Ερμηνεία:Νίκος Παπαθεοδώρου
Ηχογράφηση:Γιώργος χριστοφορίδης
Επιμέλεια Ήχου:Γιώργος χριστοφορίδης
Μουσική: Zbigniew Preisner - Les Marionettes.
"Ήταν στο πανηγύρι που τη βρήκα. Ήταν στο πανηγύρι που την έχασα. Ήταν ένα μεγάλο πανηγύρι. Ένα πανηγύρι με καραμπίνες για σκοποβολή, με γιαπωνέζικα μπιλιάρδα, με μπουκάλες σαμπάνιας, με τηγανίτες, με παράγκες και ξύλινα αλογάκια. Και τα αλογάκια στριφογύριζαν και τρίζανε.
Και τα μπιλιάρδα κάνανε καραμπόλες και οι τηγανίτες μοσχοβολούσαν και οι καραμπίνες έριχναν...
Έριξα κι εγώ με την καραμπίνα! Σημαδεύω καλά, πολύ καλά, και το καυχιέμαι.
Όχι, όχι, λάθος. Έκανα λάθος. Όχι, δεν τη συνάντησα στη σκοποβολή, τη συνάντησα στις τηγανίτες. Εκεί, στις τηγανίτες ήταν που τη βρήκα. Μοσχοβολούσαν οι τηγανίτες! Εκείνη έτρωγε λαίμαργα. Εγώ στάθηκα μπροστά της. Φύσηξε τη ζάχαρη που πασπάλιζε την τηγανίτα της και μ' έκανε άσπρο από την άχνη. Γελούσε! Κι εγώ της είπα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου.» Εκείνη μου αποκρίθηκε «Θα σου το πω μετά.»
Πήγαμε μαζί στη σκοποβολή. Και στην σκοποβολή ήταν που την έχασα. Στη σκοποβολή έσπασα όλα τα μπαλόνια! Κι εκείνη κάθε φορά φώναζε «Μπράβο! Μπράβο!» Και, καθώς δεν υπήρχαν πια άλλα μπαλόνια για να σπάσω, σημάδεψα το αβγό. Που χοροπηδούσε πάνω από το νερό του συντριβανιού. Και σημαδεύοντάς το της φώναξα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Κι εκείνη μου απάντησε «Μετά. Θα σου το πω μετά.» Σημάδεψα, πυροβόλησα. Το αβγό τινάχτηκε. Γύρισα. Δεν ήταν πια εκεί. Την είχα χάσει. Εκεί, στην παράγκα της σκοποβολής. Εκεί ήταν που την έχασα.
Και την ξαναβρήκα! Έτρεχα, έτρεχα, έσπρωχνα, με βρίζανε... Και την ξαναβρήκα! Στις μπουκάλες της σαμπάνιας. Αγόρασα κρίκους. Ένα μάτσο κρίκους και τους πετάγαμε μαζί! Και κάθε φορά της φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Κι εκείνη μου απαντούσε «Μετά. Θα σου το πω μετά.»
Πήγαμε μαζί στις τραμπάλες. Είναι κάτι μεγάλες τραμπάλες, που ανεβαίνεις, κατεβαίνεις... ανεβαίνεις... κατεβαίνεις... Και χάνεσαι! Κι την έχασα. την είχα ξαναχάσει στην παράγκα της σκοποβολής. Στις τραμπάλες κανείς. Νύχτωνε. Άρχισαν να ανάβουνε τα φώτα. Οι σκιές ανέβαιναν. Και την ξαναβρήκα!
Την ξαναβρήκα στα ξύλινα αλογάκια! τα αλογάκια μπήκαν σε κίνηση. Εκείνη ανέβηκε σε ένα απ' αυτά. Εγώ πρόλαβα και της φώναξα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Και την άκουσα να μ' αποκρίνεται «Μετά, θα σου το πω μετά.» Η ορχήστρα άρχισε να παίζει και στο ρυθμό της χοροπηδούσαν τα χρυσά αμαξάκια. Οι καθρεφτες και τα χρωματιστά λαμπιόνια. Εκείνη ήταν ανεβασμένη απάνω σε ένα άσπρο άλογο, σε ένα τέρας της αποκαλύψεως! Που πότε τιναζόταν ψηλά, ως τον ουρανό, και πότε έπεφτε βαθιά, κάτω στα τάρταρα. Κι εγώ σε κάθε γύρο την έβλεπα ανεβασμένη εκεί ψηλά να γελάει και της φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου.» Και μάντεψα. Μάντεψα την απάντησή της από την κίνηση που κάνανε τα χείλη της. Και την έχασα. Ναι, έτσι την έχασα.
Τη συνάντησα στις τηγανίτες και την έχασα στην σκοποβολή. Την ξαναβρήκα στις μπουκάλες της σαμπάνιας και την έχασα στις τραμπάλες. Και στ' αλογάκια. Στ' αλογάκια... στα ξύλινα αλογάκια... Στ' αλογάκια ήταν που τη ξαναβρήκα. Και στα αλογάκια ήταν που την έχασα. Σε κάθε γύρο την έβλεπα ανεβασμένη εκεί ψηλά να γέρνει πίσωμ να ξεκαρδίζεται στα γέλια. Και, να, που τα αμαξάκια άρχισαν να γυρίζουν πιο αργά... και τα αλογάκια άρχισαν να γυρίζουν πιο σιγά... και η ορχήστρα σταμάτησε... κι όλα σταμάτησαν! Κι εγώ τινάχτηκα πίσω, καθώς το άλογό της ήρθε και στάθηκε ακριβώς αντίκρυ μου! Κι εκείνη δεν ήταν απάνω στο άλογό της. Δεν ήταν πια... Πού να ήταν; την ξαναβρήκα για να τη χάσω.
Κι έτρεχα μες στο πανηγύρι... κι έτρεχα μέσα στη σκόνη... κι έτρεχα μέσα στις σκιές και φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Και κανείς δεν μου απαντούσε.
Ήταν στο πανηγύρι που την βρήκα. Και ήταν στο πανηγύρι που την έχασα.
Μην πηγαίνετε ποτέ στα πανηγύρια. Εκεί βρίσκεις κι εκεί χάνεις. Εκεί συναντάς κι εκεί αναζητάς. Γιατί τώρα την αναζητάω. Δεν ξέρω πώς τη λένε. Τη φωνάζω «Επ! Επ, επ! Επ!» Την αναζητάω. Την αναζητάω! Την αναζητάω... Θα την ξαναβρώ;"
"Την έχασα" (Στο Πανηγύρι) Ζαν Κοκτώ Νίκος Παπαθεοδώρου
Ηχογράφηση:Γιώργος χριστοφορίδης
Επιμέλεια Ήχου:Γιώργος χριστοφορίδης
Μουσική: Zbigniew Preisner - Les Marionettes.
"Ήταν στο πανηγύρι που τη βρήκα. Ήταν στο πανηγύρι που την έχασα. Ήταν ένα μεγάλο πανηγύρι. Ένα πανηγύρι με καραμπίνες για σκοποβολή, με γιαπωνέζικα μπιλιάρδα, με μπουκάλες σαμπάνιας, με τηγανίτες, με παράγκες και ξύλινα αλογάκια. Και τα αλογάκια στριφογύριζαν και τρίζανε.
Και τα μπιλιάρδα κάνανε καραμπόλες και οι τηγανίτες μοσχοβολούσαν και οι καραμπίνες έριχναν...
Έριξα κι εγώ με την καραμπίνα! Σημαδεύω καλά, πολύ καλά, και το καυχιέμαι.
Όχι, όχι, λάθος. Έκανα λάθος. Όχι, δεν τη συνάντησα στη σκοποβολή, τη συνάντησα στις τηγανίτες. Εκεί, στις τηγανίτες ήταν που τη βρήκα. Μοσχοβολούσαν οι τηγανίτες! Εκείνη έτρωγε λαίμαργα. Εγώ στάθηκα μπροστά της. Φύσηξε τη ζάχαρη που πασπάλιζε την τηγανίτα της και μ' έκανε άσπρο από την άχνη. Γελούσε! Κι εγώ της είπα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου.» Εκείνη μου αποκρίθηκε «Θα σου το πω μετά.»
Πήγαμε μαζί στη σκοποβολή. Και στην σκοποβολή ήταν που την έχασα. Στη σκοποβολή έσπασα όλα τα μπαλόνια! Κι εκείνη κάθε φορά φώναζε «Μπράβο! Μπράβο!» Και, καθώς δεν υπήρχαν πια άλλα μπαλόνια για να σπάσω, σημάδεψα το αβγό. Που χοροπηδούσε πάνω από το νερό του συντριβανιού. Και σημαδεύοντάς το της φώναξα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Κι εκείνη μου απάντησε «Μετά. Θα σου το πω μετά.» Σημάδεψα, πυροβόλησα. Το αβγό τινάχτηκε. Γύρισα. Δεν ήταν πια εκεί. Την είχα χάσει. Εκεί, στην παράγκα της σκοποβολής. Εκεί ήταν που την έχασα.
Και την ξαναβρήκα! Έτρεχα, έτρεχα, έσπρωχνα, με βρίζανε... Και την ξαναβρήκα! Στις μπουκάλες της σαμπάνιας. Αγόρασα κρίκους. Ένα μάτσο κρίκους και τους πετάγαμε μαζί! Και κάθε φορά της φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Κι εκείνη μου απαντούσε «Μετά. Θα σου το πω μετά.»
Πήγαμε μαζί στις τραμπάλες. Είναι κάτι μεγάλες τραμπάλες, που ανεβαίνεις, κατεβαίνεις... ανεβαίνεις... κατεβαίνεις... Και χάνεσαι! Κι την έχασα. την είχα ξαναχάσει στην παράγκα της σκοποβολής. Στις τραμπάλες κανείς. Νύχτωνε. Άρχισαν να ανάβουνε τα φώτα. Οι σκιές ανέβαιναν. Και την ξαναβρήκα!
Την ξαναβρήκα στα ξύλινα αλογάκια! τα αλογάκια μπήκαν σε κίνηση. Εκείνη ανέβηκε σε ένα απ' αυτά. Εγώ πρόλαβα και της φώναξα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Και την άκουσα να μ' αποκρίνεται «Μετά, θα σου το πω μετά.» Η ορχήστρα άρχισε να παίζει και στο ρυθμό της χοροπηδούσαν τα χρυσά αμαξάκια. Οι καθρεφτες και τα χρωματιστά λαμπιόνια. Εκείνη ήταν ανεβασμένη απάνω σε ένα άσπρο άλογο, σε ένα τέρας της αποκαλύψεως! Που πότε τιναζόταν ψηλά, ως τον ουρανό, και πότε έπεφτε βαθιά, κάτω στα τάρταρα. Κι εγώ σε κάθε γύρο την έβλεπα ανεβασμένη εκεί ψηλά να γελάει και της φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου.» Και μάντεψα. Μάντεψα την απάντησή της από την κίνηση που κάνανε τα χείλη της. Και την έχασα. Ναι, έτσι την έχασα.
Τη συνάντησα στις τηγανίτες και την έχασα στην σκοποβολή. Την ξαναβρήκα στις μπουκάλες της σαμπάνιας και την έχασα στις τραμπάλες. Και στ' αλογάκια. Στ' αλογάκια... στα ξύλινα αλογάκια... Στ' αλογάκια ήταν που τη ξαναβρήκα. Και στα αλογάκια ήταν που την έχασα. Σε κάθε γύρο την έβλεπα ανεβασμένη εκεί ψηλά να γέρνει πίσωμ να ξεκαρδίζεται στα γέλια. Και, να, που τα αμαξάκια άρχισαν να γυρίζουν πιο αργά... και τα αλογάκια άρχισαν να γυρίζουν πιο σιγά... και η ορχήστρα σταμάτησε... κι όλα σταμάτησαν! Κι εγώ τινάχτηκα πίσω, καθώς το άλογό της ήρθε και στάθηκε ακριβώς αντίκρυ μου! Κι εκείνη δεν ήταν απάνω στο άλογό της. Δεν ήταν πια... Πού να ήταν; την ξαναβρήκα για να τη χάσω.
Κι έτρεχα μες στο πανηγύρι... κι έτρεχα μέσα στη σκόνη... κι έτρεχα μέσα στις σκιές και φώναζα «Πώς σε λένε; Πες μου τ' όνομά σου!» Και κανείς δεν μου απαντούσε.
Ήταν στο πανηγύρι που την βρήκα. Και ήταν στο πανηγύρι που την έχασα.
Μην πηγαίνετε ποτέ στα πανηγύρια. Εκεί βρίσκεις κι εκεί χάνεις. Εκεί συναντάς κι εκεί αναζητάς. Γιατί τώρα την αναζητάω. Δεν ξέρω πώς τη λένε. Τη φωνάζω «Επ! Επ, επ! Επ!» Την αναζητάω. Την αναζητάω! Την αναζητάω... Θα την ξαναβρώ;"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου