1
Ήτανε αποπνικτικά απ’ τις καυτές του ήλιου τις αχτίδες
Το βλέμμα του - αχτίδα.
Σκίρτησα στη στιγμή: αυτός
Μπορεί να με εξημερώσει.
Έσκυψε, σα να ‘θελε κάτι να πει…
Κι’ αίμα στο πρόσωπο αναβλύζει.
Κι ας γίνει της ζωής μου ο έρωτας
Η επιτάφιος πλάκα.
2
Δεν μ’ αγαπάς, δεν θες να με κοιτάξεις,
Ω, πόσο όμορφος είσαι καταραμένε!
Να πετάξω πια δεν μπορώ,
Εγώ που από μικρή φτερά δικά μου είχα.
Τα μάτια στην ομίχλη καρφωμένα
Συγχέονται πρόσωπα και πράγματα
Και μόνο μια κόκκινη τουλίπα,
Στο πέτο σου ξεχωρίζει μια τουλίπα.
3
Σα προστάζει ο απλός σεβασμός,
Πλησίασες χαμογελώντας,
Μισοτρυφερά, μισοβαριεστημένα,
Τα χείλη άγγιξαν το χέρι –
Και μυστηριώδεις, αρχαίες μορφές
Με κοίταξαν στα μάτια …
Δέκα χρόνων αγωνίες και κραυγές
Όλες τούτες τις νύχτες της αγρύπνιας
Μια λέξη ήρεμη
Τους πρέπει – μάταια.
Έφυγες, και στην ψυχή μου πάλι
Όλα άδεια και καθάρια είναι.
1913
СМЯТЕНИЕ
1
Было душно от жгучего света,
А взгляды его — как лучи…
Я только вздрогнула. Этот
Может меня приручить.
Наклонился — он что-то скажет.
От лица отхлынула кровь.
Пусть камнем надгробным ляжет
На жизни моей любовь.
2
Не любишь, не хочешь смотреть.
О, как ты красив, проклятый!
И я не могу взлететь,
А с детства была крылатой.
Мне очи застил туман,
Сливаются вещи и лица…
И только красный тюльпан,
Тюльпан у тебя в петлице.
3
Как велит простая учтивость,
Подошел ко мне. Улыбнулся,
Полуласково, полулениво
Поцелуем руки коснулся.
И загадочных, древних ликов
На меня поглядели очи…
Десять лет замираний и криков,
Все мои бессонные ночи
Я вложила в тихое слово
И сказала его напрасно.
Отошел ты, и стало снова
На душе и пусто и ясно.
1913
Άννα Αχμάτοβα ( 23 Ιουνίου 1889 - 5 Μαρτίου 1966)
Ροζάριο
(ερανίσματα)
Μετάφραση από τα ρωσικά
Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου