Ισόθεος, ναι, ισόθεος μου φαίνετ’ εμένα πως είναι
και –αν είναι θεμιτό– κι απ’ τους θεούς πιο πάνω
εκείνος που απέναντί σου τώρα στρογγυλοκάθεται
κι όλο σε χαλβαδιάζει και σ’ ακούει
να του γλυκογελάς, κι εμένανε του φουκαρά
το γέλιο σου μού παίρνει τα μυαλά, γιατί απ’ όταν
εγώ σε πρωταντίκρισα, Λεσβία μου, εξεράθηκα,
έμεινα άναυδος, μουγγός –
«βροχέως με φώνας ουδέν έτ’ είκει»
που θα’λεγε κι η άλλη Λεσβία, η Σαπφώ·
κι ενώ η γλώσσα μου κολλάει, φλόγα τα λεπτά τα μέλη μου
σαν ποταμός διαρρέει και ο ήχος της ντιντινιστά
αντιλαλεί στ’ αφτιά μου, και φώτα δίδυμα εδώ
τη νύχτα μου στεγάζουν.
Η απραγμοσύνη, Κάτουλλε, η δική σου σού ’ναι βάρος πια·
απράγμονας ανασκιρτάς – στο στόμα γλώσσα δεν ποτάζεις·
η απραγμοσύνη –μάθε– από παλιά και βασιλείς και πόλεις
πανόλβιες ρήμαξε και χάλασε.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου