Ο πατέρας μου έφαγε μια ζωή για να φτιάξει ένα σπίτι.
Απογεύματα, γιορτές στο κουζινάκι
χωρίς ένα γλυκό ή ένα καφενείο.
Όταν πέθανε, άφησε ένα χορταριασμένο στρατί,
ένα κτίσμα δίχως κουφώματα, δίχως σοφάτια, χρόνια...
Άλλαξαν οι καιροί, που λέει και ο λαός,
πράγματα διάφορα συνέβησαν,
χαθήκαμε με τον αδελφό μου,
μάθαμε πώς πέθανε και ο πατέρας…
Γι’ αυτό λοιπόν το βράδυ σε κοιτώ τόσο βαθιά στα μάτια.
Είναι μήπως ζήσω εγώ την ταπεινή θαλπωρή
που εκείνος δεν έζησε.
Οι πυροτεχνουργοί, Τραμ, 1979
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου