ΩΔΙΝΕΣ
Σφαδάζει το παλιό μα δεν πεθαίνει.
Σαπίσανε τ’αγάλματα κι οι ρίζες.Βρέχει.
Γυρνούν κατάκοποι κι απελπισμένοι.
Χρόνια που αύριο θα τα πουν σκοτεινά.
Δεν θέλουν οι γυναίκες δε μπορούν
οι άντρες.Αργά-αργά
αιμορραγεί η ψυχή μας.
ΜΗΝΥΜΑ
Σέρνεται ο καιρός σα λαβωμένο φίδι
κρύβεται στα συρτάρια, στην ντουλάπα
κάτω απ’ το κρεβάτι
βγαίνει τη νύχτα βυθίζει δόντια ναρκωτικά
στις φλέβες μας.
Αργά καταπίνουμε τις ταπεινώσεις
μηρυκάζουμε υπομονή κι αποκοιμιόμαστε.
Ξανανοίγουμε χάρτες, κατεβάζουμε
παλιά βιβλία, συγκρίνουμε
τις εποχές.
Βλαστημάμε την τύχη.
Ένα σάλπισμα καραβιού
μια φωτιά στο βουνό, μια
ντουφεκιά στο κούτελο του φόβου.
Θα βγούμε πάλι.
Είμαστε ράτσα ατάκτων και κλεφτών, έχουμε
το πείσμα του σίδερου, την υπομονή
του νερού.
Όσοι πιστοί.
Με συμπόνια και με μαχαίρι.
Kι αν δεν καταλαβαίνεις, ψάξε Μεσολόγγι,
Μακρόνησο και Νοέμβρη.
Να ξέρεις·
σου γράφω πάντα με το χέρι στην καρδιά
και το βλέμμα στο στόχο.
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
Είπε:
«Κουβαλώντας χίλιες ήττες χίλιους
θανάτους
σηκώνοντας όλες τις αμαρτίες
ξύπνησα πάλι ανάλαφρος
δεν το βάζω κάτω
μεταβολίζω κανονικά το φως και το σκοτάδι
με πλημμυρίζει εφηβική ωριμότητα
είμαι πάντα Σπάρτακος Οδυσσέας Δον Κιχώτης
μετράω βέβαια απώλειες αλλά προχωρώ
άρχισα να φιλιώνω με την τρέλα
η τέφρα δεν με καταβάλει
είμαι πάντα Πολύφημος Θερσίτης Κουασιμόδος όμως
φωνάζω δυνατά
ω άγιο ανθρώπινο μυαλό
καταραμένο και φρόνιμο
αγιο ανθρώπινο αίμα
ευλογημένα σωματικά υγρά
αχραντο σπέρμα
ο ενθουσιασμός μου δεν θα πάψει ποτέ
ας κρύβεται κι ας αλλάζει
πρόσωπα
ακόμα και τη φρόνηση αυτός τη θερμαίνει.
Λοιπόν
δεν εύχομαι μονάχα δεν προσδοκώ
δουλεύω μελετάω συστηματικά βρίσκω κι άλλους
είμαι Αρης Ερνέστο Βελεστινλής
καταστρώνουμε σχέδια φιλονικούμε τα βρίσκουμε
πυκνώνουμε τις γραμμές ξανα-
βγαίνουμε στο βουνό».
Τότε έγινε μεγάλη διαρροή φωτός
τρύπησαν τα σύννεφα και πλημμύρισε ο κόσμος
τα χρώματα φώναξαν δυνατά
τα παιδιά άρχισαν να γελούν ασταμάτητα.
Εβαλε ο ήλιος κάτω
το θάνατο και τον πατάει
τα νεκροταφεία γίνονται κοιμητήρια
οι σταυροί τους μεγάλοι λευκοί κρίνοι
ευώδιασε ο θάνατος ζωή κι οι πεθαμένοι
αναπαύτηκαν ήσυχοι στη μνήμη μας.
Σκύψαμε
προσκυνήσαμε το εικονοστάσι της θάλασσας
τα γλυπτά γεωργικά εργαλεία.
Δόσαμε τα χέρια
ορκιστήκαμε στη φτερωτή του ήλιου
στον έντιμο ανθρώπινο μόχθο.
Καταργήσαμε τους εκμεταλλευτές
ανάλογα μοιράσαμε σ’όλους τα πάντα.
Τουλάχιστον
τα δύσκολα που άρχιζαν
θα τα ορίζουμε όλοι εμείς.
Πηγή: https://kommon.gr/politismos/item/1092-tria-poiimata-tou-giorgou-ziova
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου