Στέριωσαν οι νέες εικόνες, νιώσαμε τις νέες μορφές,
που ανθηρά μας περιβάλαν, ξαφνικά, σε μια νυχτιά.
Τα τριγύρω της ψυχής μας, χτες ακόμη, ερημωμένα,
και το βράδυ, κάτι ωστόσο φάνηκε να μεταλλάζει:
ξύπνησεν ένα πουλάκι και μετάδωκε αγγελία
και τη νύχτα ήρθε κι απλώθη, σαν ξαλάφρωμα, ένα κάτι
σαν ευλογημένη πνοή.
Κι 'ω του θαύματος! η αυγούλα ήρθε κι έφεξε λαμπρότατη,
που όλα μας τα χτεσινά του άχαρου και μαύρου κόσμου
τα εξαφάνιζε για πάντα, τάκανε σα να μην ήσαν.
Ώ, πρωία ευδαιμονίας, που από την ψυχή ανατέλλεις
και προβάλνεσαι στους τοίχους κι όλα τα περίγυρά μας,
μένε πλάι μας τώρα, γίνε το ανθοφόρο περιβόλι
κι ο καρπός μας της τρυφής. Κείνα τ' άχαρα και μαύρα
κάνε να μη ματαρθούνε. Δώσε μνήμη παραδείσου.
Δέξου να σε κατοικούμε.
Τ. Κ. Παπατσώνης, Εκλογή Β, Ίκαρος 1975.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου