Κοιμάται η πατρίς πάνω στον χάρτη της
Σαν παχύσαρκη γριά που ξεχειλίζει απ’ το φέρετρο.
Κρεμάει ο νεωκόρος πάνω της
Του φεγγαριού την κερένια μάζα
Κι εκείνο στάζει, στάζει ως τη χάση του
Με τη βελούδινη ματιά του σκλάβου
Που υπηρετεί χωρίς να δίνει συγχώρεση.
Κι αυτό θ’ αποσυρθεί, αφού λιώσει,
Στο πρώτο σκοτάδι της Γένεσης.
Δες πώς φέγγουν σκαρφαλωμένα στη νύχτα
Τα κουφάρια των οικισμών και των θερέτρων.
Κρεμασμένος από τη δοκό του δημαρχείου
Ταλαντεύεται μετρώντας δευτερόλεπτα
Ο αιρετός κοινοτάρχης.
Περιμένουμε να σημάνει χαράματα
Μ’ ένα τίναγμα των λουστρινιών του.
Κι όπως στη μούχλα που γλείφει τους τοίχους
Οι σιλουέτες των αγγέλων εμφανίζονται,
Παρατημένα τα άμφιά τους στα στασίδια
Σαν ν’ άλλαξαν πουκάμισο τα φίδια
Σήπονται αργά κατά τους νόμους της αλήθειας
Όταν κανείς αλήθεια δεν χρειάζεται.
Όταν κάνει η απάτη ακατανόητο
Τον θάνατο ενός υπέρβαρου θεού.
Είκοσι τέσσερις χτύποι και σιωπή, Μελάνι 2019.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου