ΟΠΩΣ ΕΝΑ ΠΟΤΑΜΙ
Όπως ένα ποτάμι
στην απόλυτη σιωπή ακόμα
ακούω το σώμα σου.
Και κάτω από του φεγγαριού το αράγιστο σελάγισμα
και στ’ άγρια ουρλιαχτά μιας καταιγίδας
εγώ αφουγκράζομαι το τρίξιμο της σάρκας.
Μέσα από τα κρυφά της ρίγη
μαθαίνω τα μυστικά σου.
Τα μυστικά του κόσμου που μου τα εμπιστεύεσαι.
Σαν το νεράκι που κυλάει ανάμεσα
στα χόρτα και τις πέτρες.
Ημερεύοντας τ’ αγρίμια του δάσους
που κατεβαίνουν να ξεδιψάσουν.
Φαντασμαγορικά νερά πετάγονται απ’ τα χείλη σου.
Άσπρα λιοντάρια και γαλάζιοι πάνθηρες
παίζουν στα όνειρα σου.
Και τα φιλιά σου
ένα απέραντο λιβάδι με παπαρούνες στο λιόγερμα.
Ένα ποτάμι είσαι τελικά.
Που κατεβαίνει απ’ τα βουνά.
Χαρίζοντας δροσιά και βλάστηση
στους αναμμένους κάμπους.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΛΑΙ ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΙ
Υπάρχει ένας θρύλος για έναν αρχαίο θησαυρό
που τον φυλάει μέσα του κάποιο ψάρι.
Ο άνθρωπος έχει ένα όνειρο.
Νομίζοντας πως είναι ο μόνος που κατέχει το μυστικό
πηγαίνει κάτω στην όχθη και περιμένει.
Περιμένει ελπίζοντας να περάσει το ψάρι.
Τα χρόνια περνούν, το ποτάμι κυλάει
περνάει το νερό μπροστά του, πάντα σκοτεινό κι αθησαύριστο.
Ο άνθρωπος αρχίζει να γίνεται ανήσυχος.
Μια σκέψη ωστόσο τον ημερεύει.
Πιστεύει πως όπου να ’ναι θ’ αλλάξει η τύχη του.
Το σώμα του βαραίνει, τα μαλλιά του ασπρίζουν
πυκνή ομίχλη κατεβαίνει στα μάτια του
κι ενώ μια νύχτα αλλιώτικη σκοτεινιάζει τον κόσμο
εκείνος, κουρασμένος, νυστάζει.
Παρ’ όλα αυτά επιμένει.
Περιμένει πάντα να πιάσει το ψάρι.
Δεν ξέρει και ίσως προς το τέλος μόνο μαθαίνει
πως το ποτάμι ήταν το ψάρι που περίμενε.
Μα είναι αργά.
Το ποτάμι συνεχίζει να κυλάει όπως πάντα.
Καταλήγοντας στην ατρύγετη θάλασσα.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ, Από το «ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΑΥΡΙΑΝΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ» – 1995
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου