Από δω κινούσε ο έρωτας. Μελαχρινή χλωρασιά
το κόκκινο φόρεμα πώς σου πήγαινε!
Τρία ξύλα η άσπρη πόρτα και μια λαμαρίνα ασβεστωμένη.
Για μας η αρχή των φιλιών∙ του αγροφύλακα
η πύλη του νόμου. Σαν το πουλί χαράματα
σαν τη λαφίνα βράδυ η αγάπη μας έτρεχε να δροσιστεί.
Της θάλασσας τα σπλάχνα πάνω στο τριφύλλι, το άνθος
της μηλιάς πιο πάνω και ψηλά δυο φύλλα καρυδιάς με το φεγγάρι…
(Άκου πώς νυχτώνει ένα αηδόνι στο ποτάμι!)
Καθώς η φλούδα δένει τον κορμό ζητούσες να σε σφίξω∙
τον φόβο σου να λιώσω όταν αστροπελέκια σκίζανε τον ουρανό.
Τον άλλο φόβο μέσα μου τον άκουγες;
Στην άσπρη πόρτα τώρα ανοίχτηκε φαράγγι
κι ο έρωτάς μας αλογάρης τ’ άλογα χουγιάζει
να πέσουν στον γκρεμό. Στα μάτια σου η βροχή
μα πέρα απ’ την αγνότητα μπροστά μου πάντα ένα
μαχαίρι ματωμένο.
Σύννεφο μικρό όμως αλλαξοκαιριάς πάει κι έρχεται
σύννεφο αλλαξοκαιριάς!
Σφάξτε τη φτώχεια η νύχτα να υποχωρήσει!
(Μικρή μου Βαρβάρα, μικρή μου Ιουλία
μικρή μου Ιωάννα, ποπό σας ξέχασα…)
Μαυροβούνι (1963)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου