Είναι το πεζοδρόμιο με τα χαμόφυτά του.
Αχρεία αρσενικά, εγκυμονούντα θηλυκά,
Ένα απαρηγόρητο όργανο κρώζοντας τα παράπονά του,
Οι άμαξες, οι εφημερίδες, η ρεκλάμα και οι κραυγές.
Και μπροστά στα καφέ όπου μαραζωμένοι άνθρωποι
Με μάτι άδειο και βουβό τα αψέντια τους χαζεύουν
Παρελαύνει το σμάρι των πορνών με χείλη μπογιατισμένα
Κοστολογώντας τα κάλλη τους των μακάβριων ουρί.
Και η Γη πάντα στις αχανείς στέπες βουλιάζει,
Πάντα, και σε χίλια χρόνια το Παρίσι δε θα είναι παρά
Μια έρημος όπου θα καταφθάνουνε άγνωστα κοπάδια.
Ωστόσο πάντα ονειρευόσαστε, αμόλυντα αστέρια
Κι εσύ θα είσαι τότε μακριά, επίγεια νησίδα,
Γυρίζοντας πάντα, πάντα βγάζοντας τον παλαιό λυγμό σου.
*Από το βιβλίο “Γάλλοι Καταραμένοι Ποιητές: Απάνθισμα, 13ος – 20ός Αιώνας”, μτφρ. Ελένη Κόλλια, εκδ. Ηριδανός.
Πηγή:https://tokoskino.me/2016/12/20/jules-laforgue-%CE%BC%CE%B5%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CF%81%CF%8C%CE%BC%CE%BF/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου