Το βλέμμα φτάνει άνετα στη Λισαβώνα
έχω σχεδόν αποδημήσει στα εναύσματα
θα 'θελα να σου επιστρέψω την αφή σου
χαρίζοντάς σου και τα δέκα μου δάχτυλα
μνημονεύουμε μυστήριο:
μνημονεύουμε ηλιθιότητα, μα εμένα
με φρουρεί συνέχεια η εναρθροσύνη
το τρίγωνο εμπαίζει κι αυτό τα ανύπαρκτα
ουράνια συνεχώς με τρία ύψη
δευτερεύοντες άγγελοι διαρκώς συστρέφονται
στον ύπνο πετυχαίνουμε το σοσιαλισμό μας.
Κουφάλογο – αυτή 'ναι – η αδιόρατη καλοσύνη
χασμουρητό του έαρος μυωπική νοσταλγία.
Είμαι ακέραιος ωσάν του Άγιου Πάνθηρα τα σαγόνια
κοιτάζοντας απ' τη γαλάζια κλειδαρότρυπα
τις λινές του Ιησού βλεφαρίδες που ο άνεμος
με τον αντίχειρα ξαναχαϊδεύει σήμερα
στα ανεπρόκοπα βράχια της χαμηλόφωνης Ιουδαίας.
Οσμίζομαι καταιγίδα στο έπακρο
μα η καρδιά μου απουσιάζει στ' αγριολούλουδα.
Ο ΖΗΛΟΣ ΤΟΥ ΜΗ-ΣΧΕΤΙΚΟΥ ΜΕ ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου