Δευτέρα 25 Ιουλίου 2022

Margaret Atwood-Πρωί στο καμένο σπίτι


Στο καμένο σπίτι τρώω πρωϊνό.
Καταλαβαίνεις: δεν υπάρχει σπίτι, ούτε και πρωϊνό,
Ωστόσο, είμαι εδώ.
Το κουτάλι που έλιωσε ξύνει το μπολ
που έλιωσε κι εκείνο.
Κανείς άλλος δεν βρίσκεται εδώ γύρω.
Πού έχουν πάει, αδερφός και αδερφή,
μάνα και πατέρας; Ίσως, μακριά προς την ακτή.
Τα ρούχα τους ακόμα στις κρεμάστρες,
στοίβα τα πιάτα τους στο νεροχύτη,
πλάι στον ξυλόφουρνο
με τη σχάρα του και το μαυροκαπνισμένο τσαγερό,
κάθε λεπτομέρεια τόσο ξεκάθαρη,
τσίγκινη κούπα κι ανάγλυφος καθρέφτης.
Η μέρα ολόλαμπρη και ατραγούδιστη,
γαλάζια η λίμνη, ακοίμητο το δάσος.
Στην ανατολή μια συστάδα από σύννεφα
σιωπηλά υψώνεται στον ορίζοντα
σαν μαύρο ψωμί.
Κοιτώ τα σχέδια στο τραπεζομάντηλο,
και τα ελαττώματα στο γυαλί του ποτηριού,
εκείνες τις αναλαμπές στα σημεία όπου πέφτει ο ήλιος.
Δεν βλέπω τα χέρια και τα πόδια μου
και δεν ξέρω αν τούτο είναι παγίδα ή ευλογία,
να ξαναβρίσκομαι πίσω εδώ, όπου όλα
σε τούτο εδώ το σπίτι έχουν από καιρό τελειώσει,
τσαγέρα και καθρέφτης, κουτάλι και μπολ,
μαζί και το κορμί μου,
και το κορμί που είχα κάποτε
κι αυτό που έχω τώρα
έτσι όπως κάθομαι στο πρωινό τραπέζι, μόνη κι ευτυχισμένη,
γυμνά πόδια παιδικά στο τσουρουφλισμένο πάτωμα
(σχεδόν βλέπω)
στα ρούχα μου που καίγονται, στο λεπτό πράσινο σορτσάκι
και στο βρόμικο κίτρινο μπλουζάκι
που περιβάλλει τη σταχτωμένη, ανύπαρκτη
σάρκα μου που λάμπει. Πυρακτωμένη.

Μετάφραση: Άννα Κουστινούδη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου