Ανέβαινε συχνά τα μεσημέρια
με τον Καρούζο στο πατάρι πολεμώντας
να συδαυλίζουν τη φωτιά της Τροίας
που ’καιγε σ’ όλων μας τα στήθια.
Δε σε καταλαβαίνουμε! του λέγαν,
κι εκείνος ταπεινά χαμογελούσε
γιατ’ ήξερε πως μες στο ακατανόητο
κλώθει το αβγό της η αρμονία.
Κατάφτανε κι ο Κατσαρός σε λίγο
τυλιγμένος αινίγματα και τρόμους.
Και τότε οι τρεις του γρίφου αθόρυβα
σαν αλεξιπτωτιστές πηδούσαν
απ’ το πατάρι στο δικό τους σύμπαν
κι άχρονοι χορογράφοι αιωρούνταν
πάνω απ’ τ’ άρρητα της αβύσσου. εκεί
όπου η ποίηση ποίησην επικαλούνταν.
Ο ίσκιος του πουλιού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου