 

Σερενάτα

 

Σ’ ευωδερά απλωμένοι χαμομήλια,

σε μαλακές μολόχες με την πλάτη,

στα γαλανά εκοιτάζαμε τα πλάτη

σε λαγαρό φεγγάρι. Εσύ με χείλια,

 

σφιγμέν’ από τον πόνο, τα δαχτύλια

τ’ αγγελικά στη βρύση τη γεμάτη

του βιολιού σου βυθίζοντας, το μάτι

με δάκρυα μας εράντιζες. Στη γρίλλια

 

οπίσω τη μαντεύαμε να μένει

αρώματα θερμά περιζωμένη

κ’ η ψυχή μας, σα μαύρο κυπαρίσσι

 

όντας βυθάει ο ήλιος δοξασμένα,

εγέμιζε πουλάκια φοβισμένα

και του βιολιού σου εμάτωνεν η βρύση.

 

 

 

Φαντασία

Της φαντασίας το πέλαο στα κλεισμένα

λάμπει τα μάτια μου: έρωτες καβάλα

σε δερφίνια, χαρούμενη φευγάλα

σημαδεύουν πανιά, ζωγραφισμένα

 

με φτερωτά θεριά, όνειρα μεγάλα

κυνηγούν· ο Αλφειός ερωτεμένα

κι άβροχα τα νερά του σε ανθισμένα

ακρογιάλια κυλάει μέλι και γάλα,

 

για την πηγή, που μύρεται ασημένια·

του ιδανικού οι σειρήνες το μοιραίο

τραγούδι τους σε βράχη διαμαντένια

 

σκορπάν και συ κρεμιέσαι με τ’ ωραίο

γέλιο και με τ’ αγγελινό σου σχήμα

λαμποκοπώντας, όνειρο στο κύμα.


Σχόλιο του Νίκου Σαραντακου: Πρόκειται για τρία δεκατετράστιχα ποιήματα που δημοσίευσε ο Βάρναλης στο περιοδικό «Λόγος» το 1917 και που δεν τα συμπεριέλαβε ο ποιητής σε βιβλίο του, ούτε περιλαμβάνονται στα ποιήματα που δημοσίευσαν οι Αργυρίου και Σαββίδης στο περιοδικό Ηριδανός το 1975. Τα βρήκε ο Μ.Μ.Παπαϊωάννου και τα δημοσίευσε στο 2ο τεύχος του περιοδικού Πολιτιστική το 1984. Δεν νομίζω να έχουν συμπεριληφθεί σε βιβλίο, αν και την Πιερροτίνα τη συμπεριέλαβε ο Βασίλης Βασιλικός στην ανθολογία του «Λύρα ελληνική».


Αναδημοσίευση απ' το site: https://www.sarantakos.com/

Γιάννης Ρίτσος - Μεταστροφή

Έτσι την πάθανε κι εκείνοι οι άπιστοι, οι ορμητικοί, οι ωραίοι,
οι αγέρωχοι, οι πολύ εμπιστευμένοι στο μυαλό τους και στα χέρια τους, όπως
ο διοικητής της Κιλικίας, που, αν κι επικούρειος, αποφάσισε μια μέρα
να στείλει κάποιον απελεύθερο (για άγνωστους λόγους) στο μαντείο του Μόψου,
με κάποια ερώτηση γραφτή σε σφραγισμένο φάκελο. Εκείνος
διανυχτέρεψε στο ναό — καθώς ήταν συνήθειο. Στο μισοΰπνι του εμφανίστηκε
άντρας ψηλός, πανέμορφος, κι είπε μια λέξη μόνο: «Μαύρο». Από τότε
άλλαξε ολότελα ο διοικητής. Πρόσφερνε ταχτικά θυσίες·
τιμούσε μεγαλόπρεπα τον Μόψο. Συχνά τον ακούγαμε τ’ ανοιξιάτικα βράδια,
όταν ορμούσαν απ’ τα παραθύρια οι μυρωδιές του ποτισμένου κήπου,
να μουρμουρίζει μοναχός του: «Μαύρο, μαύρο, μαύρο», σα ν’ αντιστεκόταν
σε κάτι μέσα του. Κι ύστερα μονομιάς, χαμογελούσε. Εμείς, τριγύρω του,
νιώσαμε απελευθερωμένοι. Οι επικούρειοι πια είχαν νικηθεί. Τούτο το «μαύρο»,
μας ήτανε και βολικό κι ευχάριστο. Μας γλίτωσε (κάπως αργά, είναι αλήθεια)
από σκοτούρες, μόχτους και διαψεύσεις. Έξω απ’ τα παράθυρα, στον κήπο, ένα φτενό, φεγγάρι
αργό και δροσερό, μας κοίταζε μαρμαίροντας πίσω απ’ τη λεύκα.

                                                                                                                        Λέρος, 20.III.68

Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.

Γιάννης Ρίτσος - Η 'Αρτεμις

Απέραντα θλιμμένη φαίνεται η θεά, παρόλη της τη δόξα —
θλιμμένη και συχνά στρυφνή η Καλλίστη· — τί της λείπει τάχα;
παντού οι βωμοί της λάμπουν, σε λιμάνια, δάση, πολιτείες·
ο Ιππόλυτος για τα στεφάνια της δρέπει άνθη σ’ έρημα λιβάδια
όπου κανένα ζώο δε βόσκει, μόνο η μέλισσα ιερά βομβίζει·
σ’ εκείνην οι μελλόνυμφες προσφέρουν τις ωραίες τους ζώνες
και τις πλεξούδες των μαλλιών τους. Οι ποιητές ακούραστα συλλέγουν
τα πιο εξαίσια επίθετα για τ’ όνομά της.
Γιατί τότε
αυτή η κατήφεια κι η οργή κι οι μεγάλες αναίτιες τιμωρίες
των Αλωαδών, του Ακταίωνα, του Ωρίωνα, του Βουφάγου
και της δύστυχης Νιόβης;
Ίσως ο Άδωνις κάτι θα μπορούσε
να πει γι’ αυτό, αν στα πλήγματα του αγριόχοιρου δεν είχε υποκύψει,
κι ίσως οι εξήντα νύμφες της που λούζονται μαζί της στα ποτάμια
να ξέρουν κάτι, ή κάτι ν’ άκουσαν η Πότνια των Θηρών να ψιθυρίζει
στον ύπνο της, τις νύχτες του καλοκαιριού, καθώς πλαγιάζει
μόνη της πάντα στο κρεβάτι της, υπτία· κι ανοιχτά τα γόνατά της
έξω από το σεντόνι φέγγουνε σαν κρίνα κάτω απ’ τη σελήνη.


                                                                                                Καρλόβασι, 12.VΙ.69
(Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.)

Γιάννης Ρίτσος – Το μοναχικό άροτρο

Όλα ήταν θεσπισμένα, κατοχυρωμένα, λογικά επεξεργασμένα,
μπορείς να πεις κι ανθρώπινα. Παίζαν το ρόλο τους και οι εκκλησίες του Δήμου·
προστάτευε το δίκιο η Αθηνά· — παρούσα η ίδια, αν και αόρατη, πάντα
προήδρευε στις συνεδριάσεις του Άρειου Πάγου· κι αν οι ψήφοι
μοιράζονταν στα δυο ίσα κι ίσα, τότε η πλάστιγγα της δικαιοσύνης
έγερνε προς το μέρος του κατηγορούμενου.
Καλές μέρες περάσαμε —
σαν ψέματα μοιάζουν κι ηχούν· — υπήρξαν τάχα; δεν υπήρξαν; — μήπως
τα ονειρευτήκαμε απλώς; — μη κι η συχνή τα αλλοίωσε αναπόληση
σε βροχερά φθινοπωριάτικα λιογέρματα;
Σαν γιορτάζαμε τ’ όργωμα,
καθώς σκυμμένος ο ιερέας χάραζε το πρώτο αυλάκι στα ριζά της Ακρόπολης,
όμορφα λόγια απάγγελνε: «Ποτέ φωτιά και νερό μην αρνηθείς σε κανένανε.
Ποτέ δρόμο στραβό μη δείξεις σ’ όποιον σε ρωτήσει. Νεκρόν άταφο
μην αφήσεις ποτέ. Μη σκοτώσεις τον ταύρο που σέρνει τ’ αλέτρι».

Όμορφα λόγια, αλήθεια· — μόνο λόγια· και στην πράξη, σαν τώρα και τότε,
η φωτιά για του γειτόνου τα σπαρτά και το νερό για την πλημμύρα,
κι ο ταύρος με τις κόκκινες ταινίες να κοχλάζει στο καζάνι του κλέφτη.

Μόνο τ’ αλέτρι, καταμόναχο, (μπορεί κι από αόρατο χέρι οδηγημένο)
οργώνει ακόμη τον άγονο αγρό με τις μολόχες και με τ’ άγρια κρίνα.

Λέρος, 18.X.68

Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.